Στο δικόγραφο εκτίθεται ότι «η θέσπιση της υποχρέωσης εμβολιασμού, και μάλιστα με την απειλή κυρώσεων εις βάρος των εργαζομένων, έρχεται σε ευθεία αντίθεση προς τις συνταγματικές διατάξεις, που προστατεύουν το θεμελιώδες δικαίωμα της αξιοπρέπειας του ανθρώπου, της ελεύθερης ανάπτυξης της προσωπικότητας του ατόμου και το δικαίωμα στην εργασία».
Επιπροσθέτως, η ΠΟΕΔΗΝ θεωρεί ότι «παραβιάζονται διεθνείς συμβάσεις που αναγνωρίζουν και προστατεύουν το δικαίωμα του ατόμου να αναπτύσσει ελεύθερα την προσωπικότητά του και να αποφασίζει χωρίς άμεσες ή έμμεσες πιέσεις για κάθε θέμα που άπτεται της υγείας του».
«ΠΑΡΑΒΙΑΖΕΤΑΙ Η ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΑΝΑΛΟΓΙΚΟΤΗΤΑΣ, ΔΕΝ ΕΞΕΤΑΣΤΗΚΕ Η ΛΗΨΗ ΗΠΙΟΤΕΡΩΝ ΜΕΤΡΩΝ»
Στην αίτηση ακύρωσης εκτίθενται, περαιτέρω, ότι «πριν τη θέσπιση της υποχρεωτικότητας του εμβολιασμού στον χώρο της Υγείας και των Δομών Κοινωνικής Πρόνοιας δεν υπήρξε επιστημονική και επιδημιολογική τεκμηρίωση για την αναγκαιότητα λήψης ενός τέτοιου μέτρου, όπως εξάλλου θεωρεί επιβεβλημένο η Επιτροπή Βιοηθικής και ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας αλλά και η υφιστάμενη νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας».
Η ΠΟΕΔΗΝ αναφέρει επίσης ότι «παραβιάζεται η αρχή της αναλογικότητας καθώς δεν εξετάστηκε καν η λήψη ηπιότερων μέτρων, όπως η υποχρεωτική προσκόμιση διαγνωστικού τεστ, για όσους δεν επιθυμούν να εμβολιαστούν».
Η Ομοσπονδία υπενθυμίζει ότι «ουδέποτε υπήρξε αρνητική στο ζήτημα του εμβολιασμού καθώς από την πρώτη στιγμή προτρέψαμε τα μέλη μας να εμβολιαστούν, αποτέλεσμα δε της στάσης μας είναι και το γεγονός, ότι σήμερα στον χώρο των εργαζομένων στην δημόσια υγεία πάνω από το 82% έχουν εμβολιαστεί, σύμφωνα με επίσημα στοιχεία. Συνυπολογίζοντας το ποσοστό όσων διαθέτουν φυσική ανοσία το ποσοστό υπερβαίνει το 90%».