Του Γιώργου Μακρή
Στο εξαιρετικά υψηλό ποσοστό που πλησιάζει το 40% υπολογίζει την διακίνηση αγροτικών προϊόντων χωρίς παραστατικά ο γενικός γραμματέας Εμπορίου κ. Αντώνης Παπαδεράκης.
«Αποτέλεσμα είναι να υπάρχει τεράστια διαφυγή φορολογητέας ύλης, αλλά το κυριότερο που αφορά και τους καταναλωτές να μη διασφαλίζεται η διακίνηση προϊόντων και η τροφοδοσία της αγοράς με ασφαλή προϊόντα κι αυτό είναι ένα επιπλέον ζήτημα», επισήμανε ο κ. Αντ. Παπαδεράκης σε συνέντευξη Τύπου της πολιτικής ηγεσίας του υπουργείου Οικονομίας την περασμένη εβδομάδα.
Ο κ. Αντ. Παπαδεράκης κατέστησε σαφές ότι «το πρόβλημα της παράνομης διακίνησης προϊόντων είτε εντός της χώρας είτε εξαγωγικά, είναι ένα γενικότερο πρόβλημα το οποίο δεν έχει να κάνει αποκλειστικά με τα capital controls. Έχει να κάνει με το γενικότερο τρόπο οργάνωσης του εμπορίου και το μηχανισμό διακίνησης των αγροτικών προϊόντων ιδιαίτερα των νωπών αγροτικών προϊόντων και γενικότερα των διατροφικών προϊόντων».
ΕΛΕΓΧΟΙ ΚΑΙ
ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ
«Ξέρουμε ότι αυτή τη στιγμή υπάρχει μια τέτοιου είδους παράνομη διακίνηση. Εμείς έχουμε ενεργοποιήσει στο μέγιστο την περίοδο ειδικά αυτή τους ελεγκτικούς εποπτικούς μηχανισμούς όχι μόνο της Γενικής Γραμματείας αλλά και των Υπηρεσιών Εμπορίου στις Περιφέρειες», επισήμανε ο κ. Αντ. Παπαδεράκης και εξήγησε:
«Είχαμε μια πολύ καλή συνεργασία και έχουμε ακόμη με τις Περιφέρειες στο διάστημα αυτό σε ό,τι αφορά την εποπτεία της αγοράς και ξέρουμε πολύ καλά ότι αυτό απαιτεί συνέργεια και με τα συναρμόδια υπουργεία και ιδιαίτερα με το υπουργείο Οικονομικών.
Η αποτροπή, η αντιμετώπιση αυτού του προβλήματος δυστυχώς δεν είναι μόνο εποπτείας των ελεγκτικών μηχανισμών, απαιτεί κάποια ριζικότερα μέτρα, τα οποία έχουμε σκεφτεί για να αντιμετωπίσουμε το πρόβλημα. Στο πλαίσιο αυτά είμαστε σε διαβούλευση με τους ίδιους τους εμπόρους και παραγωγούς για το πώς θα αντιμετωπίσουμε αυτό το πρόβλημα, έχουμε κάποιες ιδέες τις οποίες έχουμε σκοπό και άμεσα να τις εξετάσουμε με τον αναπληρωτή υπουργό Οικονομικών κ. Αλεξιάδη.
Νομίζω λοιπόν ότι αυτό χρειάζεται συντονισμένη προσπάθεια παρότι έχουμε εντείνει τις προσπάθειες από άποψη μηχανισμών, αλλά θέλει και συγκεκριμένο σχέδιο συντονισμού με τις άλλες υπηρεσίες, είμαστε σε αυτή την κατεύθυνση όμως να αντιμετωπίσουμε αυτά τα θέματα».
ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΟ
ΤΙΜΟΛΟΓΙΟ
Το πρόβλημα που δημιουργείται στη διακίνηση αγροτικών προϊόντων λόγω των capital controls καθώς και της αύξησης των συντελεστών φορολόγησης των αγροτών έχει επισημάνει κατ’ επανάληψη ο πρόεδρος του συνεταιρισμού των Λαρισαίων αγροτών κ. Χρήστος Σιδερόπουλος.
Όπως δηλώνει στην «ΕτΔ», «ένας αριθμός αγροτών επιλέγει ή αναγκάζεται να πουλήσει το προϊόν του χωρίς παραστατικά επειδή χρειάζεται «ζεστό» χρήμα. Κι αυτό επειδή, για παράδειγμα, προκειμένου να αγοράσει ένας αγρότης 20 τσουβάλια λίπασμα χρειάζεται 800 ευρώ τα οποία ο έμπορος τα ζητά μετρητά. Για να πάρει τα χρήματα ο αγρότης από την τράπεζα χρειάζεται δύο εβδομάδες λόγω των capital controls, ενώ παράλληλα πρέπει να καλύψει κι άλλες υποχρεώσεις του. Προσθέστε και τη φορολογική επιβάρυνση συν την έλλειψη ρευστότητας από τις τράπεζες και να ποιοι λόγοι ωθούν τους αγρότες να παίρνουν τα χρήματα στο χέρι», επισημαίνει και προτείνει ως μόνη λύση το ηλεκτρονικό τιμολόγιο.
ΤΙΜΟΛΟΓΙΑ
ΠΩΛΗΣΗΣ
Το θέμα της αντιμετώπισης του φαινομένου της φοροδιαφυγής – φοροαποφυγής στον αγροτικό χώρο έχει τεθεί και στις διαβουλεύσεις της απερχόμενης κυβέρνησης με τους θεσμούς. Ο απελθών αναπληρωτής υπουργός Παραγωγικής Ανασυγκρότησης κ. Βαγγέλης Αποστόλου είχε επισημάνει προ εβδομάδων ότι το βασικό σημείο – επιχείρημα στις θέσεις της κυβέρνησης ήταν να αντικατασταθούν τα τιμολόγια αγοράς αγροτικών προϊόντων από τιμολόγια πώλησης. Δηλαδή, να «κόβει» ο παραγωγός τιμολόγιο όταν πωλεί την παραγωγή του στον έμπορο κι όχι το αντίθετο όπως γίνεται σήμερα.
Κατά τον κ. Ε. Αποστόλου, σήμερα ένα μεγάλο μέρος της αγροτικής παραγωγής δεν φορολογείται: ενώ η αξία της αγροτικής παραγωγής υπολογίζεται στα 10,5 δισ. ευρώ ετησίως, δηλώνονται στην εφορία μόνο τα 3,5-3,8 δισ. ευρώ. Εφ’ όσον αυτό αλλάξει με το σύστημα που είχε προτείνει η απελθούσα κυβέρνηση, υπολογίζεται ότι τα φορολογικά έσοδα του Δημοσίου θα αυξηθούν κατά 400 εκατ. ευρώ σε ετήσια βάση.
Το θέμα θα κληθεί να το διαχειριστεί πλέον η κυβέρνηση που θα προκύψει από τις εκλογές.