της φετινής χρονιάς. Κι αυτό διότι ο «τίτλος» απονέμεται στους τουρκικής καταγωγής Γερμανούς ερευνητές Οζλέμ Τουρετσί και Ουγκούρ Σαχίν, οι οποίοι ίδρυσαν από κοινού, πριν 12 περίπου χρόνια, την παγκοσμίου φήμης και γνωστή σε όλους πλέον BioNtech.
Πρόκειται, όπως είναι γνωστό, για την εταιρεία η οποία, σε συνεργασία με την Pfizer, κατάφερε να παρασκευάσει σε χρόνο-ρεκόρ το πρώτο εμβόλιο που έλαβε άδεια στον δυτικό κόσμο κατά της Covid-19. Έχει δε ήδη αρχίσει να χορηγείται μαζικά τόσο στο Ηνωμένο Βασίλειο όσο και στις Ηνωμένες Πολιτείες, ενώ σύντομα (πιθανότατα πριν το τέλος το έτους) αναμένεται να λάβει το πράσινο φως και από τις αρμόδιες αρχές της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Οι δύο επιστήμονες και σύζυγοι επελέγησαν από την εφημερίδα επειδή το πρόγραμμά τους «οδήγησε στην ταχύτερη ανάπτυξη εμβολίου από το 1796, όταν ο Έντουαρντ Τζένερ εμβολίασε τον γιο του κηπουρού του για την ευλογιά», όπως είπε ο Πολ Χάντερ, καθηγητής φαρμακολογίας στο πανεπιστήμιο της Ανατολικής Αγγλίας. Υπενθυμίζεται ότι το προηγούμενο ρεκόρ ταχύτερης ανάπτυξης ενός εμβολίου στην σύγχρονη ιστορία χρονολογείται από τη δεκαετία του ’60, αφορά την παρωτίτιδα και οι έρευνες ευοδώθηκαν σε τέσσερα χρόνια. «Εάν προέβλεπε κανείς τον Ιανουάριο, όταν πρωτοεμφανίστηκε ο Covid-19, ότι θα είχαμε την έγκριση ενός αποτελεσματικού εμβολίου λιγότερο από ένα χρόνο αργότερα, θα γελούσαν όλοι μαζί του», σχολίασε από την πλευρά του ο Μάικλ Χεντ, ερευνητής σε θέματα παγκόσμιας υγείας στο πανεπιστήμιο του Σαουθάμπτον. Σύμβολα ενός διπλού success story. «Αποτελούν τα σύμβολα ενός success story για την επιστήμη και τις επιχειρήσεις», γράφουν χαρακτηριστικά οι FT, αιτιολογώντας την επιλογή τους αναφορικά με τους δύο επιστήμονες. Αμφότεροι, πάντως, εκμυστηρεύτηκαν στην εφημερίδα ότι ήταν ιδιαιτέρως νευρικοί προτού ξεκινήσει η διαδικασία του μαζικού εμβολιασμού, παρά τα πολύ θετικά αποτελέσματα των δοκιμών που έγιναν σε 22.000 εθελοντές από έξι χώρες. «Είναι κάτι διαφορετικό όταν οι άνθρωποι αρχίζουν να εμβολιάζονται για πρώτη φορά εκτός δοκιμών, στις συνθήκες του πραγματικού κόσμου», δήλωσε χαρακτηριστικά ο δρ. Σαχίν.
Αξίζει να σημειωθεί ότι η μέθοδος που ακολούθησαν οι δύο ερευνητές βασίζεται στον λεγόμενο «αγγελιοφόρο RNA» (m-RNA), που ανακαλύφθηκε το 1961 και μεταφέρει γενετικές πληροφορίες τις οποίες αντιγράφει από το DNA, προκειμένου να φτιάξει τις πρωτεΐνες οι οποίες, με τη σειρά τους, «οικοδομούν» και ελέγχουν τα όργανα και τους ιστούς του σώματος.
Στον ίδιο καμβά βασίστηκε και μεγάλο μέρος της μέχρι σήμερα δουλειάς τους, που σε μεγάλο βαθμό είχε επικεντρωθεί στις θεραπείες των διάφορων μορφών του καρκίνου.