Την κεντρική ομιλία του συλλαλητηρίου έκανε ο πρόεδρος της Ένωσης Γιατρών Νοσοκομείου και Κέντρων Υγείας (ΕΙΝΚΥΝΚ) κ. Έκτορας Γάζος, ο οποίος εξαπέλυσε δριμύτατη επίθεση στην κυβέρνηση για τις πολύ μεγάλες ελλείψεις – όπως είπε - σε ιατρικό, νοσηλευτικό και βοηθητικό προσωπικό. Όπως είπε, «υπάρχει πλήρης αδιαφορία για τις εκκλήσεις των υγειονομικών με αποτέλεσμα το Νοσοκομείο και τα Κέντρα Υγείας να βρίσκονται υπό κατάρρευση, ενώ κινδυνεύει να αποτύχει ακόμη και το εμβολιαστικό πρόγραμμα».
«Στο Νοσοκομείο Καρδίτσας άρχισε η λειτουργεία της ΜΕΘ COVID μόνο μετά από τις τεράστιες πιέσεις μας και ενώ για δεκαπέντε ημέρες υπήρχαν διασωληνωμένοι ασθενείς εκτός ΜΕΘ. Κάποιοι από αυτούς, μάλιστα, έχασαν τη ζωή τους πριν προλάβει να βρεθεί κλίνη ΜΕΘ, γιατί όλες οι κλίνες ΜΕΘ ήταν κατειλημμένες πανελλαδικά. Μόλις η ΜΕΘ COVID άνοιξε, έφτασε στην πληρότητά της μέσα στο πρώτο 24ωρο. Το ίδιο συμβαίνει και σε όλα τα νοσοκομεία της Ελλάδας. Οι περίπου 40 κλίνες ΜΕΘ σε όλη τη Θεσσαλία είναι πλήρεις εδώ και σχεδόν 1 μήνα. Το Νοσοκομείο με δύο κλινικές COVID 60 κλινών έχει φτάσει ήδη έως και τους 70 νοσηλευόμενους. Οι γιατροί είναι εξαντλημένοι, γιατί εδώ και ενάμιση χρόνο βρίσκονται στην πρώτη γραμμή, ενώ το ελλιπές προσωπικό μετά βίας βγάζει τις απαραίτητες βάρδιες, κατάσταση που χειροτερεύει από τις επαναλαμβανόμενες νοσήσεις, αφού δουλεύουν συνεχόμενα 6ωρα με την ίδια στολή, χωρίς διάλειμμα. Είναι ξανά ορατός ο κίνδυνος ενός νέου Lockdown στο σύστημα παροχής οξυγόνου, όπως συνέβη πέρυσι, με αποτέλεσμα διακομιδές ασθενών άρον άρον σε άλλα Νοσοκομεία της Θεσσαλίας. Αντίστοιχα, η μεταφορά της «γενικής» ΜΕΘ, με μείωση από 7 σε 4 κλίνες, έγινε στη μονάδα στεφανιαίων με δύο εντατικολόγους και γιατρούς άλλων ειδικοτήτων. Δηλαδή, φτιάχτηκε μετά από δύο χρόνια υποτιθέμενης προετοιμασίας του δημόσιου συστήματος υγείας, μία ΜΕΘ χωρίς τον απαραίτητο αριθμό γιατρών και χωρίς τις κατάλληλες ειδικότητες αυτών. Ως αποτέλεσμα, οι 4 κλίνες της μονάδας στεφανιαίων παθήσεων μεταφέρθηκαν στην καρδιολογική κλινική χωρίς το έμπειρο και επαρκές αριθμητικά νοσηλευτικό προσωπικό γιατί αυτό απασχολείται πλέον στη «γενική» ΜΕΘ. Από χθες, μάλιστα, είχαμε και το πρώτο περιστατικό ασθενή που διασωληνώθηκε για άλλον λόγο, εκτός του COVID, αλλά δυστυχώς δεν έβρισκε κρεβάτι σε ΜΕΘ, με αποτέλεσμα να νοσηλευθεί απλή κλίνη της καρδιολογικής κλινικής. Αυτό είναι, λοιπόν, το αποτέλεσμα της μετατροπής του συστήματος υγείας πανελλαδικά σε μίας νόσου. Κινδυνεύουν ταυτόχρονα ασθενείς με άλλες παθήσεις γιατί ενώ οι ανάγκες έχουν συσσωρευτεί εξαιτίας αυτής της πολιτικής, οι δημόσιες δομές υγείας δεν έχουν ενισχυθεί με προσωπικό και εξοπλισμούς» υπογράμμισε ο κ. Γάζος.
Και συνέχισε: «Η παθολογική κλινική λειτουργεί με μόνο 8 παθολόγους έναντι 13 που προβλέπονται στον οργανισμό του νοσοκομείου. Επιπλέον, 2 παθολόγοι πρόκειται να αποχωρήσουν, λόγω της επικείμενης πρόσληψής τους σε θέσεις άλλων νοσοκομείων. Επομένως, 6 παθολόγοι καλούνται να καλύψουν μία κλινική με 58 κλίνες, ενώ στην εφημερία ένας παθολόγος έχει την ευθύνη για 70 με 100 περιστατικά στα ΤΕΠ και στα ΤΕΠ COVID παράλληλα. Σαν να μην έφταναν αυτά, η διοίκηση πριν έναν χρόνο, εν μέσω του δεύτερου φονικού κύματος της πανδημίας και ενώ 1 παθολόγος έχανε τη ζωή του και άλλοι 2 νοσηλεύονταν σε κρίσιμη κατάσταση, αποφάσισε και εισηγήθηκε στο υπουργείο τη μείωση 2 θέσεων παθολόγων. Είναι η συνέχιση της ίδιας πολιτικής με βάση την οποία πριν σχεδόν 10 χρόνια καταργήθηκε η 1 από τις 2 τότε παθολογικές κλινικές και περικόπηκαν σχεδόν 200 θέσεις εργασίας από τον οργανισμό του νοσοκομείου. Τα εργαστήρια του νοσοκομείου, το ακτινολογικό και το μικροβιολογικό-αιματολογικό, στενάζουν κάτω από τις ελλείψεις γιατρών που έχουν ξεπεράσει τα όρια εφημέρευσης και αντοχής τους. Ουσιαστικά λειτουργούν μόνο με υποχρεωτική υπερεφημέρευση, αφού τα «εντέλλεσθε» έχουν γίνει καθημερινότητα σε όλα τα Νοσοκομεία και τα Κέντρα Υγείας, και με μετακινήσεις από ΚΥ και άλλους νομούς, μέχρι και από τη Θήβα. Από την άλλη, όλες οι κλινικές του χειρουργικού τομέα, χειρουργική, ορθοπεδική, γυναικολογική, ουρολογική, ΩΡΛ και οφθαλμιατρική, είχαν στοιβαχθεί σε μόλις δύο τμήματα με 45 κλίνες και με νέα μείωση του αριθμού των επεμβάσεων, λόγω της εκ νέου μετατροπής σε νοσοκομείο μίας νόσου. Μάλιστα, μετά την πυρκαγιά που συνέβη στην ορθοπεδική κλινική με κύρια αιτία τις ασυντήρητες υποδομές και την απουσία σύγχρονου συστήματος πυρόσβεσης, όλες οι χειρουργικές κλινικές στεγάζονται σε ένα τμήμα με 15-20 κλίνες. Τα δε Κέντρα Υγείας παραπαίουν εξαιτίας της διαχρονικής πολιτικής όλων των κυβερνήσεων που έχουν εκχωρήσει πάνω από το 90% της ΠΦΥ στον ιδιωτικό τομέα».
(Του ανταποκριτή μας)