Γράφει ο Γιάννης Καραστέργιος
Η αφίδα (μελίγκρα ή ψείρα) του βαμβακιού και του πεπονιού Aphisgossypii, βρίσκεται σε όλες τις βαμβακοπαραγωγές περιοχές της Ελλάδας και φαίνεται ότι είναι το είδος που επικρατεί σε όλη την καλλιεργητική περίοδο. Οι εντονότερες προσβολές παρατηρούνται στην αρχή της βλαστικής περιόδου (τέλη Μαΐου) και αργότερα στα τέλη Ιουνίου. Όταν οι καιρικές συνθήκες είναι ευνοϊκές για την ανάπτυξη του εχθρού είναι δυνατόν να έχουμε έντονη αύξηση του πληθυσμού στους μήνες Ιούλιο και Αύγουστο. Θερμοκρασίες πάνω από 25°C περιορίζουν πολύ τους πληθυσμούς , ενώ κάτω από ευνοϊκές συνθήκες (22°C-25°C) ο βιολογικός κύκλος της αφίδας συμπληρώνεται σε 5-6 ημέρες. Η αναπαραγωγή τους είναι πραγματικά τεράστια, καθώς κάθε θηλυκό μπορεί να γεννήσει περισσότερες από 60 νύμφες και κατά την καλλιεργητική περίοδο έχει πολλές γενεές.
Το μυζητικό αυτό έντομο εγκαθίσταται στην κάτω επιφάνεια των φύλλων και εκκρίνει μελιτώματα (μέλι) σε μεγάλες ποσότητες. Χαρακτηριστικό σύμπτωμα προσβολής είναι η συστροφή των φύλλων προς τα κάτω και το γυάλισμα των φύλλων. Τα μελιτώματα καλύπτουν το φύλλωμα, επηρεάζουν την αναπνοή και παρέχουν το υπόστρωμα για την ανάπτυξη μυκήτων. Επικαθήσεις μελιτωμάτων στα ανοικτά καρύδια στο τέλος της καλλιεργητικής περιόδου (κολλώδης ίνα) μειώνουν την αποτελεσματικότητα της συλλογής και της εκκόκκισης. Έντονες προσβολές προκαλούν αναστολή της ανάπτυξης, παραμόρφωση και αποχρωματισμό των φύλλων, φυλλόπτωση και πτώση μικρών καρυδιών. Έντονες προσβολές σε ανεπτυγμένα φυτά (πάνω από 25 αφίδες/φύλλο) ζημιώνουν το τελικό προϊόν. Τέλος, η αφίδα του βαμβακιού μεταδίδει πολλούς ιούς.
Τα ενήλικα θηλυκά είναι άπτερα ή πτερωτά (χωρίς ή με πτερά) και μήκος σώματος 0.9-1.8 mm. Το χρώμα τους ποικίλλει από κίτρινο, κιτρινοπράσινο, πράσινο σκούρο, καφετί και καμιά φορά σχεδόν μαύρο. Η αφίδα ή μελίγκρα του βαμβακιού αναπαράγεται παρθενογενετικά (χωρίς γονιμοποίηση από αρσενικό) κατά τη διάρκεια της καλλιεργητικής περιόδου, ενώ η αναπαραγωγή μπορεί να συνεχιστεί στα θερμοκήπια κατά τη διάρκεια του χειμώνα. Τα νεαρά βαμβακόφυτα στην αρχή προσβάλλονται από πτερωτά θηλυκά που γεννούν άπτερες νύμφες. Οι νύμφες αυτές στη συνέχεια αναπτύσσονται σε άπτερα ενήλικα θηλυκά. Τα άπτερα ενήλικα θηλυκά γεννούν νύμφες που μοιάζουν με τα ακμαία θηλυκά αλλά αντί για πτερά και στη θέση αυτών υπάρχουν γόνατα. Ο πολλαπλασιασμός συνεχίζεται από τα άπτερα θηλυκά μέχρι να αυξηθούν πολύ οι πληθυσμοί των αποικιών (υπερπληθυσμός) ή ώσπου οι συνθήκες να γίνουν δυσμενείς (υψηλές θερμοκρασίες ή κακή ποιότητα τροφής). Τότε εμφανίζονται και πάλι τα πτερωτά θηλυκά που μετακινούνται και δημιουργούν νέες προσβολές, γεννώντας νύμφες σε μη προσβεβλημένα φύλλα βαμβακόφυτων. Οι αφίδες του βαμβακιού κατά τη διάρκεια των μηνών Ιουλίου και Αυγούστου έχουν συνήθως χρώμα ανοικτό κίτρινο.
Κατά τον ψεκασμό θα πρέπει να καλύπτεται καλά όλο το φυτό και ιδιαίτερα η κάτω επιφάνεια των φύλλων. Επίσης, πρέπει να λαμβάνουμε υπόψη μας το ύψος του πληθυσμού, τις επικρατούσες καιρικές συνθήκες, και την ύπαρξη ή μη ωφελίμων εντόμων και κυρίως αρπακτικών. Οι προσβολές στα πρώτα στάδια των βαμβακόφυτων υποχωρούν, λόγω της ανόδου της θερμοκρασίας και της δράσης των αρπακτικών, και τα φυτά ανακάμπτουν. Άσκοποι ψεκασμοί οδηγούν σε αφανισμό των ωφελίμων, εμφάνιση ανθεκτικότητας και εξάρσεις πληθυσμών.
Στην Ελλάδα, η χημική καταπολέμηση παραμένει η κύρια μέθοδος καταπολέμησης των αφίδων στο βαμβάκι, παρά το γεγονός ότι το είδος αυτό έχει αναπτύξει ανθεκτικότητα σε περισσότερες από μία ομάδες εντομοκτόνων. Η αφίδα του βαμβακιού έχει την ικανότητα να αναπτύσσει ανθεκτικότητα ταχύτατα, γεγονός που καθιστά τις επόμενες εφαρμογές αναποτελεσματικές. Για το λόγο αυτό είναι σημαντικό να αξιολογούμε συχνά την αποτελεσματικότητα των αφιδοκτόνων, και να εξετάζουμε στρατηγικές διαχείρισης της ανθεκτικότητας (IRM) και ολοκληρωμένης διαχείρισης (IPM). Οι κύριοι φυσικοί εχθροί της αφίδας αυτής είναι οι πασχαλίτσες, οι χρυσόπες, τα αρπακτικά δίπτερα και τα ημίπτερα των ανθών. Οι πασχαλίτσες και τα αρπακτικά δίπτερα εμφανίζονται στο βαμβάκι σε μεγάλους αριθμούς στα πρώτα στάδια ανάπτυξης του φυτού (Μάιο-Ιούνιο) και οι προνύμφες τους καταναλώνουν μεγάλο αριθμό αφίδων εξαφανίζοντας τις προσβολές. Αντίθετα, οι χρυσόπες και τα αρπακτικά ημίπτερα εμφανίζονται στο τέλος της καλλιεργητικής περιόδου (Ιούλιο-Αύγουστο).
* Ο Γιάννης Καραστέργιος, είναι γεωπόνος,
γενικός διευθυντής AGRONOMIA