Σε όλες τις χώρες, στις οποίες η ελιά αποτελεί σημαντική καλλιέργεια, διοργανώνονται κάθε χρόνο εκδηλώσεις με σκοπό την υπενθύμιση του ρόλου και της αξίας της.
Στην περιοχή μας και συγκεκριμένα στον Δήμο Τεμπών διοργανώνεται κάθε χρόνο (με εξαίρεση τα χρόνια της πανδημίας Covid-19 2020-2021) Γιορτή Ελιάς, η οποία φέτος πραγματοποιήθηκε στους Γόννους στις 19 Νοεμβρίου 2023. Ας δούμε, όμως, γιατί δίνεται τόση έμφαση στην καλλιέργεια αυτή και ποιες είναι οι προοπτικές της κάτω από τα νέα κλιματικά δεδομένα στη χώρα μας και στη Θεσσαλία.
Η ελιά που έχει τις ρίζες της στη Μεσόγειο, θεωρείται σε παγκόσμιο επίπεδο το σύμβολο της ειρήνης και της φιλίας από την ελληνική αρχαιότητα μέχρι σήμερα. Στις πολλές χώρες που καλλιεργείται προσφέρει εργασία, ασφάλεια και προστασία των φυσικών πόρων. Έχει πολύ ευνοϊκά περιβαλλοντικά χαρακτηριστικά, απορροφώντας αρκετά μεγαλύτερες ποσότητες διοξειδίου του άνθρακα από όσες εκπέμπονται κατά την καλλιέργειά της. Σύμφωνα με ειδικές μελέτες, εκτιμάται ότι 1 στρ. ελιάς εάν καλλιεργηθεί σωστά, μπορεί να δεσμεύει ετησίως 450 kg διοξείδιο του άνθρακα (CO2), που είναι το βασικό αέριο του θερμοκηπίου. Λαμβάνοντας υπόψη τις εκτάσεις που καλύπτει, με κατάλληλη αναγωγή υπολογίζεται ότι σε παγκόσμιο επίπεδο η ελιά μπορεί να δεσμεύει ετησίως 52,2 εκατ. τόνους διοξειδίου του άνθρακα, σε ευρωπαϊκό επίπεδο 4,6 εκατ. τόνους CO2 και στο επίπεδο της Ελλάδας 360 χιλ. τόνους CO2, ποσότητες που είναι υπολογίσιμες, τόσο από περιβαλλοντική όσο και από οικονομική σκοπιά μέσω του Χρηματιστηρίου του άνθρακα.
Το ελαιόλαδο και οι βρώσιμες ελιές έχουν μεγάλη θρεπτική αξία, συνιστώντας το κύριο στοιχείο της ονομαζόμενης Μεσογειακής διατροφής, με αναγνωρισμένη συνεισφορά στην πρόληψη ορισμένων σοβαρών ασθενειών. Η σπουδαιότητα της καλλιέργειας και των προϊόντων της οδήγησε τον ΟΗΕ στη δημιουργία ενός διεθνούς οργανισμού, το Διεθνές Συμβούλιο Ελαιολάδου (ΙΟΟC), που στοχεύει να συμβάλει στη βιώσιμη και υπεύθυνη ανάπτυξη της καλλιέργειας της ελιάς αποτελώντας ένα διεθνές βήμα συζήτησης και δημιουργίας πολιτικών για την αντιμετώπιση των σημερινών και μελλοντικών προκλήσεων. Στον Οργανισμό αυτό συμμετέχουν 19 χώρες, συμπεριλαμβανομένης ολόκληρης της Ευρωπαϊκής Ένωσης, επομένως και της Ελλάδας.
Ενώ, όμως, η ευλογημένη αυτή καλλιέργεια συμβάλλει σημαντικά στην αντιμετώπιση και στον μετριασμό των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής (Κ.Α.), η ίδια επηρεάζεται σοβαρά από την Κ.Α. Τα κλιματικά χαρακτηριστικά που επιδεινώνονται λόγω της Κ.Α. και την επηρεάζουν αρνητικά είναι η μείωση των βροχοπτώσεων που οδηγεί σε ξηρασία, οι πλημμύρες, η αύξηση της θερμοκρασίας και η επερχόμενη ερημοποίηση. Η μειωμένη βροχόπτωση οδηγεί σε μείωση του αριθμού των γόνιμων ανθέων τον Μάιο και τελικά σε μείωση της απόδοσης. Επίσης, την περίοδο από τον Απρίλιο έως τον Ιούνιο, που είναι το στάδιο της ανθοφορίας, προκαλεί ανθόπτωση, μείωση της καρπόδεσης και καρπόπτωση, ενώ στην περίοδο από τον Ιούλιο έως τον Σεπτέμβριο, κατά την οποία γίνεται η ανάπτυξη των καρπών, προκαλείται μείωση της βλάστησης, στην οποία θα αναπτυχθεί η καρποφορία της επόμενης χρονιάς. Όλα αυτά οδηγούν τελικά σε συρρίκνωση των καρπών, πρώιμη ωρίμαση, μείωση της περιεκτικότητας σε λάδι και υποβάθμιση της ποιότητάς του.
Η αύξηση της θερμοκρασίας από την άλλη πλευρά επηρεάζει σοβαρά την απόδοση της καλλιέργειας λόγω της μείωσης των μονάδων ψύχους που χρειάζεται η ελιά για να εξέλθει από τον λήθαργο του χειμώνα και να δημιουργήσει άνθη. Προκειμένου να δημιουργηθούν ανθοφόροι οφθαλμοί στην ελιά, χρειάζεται να προηγηθούν τουλάχιστο 600 ώρες με θερμοκρασία μικρότερη των 7.2οC, ενώ σε θερμοκρασίες μικρότερες των -5oC παγώνουν τα νέα δέντρα και μικρότερες των -10oC παγώνουν και τα μεγάλα δέντρα. Έτσι, όταν ο χειμώνας είναι ζεστός και ακολουθήσουν παγωνιές την άνοιξη, κάτι που συμβαίνει συχνά τα τελευταία χρόνια στην περιοχή μας, η ζημιά στην παραγωγή είναι πολύ μεγάλη. Παρόμοιες, όμως, αρνητικές επιπτώσεις έχουν και οι αυξημένες θερμοκρασίες την άνοιξη, που προκαλούν πρωίμιση της ανθοφορίας και αύξηση του κινδύνου ζημιών από παγετούς και πρωίμιση της ωρίμασης των καρπών.
Εάν δεν ληφθούν τα μέτρα μετριασμού της κλιματικής αλλαγής που έχουν αποφασιστεί από τον ΟΗΕ (σενάριο RCP8.5, σύμφωνα με το οποίο η αύξηση της θερμοκρασίας μέχρι το 2100 θα είναι της τάξης 3.5-5.0oC), εκτιμάται ότι μέχρι το 2060 οι ημέρες ψύχους θα μειωθούν έως και 23% και μέχρι το 2100 έως 71% (αναφορά 1). Σε ό,τι αφορά τη θερμοκρασία, οι εκτιμήσεις είναι ότι μέχρι το 2060, η πρωίμιση θα είναι κατά 12 ημέρες και έως το 2100 μέχρι 26 ημέρες. Όλα αυτά προδιαγράφουν δυσοίωνο το μέλλον για την ελιά και επιβάλλουν τη λήψη μέτρων για την προσαρμογή της καλλιέργειας στα νέα κλιματικά δεδομένα. Παρ’ όλα αυτά, η ελιά έχει αναπτύξει πολύ ισχυρούς μηχανισμούς αντοχής στην αύξηση της θερμοκρασίας και έχει σοβαρές πιθανότητες να περιοριστούν οι αρνητικές επιπτώσεις λόγω της Κ.Α. Σύμφωνα με σχετικές μελέτες (αναφορά 2) για την περιοχή της Κεντρικής Ελλάδας, εκτιμάται ότι μέχρι το 2050 η κατάσταση θα παραμείνει στα σημερινά επίπεδα, αλλά θα μειωθεί η απόδοση σημαντικά (περισσότερο και από 10%) στο επόμενο διάστημα μέχρι το 2100.
Ποιους αφορούν, όμως, όλα τα παραπάνω; Ασφαλώς όχι μόνο τους παραγωγούς, αφού το ελαιόλαδο είναι βασικό συστατικό της διατροφής μας και το μόνο προϊόν στο οποίο η χώρα μας είναι αυτάρκης και κάνει εξαγωγές. Αυτήν την περίοδο βρίσκεται στο επίκεντρο του δημόσιου διαλόγου η πολύ μεγάλη αύξηση της τιμής αυτού του λαδιού. Εκτός από τη λαιμαργία για αύξηση του κέρδους των μεσολαβούντων από τον παραγωγό μέχρι τον καταναλωτή, ένας από τους βασικούς παράγοντες που οδήγησαν στην εξέλιξη αυτή είναι η Κ.Α. που προκάλεσε δραματικής μείωση της παραγωγής στις κύριες ελαιοπαραγωγικές χώρες (Ισπανία, Πορτογαλία) τα δύο τελευταία χρόνια, λόγω της παρατεταμένης ξηρασίας και της μείωσης των αποθεμάτων λαδιού. Η χώρα μας ήταν τυχερή τη διετία 2021-2022, διότι δεν δοκιμάστηκε από ξηρασία, έχοντας την προηγούμενη χρονιά πολύ αυξημένη παραγωγή, κάτι, όμως, που δεν φαίνεται ότι ισχύει τη φετινή χρονιά που η μείωση των αποδόσεων είναι δραματική, γεγονός που οφείλεται σε σημαντικό βαθμό και στην Κ.Α. (θερμός χειμώνας). Η Κ.Α., λοιπόν, δεν βλάπτει μόνο τον παραγωγό, αλλά ολόκληρη την κοινωνία και την οικονομία.
Τα παραπάνω είναι οι διαπιστώσεις μόνο του προβλήματος. Το κύριο, όμως, είναι πώς θα αντιμετωπιστεί το πρόβλημα. Η απάντηση είναι πολύ απλή, αλλά πολύ δύσκολη στην υλοποίησή της, δεδομένου ότι οι επιπτώσεις της Κ.Α. άρχισαν να απασχολούν την Πολιτεία πολύ αργά και από ό,τι φαίνεται κυρίως μόνο επικοινωνιακά. Η εφαρμογή του Εθνικής Στρατηγικής για την Προσαρμογή στην Κ.Α. (ΕΣΠΚΑ) που αποφασίστηκε ήδη από το 2016 προχωρά με ρυθμό πολύ μικρότερο της χελώνας. Τα περιφερειακά σχέδια της στρατηγικής αυτής (ΠΕΣΠΚΑ, αφορά και τη δική μας Περιφέρεια) είναι κάπου χαμένα σε γραφειοκρατικές διαδικασίες, χωρίς να φαίνεται στον ορίζοντα η εφαρμογή τους. Μοιάζει σαν οι αρμόδιες υπηρεσίες να τα αντιμετωπίζουν ως μία ανιαρή διοικητική διαδικασία που εξελίσσεται μόνο λόγω της υποχρεωτικότητας λόγω δεσμεύσεων απέναντι στην Ε.Ε. και όχι ως πραγματική ανάγκη. Σκέφτεται, λοιπόν, κανένας πόσο δύσκολη είναι η δημιουργία αποθέματος λαδιού από κάποιον φορέα με τη φροντίδα της Πολιτείας, ώστε να μπορεί να γίνεται μια εξισορρόπηση των τιμών σε περιόδους έλλειψης του προϊόντος, όπως τώρα, παράλληλα, βέβαια, με τον αυστηρό επιβαλλόμενο έλεγχο των τιμών από πλευράς των αρμόδιων οργάνων της Πολιτείας;
Τελειώνοντας και για να καταλάβουμε καλύτερα την αξία της ελιάς, ας θυμηθούμε και την άποψη του νομπελίστα ποιητής μας Οδυσσέα Ελύτη: «Εάν αποσυνθέσεις την Ελλάδα, σου απομένουν μια ελιά, ένα αμπέλι κι ένα καράβι, που σημαίνει: Με άλλα τόσα την ξαναφτιάχνεις».Αναφορές: 1. Glillakis et al. 2022. Climatic Change https://doi.org/10.1007/s10584-022-03462-4. 2. Tsadilas, C. 2023. Impact of Climate Change on the Primary Agricultural Sector of Greece: Adaptation Policies and Measures Earth 2023, 4, 758–775. https://doi.org/10.3390/earth4040041