Του Γιώργου Μακρή
Διατήρηση του φορολογικού συντελεστή για τους κατά κύριο επάγγελμα αγρότες στο 13%, μείωσή του στο 9-10% για τους νέους αγρότες και φορολόγηση των επιδοτήσεων με διαφορετικό συντελεστή για τους «μικρούς» και τους «μεγάλους» αγρότες είναι οι βασικές θέσεις της κυβέρνησης στη διαπραγμάτευση με τους θεσμούς.
Χαρακτηρίζοντας τον αγρότη «πρωταγωνιστή της προσπάθειας για την αναγέννηση της ελληνικής υπαίθρου» και τον αγροτικό τομέα «βασικό μοχλό της παραγωγικής ανασυγκρότησης της ελληνικής οικονομίας», ο πρωθυπουργός κ. Αλέξης Τσίπρας παρουσίασε χθες από το υπουργείο Παραγωγικής Ανασυγκρότησης το «πακέτο» μέτρων που προωθεί η κυβέρνηση τόσο στο φορολογικό όσο και σε όλα τα μείζονα ζητήματα της αγροτικής οικονομίας, ανακοινώνοντας ταυτόχρονα και το προϋπολογισμού 6 δισ. ευρώ πρόγραμμα αγροτικής ανάπτυξης έως το 2020.
«Δεν μπορεί να παραγνωρίζουμε ότι αυτή η συμφωνία έχει «αγκάθια», πολιτικές που δεν αποτελούν επιλογή μας», παραδέχθηκε ο πρωθυπουργός, ξεκαθάρισε όμως ότι «θα προσπαθήσουμε να αμβλύνουμε τις οξείες γωνίες αυτής της συμφωνίας σε μία διαρκή διαπραγμάτευση».
Στο πλαίσιο αυτό ο κ. Αλέξης Τσίπρας ανέφερε ότι η κυβέρνηση προωθεί «τη διάκριση των αγροτών σε αυτούς που είναι κατά κύριο επάγγελμα αγρότες και ασκούν αγροτική δραστηριότητα και σε αυτούς που έχουν γεωργικό εισόδημα αλλά η κύρια απασχόλησή τους είναι διαφορετική. Πιστεύω ότι είναι δίκαιη αυτή η διάκριση», είπε κι εξήγησε: «Διότι είναι διαφορετικό κάποιος να έχει τα κύρια εισοδήματά του από άλλο επάγγελμα και παρεμπιπτόντως να ασχολείται με τη γεωργία – και καλό είναι αυτό, χρήσιμο – και διαφορετικό οι πολίτες, οι αγρότες, ένα ευαίσθητο κομμάτι του ενεργού πληθυσμού που είναι κατά κύριο επάγγελμα και έχουν αποκλειστική απασχόληση και ζουν από τη γη τους».
Ο πρωθυπουργός αποκάλυψε ότι η κυβέρνηση διεκδικεί στις διαπραγματεύσεις με τους θεσμούς:
-Για τους κατά κύριο επάγγελμα αγρότες (δηλαδή τα φυσικά πρόσωπα, τα απασχολούμενα κατά κύρια απασχόληση με κάθε είδους αγροτική εργασία, η οποία τους αποφέρει τουλάχιστον το 50% του συνολικού καθαρού εισοδήματός τους από κάθε πηγή), να φορολογείται το εισόδημά τους με 13% και όχι 26%, ενώ η προκαταβολή φόρου για την επόμενη χρονιά να ανέρχεται στο 50% και όχι στο 100%, όπως θα ισχύσει για τους υπόλοιπους.
-Ιδιαίτερα για τους νέους αγρότες να ισχύσει η μείωση για 30% του φορολογικού συντελεστή (9-10%) και της προκαταβολής (35%) για τα επόμενα 3-5 χρόνια.
-Επιπρόσθετα, να φορολογείται το καθαρό εισόδημα του αγρότη και άρα να υπολογίζονται στις δαπάνες παραγωγής τα κόστη εργασίας, η οικογενειακή εργασία, οι αποσβέσεις και γενικά όλα τα έξοδα και οι επιβαρύνσεις (όπως είναι και το εργόσημο των εργατών που απασχολούνται στα χωράφια).
Από την πλευρά του ο αναπληρωτής υπουργός Παραγωγικής Ανασυγκρότησης κ. Βαγγέλης Αποστόλου, επιβεβαιώνοντας το ρεπορτάζ της «Ε» την περασμένη Δευτέρα, προϊδέασε για διαφορετική φορολογική αντιμετώπιση των επιδοτήσεων που λαμβάνουν οι «μικροί» και οι «μεγάλοι» αγρότες – επιχειρήσεις.
Όπως χαρακτηριστικά είπε για τις ευρωπαϊκές επιδοτήσεις, «531.000 αγρότες παίρνουν 530.000 ευρώ, που σημαίνει περίπου 1.000 ευρώ ο καθένας. Και μιλάμε για 385 αγρότες, επιχειρήσεις, οι οποίες παίρνουν 600.000 ευρώ μέσο όρο η καθεμιά από τις ενισχύσεις. Άρα λοιπόν το ζήτημα της προσέγγισης των ενισχύσεων με μία οριζόντια φορολογική αντιμετώπιση είναι ένα θέμα που δεν περνάει ούτε μέσα από την απλή λογική».
ΤΟ ΣΧΕΔΙΟ
ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ
Σύμφωνα με όσα εξήγησε στους δημοσιογράφους μετά την ολοκλήρωση της επίσκεψης του πρωθυπουργού ο κ. Βαγγέλης Αποστόλου, το βασικό σημείο – επιχείρημα στις θέσεις της κυβέρνησης είναι να αντικατασταθούν τα τιμολόγια αγοράς αγροτικών προϊόντων από τιμολόγια πώλησης. Δηλαδή, να «κόβει» ο παραγωγός τιμολόγιο όταν πωλεί την παραγωγή του στον έμπορο κι όχι το αντίθετο όπως γίνεται σήμερα.
Κατά τον κ. Ε. Αποστόλου, σήμερα ένα μεγάλο μέρος της αγροτικής παραγωγής δεν φορολογείται: ενώ η αξία της αγροτικής παραγωγής υπολογίζεται στα 10,5 δισ. ευρώ ετησίως, δηλώνονται στην εφορία μόνο τα 3,5-3,8 δισ. ευρώ. Εφ’ όσον αυτό αλλάξει με το σύστημα που προωθεί η κυβέρνηση, υπολογίζεται ότι τα φορολογικά έσοδα του Δημοσίου θα αυξηθούν κατά 400 εκατ. ευρώ σε ετήσια βάση.
Ο αναπληρωτής υπουργός Παραγωγικής Ανασυγκρότησης είπε ότι ακόμη δεν έχει αποσαφηνισθεί στις συζητήσεις της κυβέρνησης με τους θεσμούς ποιο θα είναι το ύψος των προσδοκώμενων (πρόσθετων) εσόδων από τον αγροτικό τομέα (σ.σ. αυτό θα γίνει αφού οριστικοποιηθούν τα βασικά μακροοικονομικά μεγέθη για την πορεία της οικονομίας και τον προϋπολογισμό τα επόμενα χρόνια).
Η κυβέρνηση έχει, πάντως, επεξεργασθεί διάφορα σενάρια και ο ίδιος ο κ. Ε. Αποστόλου είναι διαθέσιμος «όπου θέλουν και όποια ώρα θέλουν» να συναντηθεί και να συζητήσει με τους εκπροσώπους των θεσμών. Άγνωστος παραμένει και ο χρόνος που θα «κλείσει» το αγροτικό «κεφάλαιο» της διαπραγμάτευσης ώστε να εισαχθεί προς ψήφιση στη Βουλή.
ΤΟ ΝΕΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ
Εκτός από τα φορολογικά μέτρα, ο πρωθυπουργός κ. Αλέξης Τσίπρας παρουσίασε χθες και τις παρεμβάσεις που προωθεί η κυβέρνηση στον αγροτικό τομέα με άμεσο αλλά και μεσομακροπρόθεσμο ορίζοντα:
-«Θέσπιση νέων συλλογικών φορέων επαγγελματικής και συνεργατικής οργάνωσης, συνεταιρισμούς, τα λεγόμενα ΚΟΙΝ.Σ.ΕΠ., τις κοιτίδες επαγγελματικής δραστηριότητας. Ήδη έχουμε ετοιμάσει σχετικό σχέδιο νόμου, το οποίο σκοπεύουμε να τεθεί σε διαβούλευση εντός των επόμενων ημερών. Πρέπει να συνειδητοποιήσουμε ότι σε αυτές τις δύσκολες συνθήκες, αν δεν αλλάξουμε όλοι νοοτροπία, και αν δεν στραφούμε σε συνεργατικά σχήματα, σε σχήματα συνεργασίας και αλληλεγγύης, αν δεν βοηθήσουμε τον διπλανό μας, πολύ πιθανό να είμαστε μόνοι απέναντι στην κρίση. Στόχος μας μια παραγωγή που θα εστιάζει στην ποιότητα του παραγόμενου προϊόντος και όχι στη μείωση του κόστους, καθώς το ανταγωνιστικό μας πλεονέκτημα δεν είναι η δυνατότητα μαζικής παραγωγής, αλλά η αξιοποίηση των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών της υψηλής ποιότητας των ελληνικών προϊόντων.
- Άμεση απόδοση των ενισχύσεων ύψους περίπου 2,4 δισεκατομμυρίων ευρώ τον χρόνο με τη συμβολή των δημόσιων λειτουργών, την αναδιοργάνωση και την απογραφειοκρατικοποίηση των οργανισμών. Ιδιαίτερα για τον ευαίσθητο χώρο της κτηνοτροφίας σκοπεύουμε άμεσα να ψηφιστεί ο νόμος που έχουμε εκπονήσει για τις βοσκήσιμες γαίες. Είναι έτοιμος και θα δοθεί και αυτός σε διαβούλευση στο επόμενο διάστημα.
-Αποδιάρθρωση των ολιγοπωλιακών κατεστημένων στην αγορά με ρυθμίσεις σε νέα αντικειμενική βάση, ορθολογικοποίηση τιμών παραγωγού, έγκαιρες πληρωμές και έγκαιρους ελέγχους τιμών καταναλωτή. Είναι παρεμβάσεις που ήδη έχουμε ξεκινήσει και ετοιμάζουμε σε διαβούλευση και με τον ΟΟΣΑ. Βεβαίως οι θεσμοί επέλεξαν λάθος εργαλειοθήκη να μας ζητήσουν να εφαρμόσουμε. Αυτές είναι οι παρεμβάσεις που πρέπει να εφαρμοστούν ώστε να αρθούν παθογένειες και δυσλειτουργίες χρόνιες στην οικονομική και παραγωγική δομή της χώρας. Διότι όλοι γνωρίζουμε ότι την ελληνική αγορά λυμαίνονται τα καρτέλ και οι μεσάζοντες που εκτοξεύουν τις τιμές για τον καταναλωτή, κρατώντας ταυτόχρονα τους παραγωγούς σε διαρκή ομηρία.
Μια επιπλέον σημαντική παρέμβαση είναι η εντατικοποίηση των ελέγχων για τη φοροαποφυγή και φοροδιαφυγή παράνομων εισαγωγών, εξαγωγών, «ελληνοποιήσεων» και κυκλωμάτων στη διακίνηση αγροτικών προϊόντων. Ταχύτατα θα προχωρήσουμε γι' αυτό τον σκοπό στη συγκρότηση μεικτών διυπουργικών κλιμακίων ελέγχων της αγοράς. Επίσης, θα προχωρήσουμε στο σπάσιμο συμφερόντων που χρόνια μονοπωλούν έργα και εργασίες στον αγροτικό χώρο. Και στη λειτουργική αναδιάρθρωση του ίδιου του υπουργείου στο πλαίσιο της μεγάλης διοικητικής μεταρρύθμισης που θα εξορθολογήσει και θα εκσυγχρονίσει το σύνολο του πολύπαθου ελληνικού δημόσιου τομέα.
- Το νέο Πρόγραμμα Αγροτικής Ανάπτυξης της χώρας για την περίοδο 2014-2020 υπολογίζουμε να κινητοποιήσει συνολικά πόρους άνω των 6 δισεκατομμυρίων ευρώ. Το πρόγραμμα αυτό, αν αξιοποιηθεί σωστά, μπορεί να δημιουργήσει περισσότερες από 50.000 νέες θέσεις εργασίας και ταυτόχρονα να αποτελέσει το «όχημα» πρώτον για τη μετάβαση της ελληνικής αγροτικής οικονομίας σε ένα ισχυρό και βιώσιμο αγροτοδιατροφικό μοντέλο, που θα αποτελέσει έναν από τους καταλύτες για την παραγωγική ανασυγκρότηση της ελληνικής οικονομίας και δεύτερον να δημιουργήσει τις προϋποθέσεις για τη συνολικότερη ανάπτυξη των αγροτικών περιοχών της χώρας, ώστε να δημιουργηθούν οι κατάλληλες συνθήκες για την οικονομική, κοινωνική και περιβαλλοντική αναβάθμιση της ελληνικής υπαίθρου. Το 30% των πόρων του προγράμματος θα εκχωρηθεί στις περιφέρειες».
ΤΑ ΚΟΜΜΑΤΑ
ΤΗΣ ΑΝΤΙΠΟΛΙΤΕΥΣΗΣ
«Καλούμε τον κ. Τσίπρα, να ζητήσει μία ειλικρινή συγγνώμη από τον αγροτικό μας κόσμο. Αυτόν, που θυσιάζει καθημερινά στον βωμό της εξυπηρέτησης των κρατικοδίαιτων κομματικών του ακροατηρίων», επισήμανε σε δήλωσή της η τομεάρχης Αγροτικού της Νέας Δημοκρατίας κ. Φωτεινή Αραμπατζή και χαρακτήρισε «μέτρα - ταφόπλακα για τους αγρότες αυτά που διαπραγματεύεται η συγκυβέρνηση Τσίπρα - Καμμένου, υπό την πίεση της οικονομικής κατάρρευσης, στην οποία κατήντησαν τη χώρα».
Η Χρυσή Αυγή σε ανακοίνωσή της επισήμανε: «Η συμφωνία που διαφημίζει ο Τσίπρας είναι το τρίτο και χειρότερο μνημόνιο, που στοχοποιεί τον αγροτικό κόσμο, την ώρα που απαιτείται άμεση στροφή στον πρωτογενή τομέα και επανεκκίνηση της εθνικής παραγωγής με στόχο την ελληνική αυτάρκεια στα βασικά είδη διαβίωσης του λαού μας, κάτι που μόνο μία εθνική κυβέρνηση με πυρήνα τη Χρυσή Αυγή μπορεί να επιτύχει».
«Ο πρωθυπουργός φαίνεται πως αποφάσισε να ξεκινήσει την προεκλογική του εκστρατεία από τους αγρότες», σημείωσε σε ανακοίνωσή του το «Ποτάμι» και πρόσθεσε: «Γιατί προεκλογική ομιλία θύμισαν αυτά που εξήγγειλε σήμερα, τη στιγμή που δεν έχει εφαρμόσει το παραμικρό σε έξι μήνες στην κυβέρνηση, από το πρόγραμμα αγροτικής ανάπτυξης του ΣΥΡΙΖΑ που απαριθμούσε 5.383 λέξεις. Πρόκειται επίσης για επικοινωνιακή προσπάθεια προκειμένου να χρυσωθεί το χάπι από τα οδυνηρά αποτελέσματα της αποτυχημένης διαπραγμάτευσης και για τα μετρά που έρχονται. Ο κ.Τσίπρας δείχνει να αγνοεί ότι ο αγροτικός κόσμος έχει περιέλθει σε πλήρη αδυναμία έστω και οριακής συντήρησης των παραγωγικών του δραστηριοτήτων».
Από την πλευρά του ο τομέας Αγροτικού του ΠΑΣΟΚ τόνισε σε δική του ανακοίνωση: «Από τη σημερινή παρουσία του κ. Τσίπρα στο ΥΠΑΠΕΝ ένα είναι σίγουρο: οι μεν κατά κύριο επάγγελμα αγρότες θα πληρώσουν αυξημένους φόρους, οι δε μη κατά κύριο επάγγελμα αγρότες που στην πλειοψηφία τους είναι συνταξιούχοι του ΟΓΑ και μικρο- επαγγελματίες θα πληρώσουν πολύ αυξημένους φόρους, ενώ και οι μεν και οι δε, θα πληρώσουν τριπλάσιες εισφορές ΟΓΑ».