Ο 94χρονος Χιγκς, ο οποίος τιμήθηκε με το βραβείο Νόμπελ Φυσικής το 2013 για την εργασία του το 1964 που έδειξε πώς το μποζόνιο-Χιγκς συνέβαλε στη διαμόρφωση του σύμπαντος, δίνοντας στα σωματίδια τη μάζα τους, πέθανε στο σπίτι του τη Δευτέρα. Μετά από μια σειρά πειραμάτων που ξεκίνησαν σε βάθος το 2008, η θεωρία του αποδείχθηκε από τους φυσικούς που εργάζονταν στον Μεγάλο Επιταχυντή στο Cern της Ελβετίας το 2012. Το βραβείο Νόμπελ μοιράστηκε με τον François Englert, έναν Βέλγο θεωρητικό φυσικό, του οποίου η εργασία το 1964 συνέβαλε επίσης άμεσα στη μεγάλη ανακάλυψη, αναφέρει η Guardian.
Ο Χιγκς προέβλεψε την ύπαρξη ενός νέου σωματιδίου -του λεγόμενου μποζονίου Χιγκς- το 1964. Θα περνούσαν όμως σχεδόν 50 χρόνια μέχρι να επιβεβαιωθεί η ύπαρξη του σωματιδίου στο CERN.
Η θεωρία του Χιγκς αφορούσε το πώς τα υποατομικά σωματίδια, που αποτελούν τα δομικά στοιχεία της ύλης, αποκτούν τη μάζα τους. Αυτή η θεωρητική κατανόηση αποτελεί κεντρικό μέρος του λεγόμενου Καθιερωμένου Προτύπου, το οποίο περιγράφει τον τρόπο με τον οποίο κατασκευάζεται ο κόσμος.
Το Πανεπιστήμιο του Εδιμβούργου δήλωσε ότι η πρωτοποριακή εργασία του το 1964 έδειξε πώς «τα στοιχειώδη σωματίδια αποκτούν μάζα μέσω της ύπαρξης ενός νέου υποατομικού σωματιδίου», το οποίο έγινε γνωστό ως μποζόνιο Χιγκς.
Μέλος της Βασιλικής Εταιρείας, ο Χιγκς πέρασε το μεγαλύτερο μέρος της επαγγελματικής του ζωής στο Πανεπιστήμιο του Εδιμβούργου, το οποίο ίδρυσε το κέντρο Higgs για τη θεωρητική φυσική, προς τιμήν του, το 2012.
*Το πανεπιστήμιο που εργάστηκε και έζησε ο πολυσήμαντος φυσικός ανακοίνωσε τον θάνατό του
*Ο καθηγητής Sir Peter Mathieson, διευθυντής και αντιπρύτανης του Πανεπιστημίου του Εδιμβούργου, δήλωσε: «Ένας πραγματικά χαρισματικός επιστήμονας, του οποίου το όραμα και η φαντασία εμπλούτισαν τις γνώσεις μας για τον κόσμο που μας περιβάλλει».
«Το πρωτοποριακό του έργο έχει παρακινήσει χιλιάδες επιστήμονες και η κληρονομιά του θα συνεχίσει να εμπνέει πολλούς άλλους για τις επόμενες γενιές», τόνισε.
Ο Χιγκς γεννήθηκε στο Nιουκάσλ, το 1929. Σπούδασε αρχικά στο Kings College του Λονδίνου, αλλά ανέλαβε θέση στο Πανεπιστήμιο του Εδιμβούργου το 1960, όπου εργάστηκε μέχρι τη συνταξιοδότησή του, το 1996.