στον θάνατο ενός κοριτσιού, αποφαινόμενη πως η ατμοσφαιρική ρύπανση «συνέβαλε» στον θάνατο ενός εννιάχρονου κοριτσιού στο Λονδίνο. «Το συμπέρασμά μου είναι πως η ατμοσφαιρική ρύπανση συνέβαλε στον θάνατο της Έλα» Αντού-Κίσι-Ντέμπρα το 2013», δήλωσε ο αναπληρωτής ιατροδικαστής της συνοικίας Σάουθγουορκ του Λονδίνου Φίλιπ Μπάρλοου, έπειτα από ακροαματικές συνεδριάσεις δύο εβδομάδων που ολοκληρώθηκαν την Παρασκευή.
Η Έλα Αντού-Κίσι-Ντέμπρα απεβίωσε στις 15 Φεβρουαρίου 2015 από σοβαρή κρίση άσθματος έπειτα από σχεδόν τρία χρόνια επανειλημμένων κρίσεων και περίπου τριάντα νοσηλειών της γι’ αυτή την ασθένεια. Ζούσε στο Λούισχαμ, σε απόσταση μικρότερη των 30 μέτρων από την πολυσύχναστη οδική αρτηρία του νότιου Λονδίνου South circular.
Το 2014, η δικαιοσύνη είχε αποφανθεί πως το κορίτσι πέθανε από οξεία αναπνευστική ανεπάρκεια οφειλόμενη σε σοβαρό άσθμα, και όχι εξαιτίας της ρύπανσης. Όμως τα συμπεράσματα αυτά ακυρώθηκαν το 2019 και διατάχθηκε η διεξαγωγή μιας νέας σειράς ακροαματικών συνεδριάσεων εξαιτίας νέων επιστημονικών στοιχείων και ιδιαίτερα της έκθεσης ενός βρετανού ειδικού για την ατμοσφαιρική ρύπανση, του Στίβεν Χόλγκεϊτ, το 2018.
Ο τελευταίος είχε επισημάνει μια «εντυπωσιακή σχέση» ανάμεσα στις επείγουσες νοσηλείες της Έλα και τις καταγεγραμμένες κορυφώσεις των συγκεντρώσεων του διοξειδίου του αζώτου (NO2) και των αιωρούμενων μικροσωματίων, των πιο νοσογόνων ρυπαντών, κοντά στην κατοικία της.
Στην απόφασή του, ο Φίλιπ Μπάρλοου αναφέρει ως αιτίες θανάτου κατά πρώτον μια οξεία αναπνευστική ανεπάρκεια, κατά δεύτερον το άσθμα, από το οποίο έπασχε το κορίτσι, και κατά τρίτον την έκθεση στη ρύπανση, το επίπεδο της οποίας υπερέβαινε τις συστάσεις του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας.
«Η ατμοσφαιρική ρύπανση είναι ένας σημαντικός παράγοντας που συμβάλλει τόσο στην εκδήλωση όσο και στην επιδείνωση του άσθματος», εξήγησε. « Δεν είχαν ενημερώσει την μητέρα της Έλα για τους υγειονομικούς κινδύνους. (...) Αν την είχαν ενημερώσει, θα είχε πάρει μέτρα που θα μπορούσαν να αποτρέψουν τον θάνατο της Έλα».