Του Γιώργου Μακρή
Μπορεί η Λάρισα στο κέντρο του θεσσαλικού κάμπου να αντιστάθηκε περισσότερο στον λιμό που «χτύπησε» την Ελλάδα κατά τον πρώτο χρόνο της Κατοχής, ωστόσο πλήρωσε κι αυτή βαρύ φόρο αίματος: Από τον Νοέμβριο 1941 έως και τον Ιούλιο 1942 στο ληξιαρχείο του Δήμου Λάρισας καταγράφηκαν 178 θάνατοι από πείνα...
Τα στοιχεία αυτά, που προέρχονται από αδημοσίευτη ακόμη έρευνα η οποία έχει διενεργηθεί σε πολλές πόλεις της Ελλάδας για την περίοδο της Κατοχής, φέρνει σήμερα στη δημοσιότητα μέσω της «Ε» η Λαρισαία αναπληρώτρια καθηγήτρια στο τμήμα Οικονομικών Επιστημών του Πανεπιστημίου Αθηνών (διδάσκει Οικονομική και Κοινωνική Ιστορία καθώς και Ιστορία των Πόλεων) κ. Ευγενία Μπουρνόβα.
Όπως επισημαίνει η κ. Μπουρνόβα, «το φαινόμενο των θανάτων από πείνα δεν συνέβη μόνο στην Αθήνα. Εκεί βεβαίως ήταν ένας μεγάλος αριθμός νεκρών που υπερέβαιναν τους 37.000 και οι φωτογραφίες των νεκρών στους δρόμους που συνέλεγε το κάρο του Δήμου έκαναν τον γύρο του κόσμου. Νεκρούς όμως από πείνα είχαμε σε όλες τις πόλεις της Ελλάδος τον χειμώνα 1941-42 και αφορούσαν όχι μόνο τους περιθωριακούς αλλά και τους φτωχούς της πόλης. Συνήθως λοιπόν τα θύματα ήταν άτομα από πολύ λαϊκά στρώματα και πρόσφυγες που δεν είχαν καμιά πρόσβαση στον αγροτικό χώρο.
Στη Λάρισα συγκεκριμένα καταγράφηκαν συνολικά 2,5 φορές περισσότεροι θάνατοι το 1942 σε σχέση με το 1939. Από τον Νοέμβριο 1941 έως και τον Ιούλιο 1942 από τους 178 θανάτους από πείνα που καταγράφηκαν στο ληξιαρχείο του Δήμου της Λάρισας οι 142 ήταν άνδρες και μόλις οι 36 ήταν γυναίκες! Η Λάρισα ως επαρχιακή πόλη στο κέντρο του θεσσαλικού κάμπου αντιστάθηκε περισσότερο καιρό πριν τη χτυπήσει ο λιμός.
Σύμφωνα με τις ληξιαρχικές πράξεις θανάτου του Δήμου, η πιο έντονη περίοδος του λιμού ήταν από τον Φεβρουάριο έως και τον Ιούνιο του 1942. Τα μισά ακριβώς θύματα της πείνας ήταν ηλικιωμένα άτομα (άνω των 60 ετών) και μόνο 14% ήταν κάτω των 40 ετών. Λόγω της μεγάλης ηλικίας των θυμάτων καμιά δεκαριά φέρονται ως άνεργοι, 7 είναι «επαίτες» και 4 είναι παντελώς άγνωστοι αφού στη ληξιαρχική πράξη δεν υπάρχουν άλλα στοιχεία και αναγράφεται η ένδειξη «άγνωστος ανήρ». Οι υπόλοιποι πάντως είναι εργάτες («εργατικός») ή κτίστες, καραγωγείς, υποδηματοποιοί κλπ, άνθρωποι δηλαδή μεροκαματιάρηδες με αστικά επαγγέλματα που η κατοχή κατέστρεψε εντελώς.
Έκπληξη θα μπορούσε να προκαλέσει το γεγονός ότι ανάμεσα στους νεκρούς από πείνα υπάρχουν και 6 γεωργοί: οι δύο από Κοζάνη, ένας από Κρήτη, ένας από τον Αλμυρό, ένας από τον Κραννώνα και ένας από την Αγιά. Ωστόσο ήταν κρατούμενοι στις φυλακές ή σε Αστυνομικό Τμήμα και έτσι ανήκουν στα πρώτα θύματα. Συνολικά έχουν καταγραφεί 12 άτομα στο ληξιαρχείο που πέθαναν από πείνα στις φυλακές στα Αστυνομικά Τμήματα, ενώ άλλοι 8 πέθαναν στον δρόμο, «καθ’ οδόν» όπως σημειώνεται: δεν ήταν κανείς ντόπιος και μερικοί ήταν πρόσφυγες... Οι θάνατοι από πείνα θα τείνουν να μηδενιστούν στη Λάρισα μετά την άφιξη της βοήθειας του Ερυθρού Σταυρού τον Σεπτέμβριο του 1942».
ΟΙ ΑΙΤΙΕΣ
ΤΟΥ ΛΙΜΟΥ
Ποιες ήταν, όμως, οι αιτίες που προκάλεσαν τον λιμό;
Η κ. Μπουρνόβα τις κωδικοποιεί:
-« Καταρχάς, θα πρέπει να σημειώσουμε ότι προπολεμικά η χώρα δεν ήταν αυτάρκης σε δημητριακά και κάλυπτε το ¼ των αναγκών της με εισαγωγές. Άρα, οποιαδήποτε αναστολή αυτών των εισαγωγών θα προκαλούσε από μόνη της σοβαρό επισιτιστικό πρόβλημα στη χώρα. Η ύπαρξη όμως ταυτόχρονα των παρακάτω έγινε αιτία για να ξεσπάσει ο λιμός:
-Λόγω του πολέμου το φθινόπωρο του 1940 η σοδειά του 1941 ήταν 15-30% μικρότερη από τη συνηθισμένη με αποτέλεσμα την αύξηση των τιμών. Επιπλέον οι δυνάμεις κατοχής δεν έφεραν μαζί τους τρόφιμα για τον στρατό τους.
- Οι κρατικές τιμές συγκέντρωσης των σιτηρών αυξήθηκαν λιγότερο από τον πληθωρισμό: οι αγρότες αποσύρθηκαν από το κρατικό δίκτυο συγκέντρωσης (σταθερών τιμών) και διοχέτευσαν τα προϊόντα τους σε εμπόρους και στον στρατό κατοχής δηλαδή πουλώντας στη μαύρη αγορά σε τιμές απαγορευτικές για τα φτωχά αστικά στρώματα.
- Ο διοικητικός τεμαχισμός της χώρας επιδείνωσε την κατάσταση στην πρωτεύουσα: οι Γερμανοί δεν επέτρεπαν τον εφοδιασμό της ιταλικής ζώνης. Το λάδι της Κρήτης δεν μπορούσε να μεταφερθεί στην Αθήνα. Τα στάρια της Μακεδονίας δεν μπορούσαν να κινηθούν νότια.
-Τα μεταφορικά μέσα ήταν ελάχιστα και όσα δεν είχαν καταστραφεί στη διάρκεια του πολέμου επιτάχθηκαν από τις δυνάμεις κατοχής
-Ο ιδιαίτερα βαρύς χειμώνας του ’41 προκάλεσε και μεγάλη ζήτηση στα κάρβουνα και τα ξύλα που είχαν γίνει πανάκριβα
- Ο ναυτικός αποκλεισμός δεν επέτρεπε την εισαγωγή σιτηρών. Το πρώτο πλοίο με σιτάρι που έφτασε ήταν σουηδικό και ήρθε από την Αίγυπτο στον Πειραιά στις 17 Μαρτίου 1942 (προηγουμένως τα όποια τρόφιμα ήρθαν από Τουρκία). Από τον Σεπτέμβριο 1942 ήρθαν τα σουηδικά πλοία με καναδέζικο σιτάρι».
ΤΟ ΠΡΩΤΟ ΘΥΜΑ
ΤΟΝ ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟ ΤΟΥ ‘41
Οι θάνατοι από πείνα εμφανίζονται από τον Σεπτέμβριο του 1941. Το πρώτο θύμα της ασιτίας που καταγράφεται στα ληξιαρχικά βιβλία θανάτων του Δήμου Αθηναίων είναι μια χήρα 75 ετών από το Γύθειο που έμενε στην οδό Σαλαμίνος.
Τον ίδιο μήνα ο Κεντρικός Σταθμός Πρώτων Βοηθειών παρέλαβε τέσσερις άνδρες που υπέφεραν από ασιτία, ο ένας διακομίστηκε σε νοσοκομείο, οι άλλοι τρεις επέστρεψαν σπίτια τους και, παρότι αγνοείται η τύχη τους, είναι μάλλον απίθανο να επέζησαν στη συνέχεια αφού φαίνεται ότι ήταν πολύ ευάλωτοι.
Τον Οκτώβριο πλέον ο υποσιτισμός εγκαθίσταται στην πρωτεύουσα, οπότε ο αριθμός θανάτων είναι τριπλάσιος απ’ αυτόν του Οκτωβρίου 1939.
Ο Νοέμβριος είναι πια ο μήνας που ο λιμός αρχίζει να παίρνει σημαντικές διαστάσεις: ο Ερυθρός Σταυρός περισυλλέγει 58 ασθενείς από πείνα, από τους οποίους 9 σε κωματώδη κατάσταση. Στο ληξιαρχείο καταγράφονται 464 θάνατοι από πείνα σε σύνολο 2.127 θανάτων.
Τον Δεκέμβριο, οι νεκροί από πείνα στους δρόμους της πρωτεύουσας είναι καθημερινό θέαμα: σε σύνολο 2.561 θανάτων οι 993 ήταν από πείνα.
Τον Ιανουάριο ο λιμός βρίσκεται στο ζενίθ (σε σύνολο 3.599 θανάτων οι 1.185 ήταν από πείνα), αφού ο συνολικός αριθμός των θανόντων είναι σχεδόν πενταπλάσιος του ίδιου προπολεμικά μήνα. Ο Φεβρουάριος είναι λιγότερο θανατηφόρος από τον Ιανουάριο, οι θάνατοι είναι σχεδόν τετραπλάσιοι από τον προπολεμικό, αλλά ίσως αυτό να οφείλεται στο γεγονός ότι τα πιο ευαίσθητα άτομα είχαν ήδη πεθάνει.
«ΕΙΝΑΙ ΠΙΟ ΕΠΙΚΑΙΡΟ ΑΠΟ ΠΟΤΕ ΝΑ ΑΠΑΝΤΗΣΟΥΜΕ»
«Γιατί γιορτάζουμε την έναρξη του πολέμου
και όχι τη νίκη κατά του ναζισμού;»
ΦΩΤΟ ΜΠΟΥΡΝΟΒΑ ΕΥΓΕΝΙΑ
«Παραμένει ενδιαφέρον και είναι ανάγκη να απαντήσουμε γιατί στη χώρα μας γιορτάζουμε την έναρξη του πολέμου και όχι την απελευθέρωση και τη νίκη κατά του ναζισμού. Είναι πιο επίκαιρο από ποτέ», επισημαίνει στην «Ε» η Λαρισαία αναπληρώτρια καθηγήτρια του Πανεπιστημίου Αθηνών κ. Ευγενία Μπουρνόβα, η οποία γεννήθηκε στη Λάρισα, σπούδασε Ιστορία στο Πανεπιστήμιο Lyon II (Maitrise d’histoire, 1981) και ανακηρύχθηκε διδάκτωρ από το ίδιο Πανεπιστήμιο (1986). Η υπό την επίβλεψη του καθηγητή Maurice Garden διδακτορική διατριβή της έχει τίτλο: Essaie d' économie sociale d'un village grec: Rapsani dans la première moitie du XXe siècle.
Για την περίοδο της Κατοχής η κ. Μπουρνόβα έχει γράψει μεταξύ άλλων:
- «Προπολεμική διαβίωση και κατοχική επιβίωση στην Αθήνα: ιστορία καθημερινής ζωής» (σε συνεργασία με τον Σταύρο Θωμαδάκη), περιοδικό Τα Ιστορικά, τχ. 41, Δεκέμβριος 2004, σ. 455-470.
- «Θάνατοι από πείνα: η Αθήνα το χειμώνα του 1941-1942», περιοδικό Αρχειοτάξιο, τχ. 7, Μάιος 2005, σ. 52-73.
-«Deaths from starvation. Athens-Winter of 1941-1942» στο Laurinda Abreu, Patrice Bourdelais (eds), The Price of Life. Welfare systems, social nets and economic growth, Lisboa, 2008, σ. 141-162.
-«Surviving in Athens during the German Occupation», στο The experience of Occupation, 1931-1949, Proceedings, International conference Wuhan, China, 14-16 April 2008, Wuhan University Press, 2010, σ. 299- 308.
«Οι οικονομικές συνθήκες στην περίοδο της Κατοχής» στο Χάγκεν Φλάϊσερ (επιμ.), Έξι στιγμές του εικοστού αιώνα, Κατοχή Αντίσταση 1941-1944, (σε συνεργασία με τον Γιώργο Προγουλάκη), 2010, Δ.Ο.Λ. Α.Ε., σ. 57-71.