με 34 αμερικανικές πολιτείες, που την κατηγορούν ότι επιβράδυνε εσκεμμένα -και εν αγνοία των πελατών - την απόδοση παλαιότερων μοντέλων iPhone για να παρατείνει τη διάρκεια ζωής της μπαταρίας τους. Η Apple – που βρίσκεται μαζί με άλλους ψηφιακούς γίγαντες στο στόχαστρο νέου αυστηρού πλαισίου της Κομισιόν - θα πληρώσει το εν λόγω ποσό επειδή, όπως υποστηρίζουν οι αρμόδιες εποπτικές Αρχές στην Αριζόνα, την Καλιφόρνια και δεκάδες άλλες πολιτείες, αντί να αποκαλύψει στους καταναλωτές το πρόβλημα με τις μπαταρίες που προκαλούσαν απρόσμενη διακοπή λειτουργίας των iPhone, προώθησε τον Δεκέμβριο του 2016 μια αναβάθμιση λογισμικού που επηρέασε αρνητικά τις επιδόσεις παλαιότερων μοντέλων των κινητών αυτών. Τα νέα της αμφιλεγόμενης αυτής πρακτικής αναστάτωσαν πελάτες του αμερικανικού κολοσσού με ορισμένους να κάνουν λόγο για “batterygate” και προσπάθεια της Apple να ενθαρρύνει τους χρήστες να αγοράσουν νέα iPhone. «Οι μεγάλες εταιρείες τεχνολογίας πρέπει να σταματήσουν να χειραγωγούν τους καταναλωτές και να τους λένε όλη την αλήθεια για τις πρακτικές και τα προϊόντα τους», δήλωσε ο Γενικός Εισαγγελέας της Αριζόνα Μαρκ Μπρνόβιτς. Όταν αποκαλύφθηκε το θέμα το 2017 η Apple ζήτησε συγγνώμη από τους καταναλωτές και μείωσε για κάποια διάστημα τις τιμές για την αντικατάσταση των μπαταριών, ενώ πρόσθεσε στις συσκευές μια εφαρμογή που επιτρέπει στους χρήστες των iPhone να παρακολουθούν την κατάσταση των μπαταριών τους.
Όμως παρά τη συγνώμη πολλοί πελάτες κινήθηκαν δικαστικά εναντίον της και τον περασμένο Μάρτιο η Apple συμφώνησε να τους καταβάλει μισό δισ. δολάρια. Πέρα από το διακανονισμό με τις Πολιτείες η Apple δέχθηκε να παρέχει περισσότερες πληροφορίες για την υγεία, την απόδοση και τη σωστή χρήση των μπαταριών στον ιστότοπό της ή στα εγχειρίδια λειτουργίας των συσκευών.