Θα ήταν σα να πήγαινα στη Βέροια για ραβανί και να μη το συνδύαζα με παγωτό. Γίνεται; Ε, όχι δεν γίνεται. Κάθε χρόνο πιο κοντά, λοιπόν, άντε και του χρόνου στη... Χαλκιδική, γιατί ως γνωστόν, σαν τη Χαλκιδική δεν έχει!
Ποιος ήταν ο προβληματισμός μου εξαρχής; Μα η ανάποδη οδήγηση. Εντάξει η μοτοσικλέτα δεν έχει θέμα με το τιμόνι, ούτε δεξιά, ούτε αριστερά το ‘χει, αλλά έχει θέμα το μυαλό σου που τόσα χρόνια έχει ξεκαθαρίσει ποιος πάει αριστερά και ποιος δεξιά και τώρα πρέπει να αναθεωρήσεις. Όπως και με την πολιτική, άλλωστε. Μέχρι χθες τα είχαμε ξεκαθαρισμένα, αλλά ήρθε η προηγούμενη κυβέρνηση της Αριστεράς και μας έκανε σαν να οδηγούμε στην Αγγλία. Ποιος πήγαινε αριστερά, ποιος δεξιά, χάσαμε τον μπούσουλα! Επέστρεψα πάντως, που σημαίνει ότι επέζησα. Πάλι καλά γιατί τα χιλιόμετρα που έγραψα στο «λάθος» ρεύμα δεν ήταν καθόλου λίγα. Πάνω από 5.000 και αν βάλω και τα 3.000 μέχρι να φτάσω από τη Λάρισα στο γαλλικό λιμάνι Cherbourg στην βορειοδυτική Γαλλία, και να γυρίσω, φτάνουμε στα 8.000, αρκετά για να γίνει ο πισινός μου πρωταγωνιστής και σ΄ αυτό το ταξίδι. Ταξίδι πάντως που λανθασμένα θεωρείται αξιοζήλευτο από πολλούς φίλους. Χωρίς να είναι κάποιος άθλος, παραμένει απλώς μια ταλαιπωρία. Ταλαιπωρία που αρέσει όμως. Και περί ορέξεως, κολοκυθόπιτα. Ζηλεύω εγώ όσους τρώνε μακαρόνια με κιμά;
Δύο κύκλους κάναμε, λοιπόν, εγώ και ο φίλος μου ο Αλέξανδρος, ελληνόπουλο ξενιτεμένο, που εργάζεται ως προγραμματιστής στο Παρίσι, κομμάτι κι ο ίδιος του braindrain, του κύματος των νεαρών επιστημόνων που πήραν τα μάτια τους και βρήκαν την τύχη τους μακριά απ την Ελλάδα. Δύο κύκλους (ουσιαστικά ένα νοητό οχτάρι μονοκοντυλιά, σαν τις παλιές εξετάσεις για το δίπλωμα οδήγησης στα δίκυκλα), εγγράψαμε με τις μοτοσικλέτες μας, έναν στο ιρλανδικό νησί και έναν στη Σκοτία. Περάσαμε απέναντι στην τελευταία από τη Β. Ιρλανδία και το Μπέλφαστ και επιστρέψαμε σ΄ αυτό για να ολοκληρώσουμε το ιρλανδικό κομμάτι με την τελική διήμερη διανυκτέρευσή μας στο Δουβλίνο.
Την ώρα που η Ευρώπη καιγόταν από τον καύσωνα και η Ελλάδα υπέφερε από βροχές και καταιγίδες εμείς ταξιδεύαμε με 15 έως 20 βαθμούς Κελσίου, τη μια με ήλιο, την άλλη με βροχή. Κι αυτό αρκετές φορές τη μέρα. Αναμενόμενο. Ευτυχής αν είσαι αγελάδα ή ιδιοκτήτης αγελάδας (και πρόβατο επίσης, αλλά όχι απ’ αυτά που σκέφτηκες) στα μέρη αυτά. Τζάμπα τροφή και νερό όλη μέρα. Έχει κι η Ελλάδα, αλλά εκεί χέζουν, με το συμπάθιο, μέσα απ’ τους φράχτες, εμείς απλώς δεν έχουμε φράχτες κι έτσι η άσφαλτος γίνεται απόπατος των ζωντανών. Επίσης αν προπονείσαι για τερματοφύλακας, οφείλεις να δηλώνεις ευτυχισμένος. Το χορτάρι είναι παχύ σαν στρώμα του Χατζηεφραιμίδη, πέφτεις και θέλεις να ξαναπέσεις. Κι αυτό αναμενόμενο.
Αν τώρα, όπως μια πρόσφατη έρευνα απέδειξε, 2 ώρες στη φύση τη βδομάδα ή 17 λεπτά τη μέρα είναι αρκετά για να σου αυξήσουν τα επίπεδα ευτυχίας τότε εμείς με τόσο γρασίδι, δέντρο και φυσικό τοπίο που έχουμε αφομοιώσει με τα μάτια μας θα έπρεπε να επιστρέφουμε «μαστουρωμένοι» από την υπερδοσολογία. Κοντά είμαστε. Γιατί μάλλον αντιστρέψαμε την έρευνα και περάσαμε τουλάχιστον δύο ώρες στις πόλεις της Ιρλανδίας και της Σκοτίας. Χαθήκαμε σε ορεινά περάσματα, περάσαμε δίπλα από εκατοντάδες μικρές και μεγάλες λίμνες, κάναμε τον φημισμένο γύρο των 500 μιλίων (Νorth Coast 500 ή απλώς NC500) στα σκοτσέζικα χάιλαντς (υψίπεδα), επισκεφτήκαμε μνημεία φυσικής κληρονομιάς βραβευμένα απ’ την Ουνέσκο (την είσοδο στα οποία πληρώσαμε αδρά), αφήσαμε τους αυτοκινητόδρομους στα φορτηγά και στα λεωφορεία, αντικρίσαμε τον Ατλαντικό από όλες τις δυνατές γωνίες και τα ύψη. Χαιρετηθήκαμε με χιλιάδες μοτοσικλετιστές, ευχαριστήσαμε (και μας ευχαρίστησαν βεβαίως) χιλιάδες οδηγούς που μας παραχώρησαν προτεραιότητα στους στενότατους δρόμους, τηρήσαμε τη νομιμότητα παντού και από εσωτερική δέσμευση αλλά και γιατί δεν γινόταν αλλιώς. Και στις τρεις χώρες τηρείται και επιβάλλεται ο νόμος. Κάμερες κυρίως κι αστυνομικός έλεγχος παντού. Πανέμορφα σπίτια και αυλές, κήποι, παρτέρια, ζαρντινιέρες που σε κάνουν να νιώθεις ότι τους κοροϊδεύεις αν λες και συ ότι έχεις λουλούδια στο μπαλκόνι. Από τα τελευταία, τα μπαλκόνια, ούτε ένα. Τι να το κάνεις με τέτοιο καιρό και τόσο νερό; Άχρηστο τελείως και γι’ αυτό απουσιάζει. Αντίθετα τα περισσότερα σπίτια έχουν καθιστικά με πολύεδρες γυάλινες επιφάνειες, ώστε οι ένοικοι να εκμεταλλεύονται το φως ενόσω βρίσκονται σε εσωτερικό χώρο. Ακριβές χώρες στη διαμονή και στο φαγητό, με έμφαση στο κρέας, στο βούτυρο, στην πατάτα και φυσικά το ψάρι (μπακαλιάρος, σολομός), σαλάτα βρίσκεις μόνο στα Lidl, οι μπίρες είναι φθηνές και ωραιότατες, ουίσκι πάρε από τον «Βασιλόπουλο» καλύτερα. Το ίδιο είναι, εξαιρετικό και φθηνότερο.
Ζωηροί και φωνακλάδες οι άνθρωποί τους, με τατουάζ σχεδόν όλοι ακόμα και οι μεγαλύτερης ηλικίας, μας μοιάζουνε τρόπον τινά, όχι σαν τους Γάλλους που το βράδυ μετά τα πυροτεχνήματα της 14ης Ιουλίου επιστρέφανε όλοι μουγγοί στα σπίτια τους σαν σε Μ. Παρασκευή. Τουλάχιστον εμείς πάμε για τσίπουρα στο καπάκι. Τους βλέπεις πάντως πώς περνούν το καλοκαίρι τους και απορείς. Ποδηλατούν κόντρα στη βροχή και στον άνεμο με φορτωμένα τα ποδήλατά τους όσο εμείς τις μοτοσικλέτες μας (!), πεζοπορούν σε τοπία όπου εμείς αναρωτιόμαστε το γιατί, στήνουν σκηνές μέσα στο ξεροβόρι, τα κάμπιγκ είναι γεμάτα, τροχόσπιτα προσπερνάς τόσα πολλά λες και βγήκαν τα χωριά ολόκληρα βόλτα. Πού είναι οι ξαπλώστρες, πού είναι το αραλίκι, που είναι ο τρίωρος καφές. Μοιάζουμε αλλά και διαφέρουμε!
Σκουπίδια; Ναι, σε δύο βδομάδες στα μέρη τους βρήκα μια άδεια συσκευασία της Evian χωρίς ανθρακικό των 500 ml και ένα χαρτάκι περιτυλίγματος της τσίχλας Trident με γεύση φράουλα. Αυτά! Λάμπουν οι χώρες τους, τι να λέμε. 150 ευρώ πρόστιμο τρως στο Δουβλίνο αν πετάξεις αυτή τη μασημένη Τrident οπουδήποτε. Και το τρως στ' αλήθεια, όχι σαν εμάς που ο νόμος ισχύει μόνο στα δικαστήρια και όχι στη ζωή! Την ίδια στιγμή, στην Ελλάδα διάβασα ακόμα μία εξαγγελία για το κάπνισμα. Για να δούμε αυτή τη φορά. Όσον αφορά στο τελευταίο αν και καπνίζουν αρκετά, με τα εισπνεόμενα να μην είναι διαδεδομένα, τσιγάρο σε κλειστό χώρο ούτε σβηστό δεν βλέπεις.
Φιλοευρωπαίοι και οι τρεις λαοί και φιλοαμερικανοί επίσης, κυρίως οι Ιρλανδοί, αφού μετά τον φονικό λιμό του 1847, εξαιτίας ενός παράσιτου της πατάτας, μετανάστευσαν μαζικά στην Αμερική κι από τότε υπάρχει αυτό το δέσιμο μεταξύ της πατρογονικής και της νέας πατρίδας. Το πρόβλημα που θα δημιουργηθεί όμως είναι αυτό που φέρνει μαζί του το Brexit, η αποχώρηση της Μ. Βρετανίας από την Ευρωπαϊκή Ένωση, το λεγόμενο backstop. Τα μόνα χερσαία σύνορα που θα πρέπει να δημιουργηθούν είναι αυτά μεταξύ της Β. Ιρλανδίας και της Δημοκρατίας της Ιρλανδίας, του ΕΙΡΕ. Σήμερα δεν υπάρχει ούτε ταμπέλα. Στην κυριολεξία. Περάσαμε από την Ιρλανδία στη Β. Ιρλανδία και το πήραμε χαμπάρι γιατί "μειώθηκαν" οι τιμές στα καύσιμα. Αλίμονο όμως, απλώς αναγραφόταν σε λίρες πια (νόμισμα που παρεμπιπτόντως ούτε είδαμε, ούτε αγγίξαμε, τα πάντα ακόμα και τα εισιτήρια στα αστικά τους λεωφορείο αγοράζονται με πιστωτικές και με ανέπαφες συναλλαγές), αφού το Ην. Βασίλειο δεν συμμετέχει στην ΟΝΕ, δεν έχει ευρώ. Αυτό και οι πινακίδες των ορίων ταχύτητας που αναγράφουν μίλια, μας υποψίασαν. Τώρα μετά την 31η Οκτώβρη, σύμφωνα με τον νέο πρωθυπουργό της Βρετανίας, τον Μπορις Τζόνσον και με το σκληρό και άτακτο Brexit θα πρέπει να στηθούν φράχτες, τελωνειακοί σταθμοί, πύλες εισόδου και εξόδου, στο πουθενά. Σήμερα δεν υπάρχει το παραμικρό, με αποτέλεσμα να έχουμε τον Ιρλανδό πρωθυπουργό Λίο Βαράντκαρ να προτείνει το άνοιγμα της συζήτησης για Ένωση του ισλανδικού νησιού. Την απόλυτη αντιστροφή δηλαδή. Εκεί που οι ενωτικοί προτεστάντες του Μπέλφαστ επιδίωκαν και επιδιώκουν την ένωση με την Αγγλία με μια διαμάχη που κόστισε χιλιάδες ζωές και τερματίστηκε τη δεκαετία του 1990 με τη συμφωνία της Μ. Παρασκευής τώρα να συζητιέται το αντίθετο, επειδή η δημιουργία συνόρων εκτός από πολύ δύσκολη είναι πιθανό να αναζωπυρώσει και τα πάθη. Έχει και η ιστορία την ειρωνεία της.
"Και συ Στρατηγέ μου, τι γύρευες ένας Υδραίος στη Λάρισα"; Τι δουλειά έχει ένας καμπίσιος στα Χάιλαντς και στις χώρες των ξωτικών και των Δρυίδων; Αυτή τη δουλειά που έχει αυτός που κάνει δύο βήματα πίσω όταν θαυμάζει έναν πίνακα ζωγραφικής για να εντάξει στο βλέμμα του ενοποιητικά όλα του τα στοιχεία. Αυτή τη δουλειά που έχει κάποιος που αγαπά βαθιά τον τόπο του αλλά παράλληλα διαπιστώνει με χαρά ότι το ίδιο συμβαίνει (και πώς αλλιώς) και με τους άλλους λαούς. Αυτή τη δουλειά που έχει αυτός που νιώθει ότι ο αποκλεισμός από την παρέα σε κάνει σοβινιστή, η συμμετοχή, το ταξίδι, η κοινωνία με τον άλλο σε κάνει πατριώτη. Η στασιμότητα σε κάνει να νομίζεις ότι το ραδίκι κάτω απ' το οποίο ζεις είναι πλάτανος, το ταξίδι σε κάνει ταπεινό, ρεαλιστή, μετρημένο. Αν τώρα ταξιδεύεις κι εκεί όπου πάνε μόνο τα ΚΑΠΗ, νιώθεις και νεότερος. Έξυπνο. Έπειτα είναι κι ο νόστος. Αν τρως σαλάτα κάθε μέρα δεν την επιθυμείς, αν δεν σου λείψει το αγαθό (ίσως κι ο άνθρωπος) δεν το νοσταλγείς.
Πού είσαι, παιδί, πιάσε μια χωριάτικη περιποιημένη με μπόλικο ελαιόλαδο. Την πεθύμησα σφόδρα! Θα κάνω βούτες. Χωρίς μαγιό.
(Αν κάποιος αναγνώστης θέλει να δει περισσότερες φωτογραφίες, σχόλια, βίντεο ας προσφύγει στον λογαριασμό μου στο fb:DimitrisPapachatzopoulos. Αν πάρει το ταξίδι απ’ την αρχή, από την Ηγουμενίτσα, θα το ζήσει στην εξέλιξή του.
Του Δημήτρη Παπαχατζόπουλου