Το «Μεσονυκτικόν» είναι η δέκατη κατά σειρά ποιητική του συλλογή, μόλις προσφάτως ηλεκτρονικά εκδοθείσα από την «easywriter». Πενήντα τρία ποιήματα συμβολιστικής τεχνοτροπίας, «μυστικά ηλιοφερμένα», όπως μας λέει ο ίδιος, με υφάδι ρομαντισμού και φιλοσοφημένη διάθεση. Καιρό τώρα έψαχνα μία αφορμή για να πάρω συνέντευξη από τον ξεχωριστό αυτόν Αγιώτη. Και ξάφνου ευρέθησαν δύο. Η ευκαιρία δεν θα έπρεπε να χαθεί, η κουβέντα μεταξύ μας έγινε και την παραθέτω προς κρίση και προβληματισμό…
Κύριε Περδικούλη πρωτοεμφανιστήκατε επίσημα στην Ποίηση τον Φεβρουάριο του 1980. Σαράντα χρόνια πριν. Τι είναι αυτό που μένει τελικά μετά από μια διαδρομή τεσσάρων δεκαετιών στον δύσκολο, αλλά μαγικό, κόσμο της;
Η Γλώσσα καράβι, η Ποίηση ταξίδι! Η διαδρομή ήταν γεμάτη περιπέτειες του νου, δυνάμωμα των αισθήσεων και ακροβασίες της καρδιάς! Με το καράβι της Ελληνικής Γλώσσας ξεκίνησε ένας διάπλους, που μόνον ο Θεός γνωρίζει πού και πότε θα τερματίσει. Ένα σωρό τοπία πραγματικά και τόποι φανταστικοί τράφηκαν από τη λέξη. Πότε όμορφα, πότε άσχημα, άλλοτε θλιμμένα ή πονεμένα. Αλλά ο πόνος, ξέρετε, υπάρχει παντού και περισσεύει. Ακόμα και η χαρά περικλείει πόνο! Η ασκητεία μου στην Ποίηση ήταν για μένα ένας χορός δερβίσικος, ένας χορός μεθυστικός και διονυσιακός στο χείλος της αβύσσου ή, όπως θα ‘λεγε κι ο Δάσκαλος Τάκης Βαρβιτσιώτης, «ένα αληθινό ναυάγιο...». Συνταυτίζομαι μ’ έναν αγαπημένο λόγο του Παλαμά «Επίστευσα εις την ωραιότητα τής Ποιήσεως, ως τη μόνη πραγματικότητα. Δε γνωρίζω εάν έφθασα κάπου, αλλά και ούτε που ζητώ να φθάσω πουθενά...».
Πώς ξεκινήσατε;
Θυμάμαι στη Δ’ Δημοτικού, η δασκάλα μας κ. Όλγα Αρακά από τη Χίο, μας είχε βάλει διαγώνισμα, να γράψουμε ένα ποίημα για τον χειμώνα. Το καλύτερο ποίημα θα το αξιολογούσε και βαθμολογούσε η ίδια και θα το έστελνε προς δημοσίευση στο ωραίο μαθητικό μηνιαίο περιοδικό «Η Ζωή του Παιδιού», το οποίο κυκλοφορεί ακόμη και σήμερα νομίζω! Έτυχε να γράψω το καλύτερο ποίημα και η δασκάλα έκανε ό,τι είχε υποσχεθεί! Ήμουν δέκα χρονών κι έβλεπα για πρώτη φορά σε πανελλήνιο περιοδικό δημοσιευμένο το ποίημά μου και από κάτω το όνομά μου! Καταλαβαίνετε... Αυτό ήταν το έναυσμα, το τσίμπημα, το σκούντημα. Άρχισα να διαβάζω ποιήματα κάθε μέρα! Στα χέρια μου πρωτόπεσαν οι «Ατθίδες Αύρες» του Βιζυηνού, τα «Χελιδόνια» του Παπαντωνίου και τα «Άπαντα Βαλαωρίτη». Τα πρώτα μου λογοτεχνικά συναπαντήματα! Στη γιαγιά μου, θυμάμαι, άρεσε πολύ το δημοτικό τραγούδι, καθώς και πολλά ποιήματα του Βαλαωρίτη σε ιαμβικό δεκαπεντασύλλαβο! Της άρεσε τόσο πολύ το ποίημα «Ο Δήμος και το Καρυοφίλι του» του Αριστοτέλη Βαλαωρίτη, που ήθελε κάθε βράδυ να της το απαγγέλω, να το ακούει. Της το απήγγειλα καθημερινά, επί σειρά ετών. Έμαθα, λοιπόν, να λέω απ’ έξω ολόκληρο το ποίημα!...Και είναι πολύστιχο. Ε, κάπως έτσι πρωτογνωρίστηκα με την Ποίηση, ήταν στα 1974, και από τότε ποτέ δεν εγκαταλείψαμε ο ένας τον άλλον!
Τι σημαίνει Ποίηση για σας προσωπικά;
Δεν είναι απλό να ορίσεις τι είναι Ποίηση. Ωστόσο, μπορείς να θέσεις υποκειμενικά πολλά ευρήματα ως προς τη φυσιογνωμία της. Ποίηση είναι η έκλαμψη μιας κρυμμένης φλόγας στην ψυχή όλο μουσική. Μια ευαισθησία ιδιαίτερη που μετουσιώνεται σε λέξεις λυρικές κι όχι εγκεφαλικές. Προσωπικά βρίσκομαι πιο κοντά στη θεωρία του Ρουμάνου ποιητή και φιλόσοφου Lucian Blaga, για τον οποίο «Ποίηση είναι ο λυτρωμός της Γλώσσας, μέσα απ’ το συναισθηματικό σφυρηλάτημα της Λέξης!». Θα έλεγα ακόμη ότι Ποίηση είναι θέρος αλίμενο, φως αθεράπευτο, πόνος λαμπρός, ασκητεία στην αθωότητα, φωνή λεοντόκαρδη, προγονικό σάλπισμα, μαύρος σταυρός. Μπορεί να είναι επίσης και η ρέμβη της χρυσής σιωπής. Θυμηθείτε τον Mallarme, που ήθελε τον ποιητή «Μουσουργό της σιωπής». Κι όμως αυτή η θεωρία του βρίσκεται πιο κοντά στην πραγματικότητα. Πάντως, ό,τι και να είναι η Ποίηση, ο λειτουργός της, ο ποιητής, είναι ένας αναχωρητής κι ερημίτης μέσα στον ζωντανό τον κόσμο!
Ποιητικά πού τοποθετείτε τον εαυτό σας, τη γραφή σας;
Αν μπορώ να αυτοπροσδιοριστώ ως ποιητής, θα τοποθετήσω το στίγμα μου στις συντεταγμένες ανάμεσα στον Ρομαντικό Συμβολισμό και στον ήπιο Υπερρεαλισμό. Αυτό διότι η ρομαντική διάθεση είναι παντού διάχυτη στις γραφές μου κι έχει να κάνει περισσότερο με τη μελαγχολία που συγγενεύει. Διότι τα σύμβολα, οι εικόνες, οι αλληγορίες και η φαντασία είναι τα βασικά εργαλεία του ψυχισμού μου και των νοητικών συναισθημάτων μου. Τέλος, διότι η εικόνα της φαντασίας του μυαλού υπερβαίνει το πραγματικό, αγγίζει το υπερπραγματικό και μετουσιώνει την ιδέα σε λόγο ονειρικό.
Κάποιος δημοσιογράφος κάποτε, σε μια εφημερίδα της Πελοποννήσου, έγραψε ότι η ποίησή μου μπορεί να ενταχθεί μάλλον στον «επαναστατικό ρεαλισμό»...
Από ποιους λογοτέχνες έχετε επηρεαστεί;
Στα πρώτα χρόνια είχα γοητευθεί από τη γραφή του Ρίτσου, ειδικά τις μεταφορές στα ποιήματά του, που όμοιες δεν υπάρχουν. Είχα πάει μάλιστα στο σπίτι του στα Πατήσια, να τον γνωρίσω από κοντά. Aξέχαστη εμπειρία. Σε μια δεύτερη χρονική φάση άλλες ποιητικές κορυφές με επηρέασαν και με σαγήνευσαν: Ο Σικελιανός, ο Παλαμάς, ο Μαβίλης, ο Σολωμός, ο Βρεττάκος, ο Γιάρομιλ Βόλκερ, ο Λόρκα. Ακολούθησε η περίοδος μιας άλλης αναζήτησης και στοχασμού, από τη μέρα που διάβασα Κώστα Καρυωτάκη! Τότε κατάλαβα ότι βρήκα το στίγμα μου, το χνάρι μου, το καλούπι του παπουτσιού που μου ταιριάζει απόλυτα! Καταλυτική η επιρροή του σαν γραφή, σαν ιδιοσυγκρασία, σαν ποιητική άσκηση. Η τελευταία χρονικά ποιητική περίοδος, αν μπορώ να το θέσω έτσι, η τέταρτη, ξεκινά πολύ αργότερα, όταν οριστικά και αμετάκλητα άλλες δύο μορφές της ποιητικής Ελλάδος υπήρξαν η μαγική ανακάλυψη! Ο Σαραντάρης κι ο Βαρβιτσιώτης. Σα ν’ άλλαξε το ποιητικό μου ριζικό και να μπήκα επιτέλους σ’ ένα μονοπάτι που ενστικτωδώς ήξερα ότι αυτό είναι το δικό μου οριστικό μονοπάτι που θα με βγάλει στο τέλος! Αμφότεροι ηγετικοί εκπρόσωποι της Σχολής της Αφαίρεσης και του Συμπυκνωμένου Λόγου, είναι για μένα οι δάσκαλοί μου, η ποιητική μου πυξίδα.
Αν μπορώ να παρομοιάσω τον εαυτό μου μ’ ένα υγιές δέντρο, τότε τα θεμέλιά μου είναι ο Καρυωτάκης, ο κορμός μου ο Σολωμός, τα κλαριά ο Σαραντάρης, ενώ τα φύλλα και τα άνθη ο Βαρβιτσιώτης! Στην Ποίηση και σε όλες αυτές τις Τέχνες δεν υπάρχει παρθενογένεση, υπάρχει πνευματική κληρονομιά και πάνω σε αυτή χτίζεις κι εσύ, συνεχίζεις, βάζεις τη δική σου υπογραφή, αφήνεις τη δική σου σφραγίδα!
Τι αποτελεί ή τι μπορεί να είναι πηγή έμπνευσης για έναν ποιητή;
Το πώς εμπνέομαι είναι ένα ανεξερεύνητο μυστήριο! Δεν μπορώ ούτε κι εγώ να απαντήσω με βεβαιότητα! Υπάρχει μια ακατάληπτη, άυλη ουσία που παίρνει μορφή και σχήμα, ζωντανεύει και λειτουργεί σαν έλξη, σαν προσταγή, σαν κλήση (με ήτα) περισσότερο! Το τι με εμπνέει είναι ευκολότερο να το πω. Της ψυχής τα κρυμμένα, ο πόνος ο ακατάλυτος, η προσδοκία, η ζωή η ίδια που περνάει και χάνεται, ο χρόνος ο παντοδύναμος, ο αγώνας της ύπαρξης, του έρωτος οι τροπές, της Μοίρας τα γραμμένα, ο θάνατος... Πάνω σε αυτά τα μεγάλα υφαίνεται η αγωνία και το ψυχοτέχνημα της Ποίησης! Τι είναι τελικά η έμπνευση; Ένα πιο δυνατό συναίσθημα; Μια άλλη αίσθηση; Λάβα; Άνεμος; Θάλασσα; Παρόρμηση; Ή η μέσα μας σουρεαλιστική πραγματικότητα; Ποτέ δε θα δώσει κανείς έναν ορισμό!
Η ΠΟΙΗΣΗ ΚΑΙ ΣΗΜΕΡΑ ΜΕΓΑΛΟΥΡΓΕΙ
Η χώρα μας καυχιέται για δύο βραβεία Νόμπελ που της χάρισαν δύο κορυφαίοι μας ποιητές, ο Γεώργιος Σεφέρης κι ο Οδυσσέας Ελύτης. Θεωρείτε ότι η Ποίηση στις μέρες μας έχει τη θέση που κατείχε παλαιότερα;
Είμαι βέβαιος ότι η Ποίηση και σήμερα μεγαλουργεί και υπηρετεί τον σκοπό της, που δεν είναι άλλος από το να κινήσει τις χορδές της ευαισθησίας του ανθρώπου και να συγκινήσει κατάβαθα. Κι ας μην υπήρξε συνέχεια στα βραβεία Νόμπελ, πέραν των δύο. Απ’ την άλλη μεριά, πρεσβεύω και το διατυμπανίζω ότι τα βραβεία είναι ένας πολύ υποκειμενικός θεσμός. Βασίζονται μεν στην αξιοσύνη των δημιουργών και στην εργογραφία τους. Αλλά έχουν να κάνουν πολύ και με την κοινωνική καταξίωση, την επαγγελματική προβολή, τη διαφήμιση, τις γνωριμίες, τη δικτύωση κάθε μορφής και άλλα.
Η σημερινή Ποίηση έχει έξοχους εκπροσώπους και έχει να καταδείξει σπουδαία έργα, που υπηρετούν την ορθή ελληνική γλώσσα, την αισθητική της, αλλά και το λυρικό της ουσιαστικό περιεχόμενο. Είναι ισάξιοι οι σημερινοί, συγκαιρινοί μας ποιητές με αυτούς των παλαιότερων γενεών. Δεν υπάρχουν κενά στη σημερινή Ποίηση, ούτε λείπουν οι σπουδαίοι ποιητές. Απλώς η εποχή μας αλλοτριώθηκε, οι αξίες καταρρακώθηκαν και η κοινωνία αποξενώνει και παραγκωνίζει όλο περισσότερο και ταχύτερα τα υγιή κύτταρα του πραγματικού πολιτισμού της. Πολλές φορές μπερδεύουμε τα πράγματα, αντιστρέφουμε τα κλάσματα και τοποθετούμε σε λάθος σειρά και τόπο τις πνευματικές αξίες. Δίνουμε «τα άγια τοίς κυσί», ενώ τρέφουμε τις ζωντανές ρίζες με κάρβουνο!! Έχουμε χάσει την πυξίδα κι οδεύουμε ολοταχώς προς την άβυσσο!
Γυρίζοντας στα Νόμπελ, ας θυμηθούμε λίγο για τις περιπέτειες μεγάλων λογοτεχνών που υπήρξαν σοβαροί υποψήφιοι για τη βράβευση από τη Σουηδική Ακαδημία και μια και δύο φορές, τον Σικελιανό, τον Παλαμά, τον Καζαντζάκη, αλλά βρέθηκαν κάποιοι μικρόψυχοι και στενόκαρδοι, δυστυχώς από την ίδια τη λογοτεχνική οικογένεια της Ελλάδος, οι οποίοι «κατάφεραν» με συκοφαντίες και διάφορες κακοήθειες να ακυρώσουν τις υποψηφιότητες την τελευταία στιγμή. Βλέπετε, πάντοτε υπάρχουν οι ζηλόφθονοι «νάνοι» και οι νεκροθάφτες του πνεύματος! Φυτρώνουν σαν τα ζιζάνια και τα αγριόχορτα στις ρίζες των καρποφόρων δέντρων! Αλλά και στις πιο κοντινές μας μέρες, τώρα στον 21ο αιώνα, υπήρξαν διαλάμπουσες ποιητικές προσωπικότητες που ήταν υποψήφιοι για το μέγιστο βραβείο. Ένας εξ αυτών ο Θεσσαλονικιός Τάκης Βαρβιτσιώτης. Επειδή γνώριζα καλά τον άνθρωπο και τον ποιητή Βαρβιτσιώτη ένιωσα την ανάγκη να γράψω ένα σχετικό δοκίμιο, το 2009 νομίζω. Έχει τίτλο «Το τρίτο Νόμπελ που δεν ήρθε» και είναι δημοσιευμένο σε έγκριτα περιοδικά λογοτεχνίας.
Ποια είναι τα σχέδιά σας για το μέλλον;
Λογοτεχνικά σχεδιάσματα υπάρχουν πολλά, αρκεί να ευδοκιμήσουν κάποιες συνθήκες και να βοηθήσουν κάποιες συγκυρίες, ώστε να υλοποιηθούν. Προς το παρόν έχω εν πλω τα εξής χειρόγραφα:
Τετράδια με μπλε πανάρια, μια σύνοψη απάντων των δοκιμίων, άρθρων και στοχασμών από το 1987 έως και σήμερα.
Μαρτυρίες από το Αντάρτικο, Χρονικό, αφηγήσεις του πατέρα μου από βιώματά του.
Ρουμάνοι Λυρικοί, απόδοση δική μου από τα ρουμανικά δεκατεσσάρων λυρικών ποιητών.
Εικονοποιήσεις στην αφαιρετική γραφή του Γιώργου Σαραντάρη, Δοκίμιο.
«Γυάλινος Άνεμος» νέα ποιήματα.
Επίσης, μια παλιά μου επιθυμία που παραμένει εναργής είναι να αξιωθώ να γράψω ένα Αναγνωστικό της Γλώσσας ή Ανθολόγιο για τα παιδιά του Δημοτικού Σχολείου, κατά τα παλαιά πρότυπα, στη βάση της ιστορικής ορθογραφίας και φυσικά του πολυτονικού συστήματος! Το Αναγνωστικό θα έχει τον τίτλο «Πατριδογνωσία».
Χρυσοστέφανο της Γλώσσας μας η αρμονία
Η ελληνική γλώσσα είναι εννοιολογική σε αντίθεση με τις υπόλοιπες που χαρακτηρίζονται ως σημειολογικές. Σε μια συνηθισμένη, λόγου χάρη, γλώσσα, όπως τα Αγγλικά, μπορούμε να συμφωνήσουμε όλοι να λέμε το σύννεφο car και το αυτοκίνητο cloud, κι από τη στιγμή που το συμφωνήσουμε να ισχύει. Στα ελληνικά κάτι τέτοιο είναι αδύνατον, αφού λέξη και έννοια έχουν πρωτογενή σχέση. Επίσης, η ελληνική είναι γλώσσα κατ’ εξοχήν μουσική. Οι τόνοι της είναι μουσικά σημεία που μαζί με τους κανόνες την προφυλάσσουν από την παραφωνία, όπως η αντίστιξη, οι διέσεις και υφέσεις διορθώνουν τις κακόηχες συγχορδίες. Η πολυπλοκότητα της ελληνικής γλώσσας αποτελεί μαρτυρία ενός προηγμένου πνευματικά πολιτισμού. Η γλώσσα γενικά έχει σχέση με τη σκέψη του ανθρώπου και για να θυμηθώ τον George Orwell «απλή γλώσσα σημαίνει και απλή σκέψη» ή ανατρέχοντας στον εθνικό ποιητή των Ρουμάνων Μιχάι Εμινέσκου «Η γλώσσα και οι κανόνες αυτής αναπτύσσουν την κρίση». Ποια η γνώμη σας γενικά; Θα καταφέρουμε ως Έλληνες να κρατήσουμε ζωντανή τη γλώσσα μας; Γνωρίζουν οι Έλληνες και ιδίως οι μαθητές σήμερα πόσο σοφά είναι πλασμένη η γλώσσα που μιλάμε;
«Οι άνθρωποι των Γραμμάτων είναι οι λειτουργοί της Τέχνης που πρώτοι αυτοί έχουν την ευθύνη και το μέλημα να κρατήσουν ζωντανή τη Γλώσσα. Να τη διαφυλάξουν από κάθε αλλοτρίωση και εισβολή. Ξέρετε, η αλλοτρίωση και η αδιαφορία είναι οι μεγαλύτεροι εχθροί τής Εθνικής μας Γλώσσας και συνήθως προέρχονται από ανθρώπους αδαείς κι επικίνδυνους, εμπαθείς και φανατικούς, αλλά και πνευματικά ακαλλιέργητους. Πολλές φορές άνθρωποι που καλούνται να διαχειριστούν την εξουσία από θέσεις ηγετικές, αποφασίζουν στο γόνατο για τα πολιτιστικά και τα θέματα της Παιδείας και του βιβλίου. Φερ’ ειπείν αλλάζουν τη γραμματική κάθε λίγο, χωρίς να σκεφτούν εθνικά, και χωρίς να υπολογίσουν τις συνέπειες! Οι άνθρωποι των Γραμμάτων έχουν υποχρέωση να αντιστέκονται σε ό,τι δεν είναι κανονικό και απειλεί τη Γλώσσα και όλα τα συνοδευτικά της. Τη Γλώσσα δεν την πειράζουμε! Δεν πρέπει να της αλλάζουμε ούτε ένα νι, ούτε ένα σίγμα! Άλλο η εξέλιξή της κι άλλο το κολόβωμά της!
Οι λογοτέχνες να γίνουν εξακολουθητικά οι καλοθελητές της φροντίδας της, αλλά και οι Κέρβεροι της Γλώσσας! Να γίνονται οι Αχιλλείς ασπιδοφόροι και αμύντορές της!
Η Γλώσσα μας η ελληνική είναι τόσο πλαστική και μουσική, όσο καμία άλλη! Ο τόνος, το μέτρο, ο ρυθμός, η μουσικότητα δίνουν την αρμονία στην έμμετρη ποίηση. Η κράση, η συνίζηση, η αφαίρεση δίνουν την ισορροπία στον ελεύθερο στίχο. Η αρμονία είναι το χρυσοστέφανο τής Γλώσσας μας. Γι’ αυτό είναι ευθύνη πρώτιστη να μάθουμε να ομιλούμε και να γράφουμε σωστά, ώστε να επικοινωνούμε και σωστά.
Έγραψε ο Αριστοτέλης στη «Ρητορική» του: «Έστι δ’ αρχή τής λέξεως το ελληνίζειν».
Η δε κρίση και κριτική σκέψη αναπτύσσονται όταν ακολουθείς και εκτελείς τους κανόνες της Γλώσσας. Σωστά τα έλεγε ο Eminescu, ο μεγαλύτερος ποιητής της Ρουμανίας, του οποίου αξιώθηκα να μεταφράσω δέκα σονέτα και είδα ότι στη σύντομη ζωή του έγραψε αριστουργήματα. Όχι μόνο επειδή είχε το πηγαίο τάλαντο που το καλλιέργησε, αλλά πιο πολύ επειδή σεβόταν την εθνική του Γλώσσα και μελετούσε την ανατομία της.
Το ερώτημα για τη Γλώσσα και η αγωνία για τη διαφύλαξή της παραμένουν: Θα μπορέσει να κρατιέται ζωντανή, να συνεχίζει την πορεία της στον χρόνο και να μεγαλουργεί μέσω της Ποίησης και της Φιλοσοφίας; Το εγχείρημα είναι ακόμα πιο δύσκολο για τους εκπαιδευτικούς, διότι αυτοί καλούνται και υποχρεούνται να διδάξουν στους μαθητές τα μαθήματα της Γλώσσας που βασίζονται στα προγράμματα και στις οδηγίες της Πολιτείας. Η Πολιτεία πάντοτε μέσα απ’ τη νομοθεσία ορίζει τι θα διδαχτεί και πώς θα διδαχτεί. Εκεί είναι όλο το πρόβλημα κατ’ εμέ. Κανονικά θα έπρεπε το ζήτημα της Γλώσσας, επειδή είναι πρωτεύον Εθνικό ζήτημα, να αντιμετωπίζεται και ως Εθνικό νυν και αεί, ομόψυχα και ομόφωνα απ’ όλα τα πολιτικά κόμματα, χωρίς παρεκκλίσεις και διαξιφισμούς.
Κλείνοντας, επιτρέψτε μου να υπογραμμίσω και να υπερτονίσω την ευθύνη άπαντων των ανθρώπων που εμπλέκονται με τα Γράμματα, το βιβλίο και τη συγγραφή, να έχουν υπερευαισθησία με την Ελληνική Γλώσσα, να την καλλιεργούν προσεκτικά, να τη διαφυλάττουν και να τη μεταλαμπαδεύουν στη νέα γενιά όπως αξίζει σε αυτόν τον ανεκτίμητο εθνικό θησαυρό!
Δεν ξεχνώ ποτέ τα συγκλονιστικά λόγια του ποιητή Γκαίτε: «Άκουσα στον Άγιο Πέτρο της Ρώμης το Ευαγγέλιο σε όλες τις γλώσσες. Η ελληνική αντήχησε άστρο λαμπερό μέσα στη νύχτα!...».
Συνέντευξη στον Νίκο Γουργιώτη