Πλήθος αξιωματικών μετατέθηκαν σε αυτήν, άλλοι για μικρό χρονικό διάστημα, άλλοι για μεγαλύτερο και πολλοί από τους τελευταίους την επέλεξαν ως τόπο της μόνιμης εγκατάστασής τους μετά από την αποστρατεία τους. Δεν υπήρχε ανώτερος τουλάχιστον αξιωματικός της εποχής που να μην «πέρασε» από τη Λάρισα ειδικά την περίοδο από το 1881 έως το 1912. Θα αναφερθούμε σήμερα σε έναν από αυτούς που σύμφωνα με τη διαθέσιμη βιβλιογραφία θεωρείται πρότυπο αξιωματικού αλλά αδικήθηκε κατά τη διάρκεια της στρατιωτικής του θητείας από τα παιχνίδια της πολιτικής και των κατά τόπους συμφερόντων.
Ο Βασίλειος Μπον, Γάλλος στην καταγωγή, ήρθε με τους γονείς του στην Ελλάδα, αφού οι τελευταίοι αποτελούσαν μέλη της πολυπληθούς συνοδείας του πρώτου βασιλέα της Ελλάδος, του Όθωνα. Πολιτογραφήθηκε Έλληνας υπήκοος και κατατάχθηκε σε ηλικία 17 ετών στη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων. Στις 16 Νοεμβρίου 1842 προήχθη σε ανθυπασπιστή, ενώ στις 27 Ιουνίου 1843 μετατέθηκε στους ακροβολιστές του Δ’ Τάγματος Πεζικού (ΦΕΚ 23/Α/21-7-1843). Μετά όμως από την επανάσταση του 1843 η θέση του στο στράτευμα αμφισβητήθηκε. Με Βασιλικό Διάταγμα (31 Αυγούστου 1844) επανήλθε στο 3ο Τάγμα των ακροβολιστών ενώ στις 17 Ιουνίου 1845 μετατέθηκε στο 1ο Τάγμα του Πεζικού Γραμμής (ΦΕΚ 17/Α/30-6-1845). Στις 25 Ιανουαρίου 1847 προήχθη σε ανθυπολοχαγό (ΦΕΚ 3/Α/7-2-1847), ενώ στις 25 Ιανουαρίου 1847 προήχθη σε υπολοχαγό (ΦΕΚ 4/Α/31-1-1849). Στις 18 Σεπτεμβρίου 1854 μετατέθηκε ως υπασπιστής στη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων (ΦΕΚ 41/Α/14-10-1854), ενώ στις 20 Μαΐου 1858 μετατέθηκε ως υπασπιστής στο Φρουραρχείο των Αθηνών (ΦΕΚ 20/Α/19-6-1858).
Στις 3 Δεκεμβρίου 1860 προήχθη σε λοχαγό Β’ κλάσεως (ΦΕΚ 11/Α/3-4-1861), ενώ το 1870 σε ταγματάρχη. Στις 6 Ιουλίου 1874 προήχθη κατ’ αρχαιότητα σε αντισυνταγματάρχη (ΦΕΚ 29/Α/20-8-1874), ενώ το επόμενο έτος μετατέθηκε στη Λαμία [1]. Μετά από την απελευθέρωση της Θεσσαλίας (1881) προήχθη σε συνταγματάρχη και μετατέθηκε στο Β’ Αρχηγείο Στρατού στη Λάρισα. Ενοικίασε μία κατοικία που ανήκε στην κυριότητα του Δήμου Λαρίσης, αλλά (όπως φαίνεται από τις καταστάσεις του δημοτικού εισπράκτορα Λαρίσης), ουδέποτε κατέβαλε το συμφωνημένο μηνιαίο μίσθωμα. Με ομόφωνη απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου της Λάρισας, ανατέθηκε στον δικηγόρο Ανάργυρο Ζαβιτσάνο η διαδικασία της έξωσής του [2]. Την περίοδο όμως εκείνη: «Πολλά παράπονα ακούγονται από τους πολίτας όσον αφορά τινά παρατράγωδα του δημοτικού εισπράκτορος Λαρίσης […]. Άλλοι των πολιτών πληρώσαντες (φόρους και ενοίκια) καλούνται εκ νέου εις πληρωμήν, άλλων τα ονόματα παρηλλάγησαν και καλούνται αντ’ άλλων να πληρώσωσι» [3]. Πιστεύουμε ότι ο Βασίλειος Μπον έπεσε θύμα μίας καλοστημένης απάτης, αλλά δεν γνωρίζουμε την τελική έκβασή της.
Ο Βασίλειος Μπον ήταν σχεδόν σίγουρος ότι στις επόμενες κρίσεις των αξιωματικών θα τοποθετούνταν ως επικεφαλής (Αρχηγός) του Αρχηγείου Στρατού. Οι «πληροφορίες» του όμως διαψεύστηκαν όταν στις 23 Σεπτεμβρίου 1883 διορίστηκε φρούραρχος της Λάρισας στη θέση του αντισυνταγματάρχη Βασιλείου Λιακόπουλου που μετατέθηκε στο Ναύπλιο (ΦΕΚ 405/Α/30-9-1883) [4]. Ως φρούραρχος της Λάρισας ζήτησε από τους υπόλοιπους αξιωματικούς να ακολουθούν πιστά τους κανόνες της στρατιωτικής πειθαρχίας, να είναι ευγενείς προς τους πολίτες της πόλης και να μην συχνάζουν σε κακόφημα καφενεία και κέντρα διασκέδασης. Οι επιχειρηματίες των τελευταίων φαίνεται ότι ενοχλήθηκαν και τον κατηγόρησαν στους τοπικούς βουλευτές ότι ενεργεί εις βάρος των συμφερόντων της πόλης. Οι πολιτικοί με τη σειρά τους ζήτησαν από τον αρμόδιο υπουργό την απομάκρυνσή του. Πράγματι, δύο μόλις μήνες μετά από τον διορισμό του (17 Δεκεμβρίου 1883), μετατέθηκε στα γραφεία του Β’ Αρχηγείου Στρατού (ΦΕΚ 531/Α/24-12-1883).
Στα μέσα του Σεπτεμβρίου του 1884 «διετάχθη η προφυλάκισις του κατηγορουμένου επί αρνήσει υπηρεσίας. Ο κ. Μπον διαταχθείς ν’ αναλάβη την ανατεθείσαν αυτώ διοίκησιν τριών ταγμάτων πεζικού ηρνήθη τούτο, αξιών να διορισθή αρχηγός του Β’ Αρχηγείου ως αρχαιότερος του ήδη τοιούτου κ. Ι. Ζυμβρακάκη [5], συνταγματάρχου των γενικών επιτελών» [6].
Ο Βασίλειος Μπον όμως επειδή ήταν ακέραιος ως χαρακτήρας, δεν ήταν ευάλωτος στις πιέσεις. Γνώριζε πολλά καλά πως ακολουθούσε πάντοτε κατά γράμμα τους τύπους και τους κανόνες των στρατιωτικών εγχειριδίων. Φρόντισε με τον τρόπο του να «μεταφέρει» στους εκδότες των εφημερίδων ανά την επικράτεια, ότι η ηγεσία του Υπουργείου των Στρατιωτικών μεροληπτεί υπέρ των αξιωματικών που ήταν πολιτικά προσκείμενοι στην τότε κυβέρνηση του Χαριλάου Τρικούπη. Το επίμαχο διάστημα ο τελευταίος ήταν παράλληλα εκτός από πρωθυπουργός και επικεφαλής των Υπουργείων Εσωτερικών, Οικονομικών και Στρατιωτικών.
Η προφυλάκισή του όχι μόνον ανακλήθηκε αλλά τοποθετήθηκε άμεσα ως φρούραρχος της Κέρκυρας (Νοέμβριος 1884). Στο νησί των Φαιάκων υπήρχε μία παλιά συνήθεια που διατηρήθηκε από την εποχή της αγγλικής κατοχής, να ρίπτεται ένας κανονιοβολισμός κατά τη δύση του ηλίου. Το έθιμο αυτό καταργήθηκε από τον Μπον επειδή δεν υπήρχε σχετική διάταξη στα στρατιωτικά εγχειρίδια. Εκ νέου κατηγορήθηκε από τοπικούς πολιτευτές και εκ νέου μετατέθηκε στην Αθήνα. Αηδιασμένος από τα παιχνίδια της πολιτικής και έχοντας συμπληρώσει τα απαραίτητα χρόνια στο στράτευμα αιτήθηκε την αποστρατεία του (Αύγουστος 1885). «Και έτερον εύορκον τέκνον του στρατού, ο τύπος της στρατιωτικής πειθαρχίας, ο ακέραιος συνταγματάρχης Β. Μπον εγκατέλιπε τας τάξεις του στρατού, τεθείς τη αιτήσει του εις αποστρατείαν. Λυπηρόν ότι αποσύρονται διά διαφόρους αφορμάς άνδρες, οίτινες μέχρι των τελευταίων στιγμών του βίου των ηδύναντο να είνε χρησιμώτατοι εις την πατρίδα» [7].
Με τη σύζυγό του Καλλιόπη (απεβίωσε τον Δεκέμβριο του 1901), απέκτησαν τρία παιδιά: την Αγγελική (απεβίωσε τον Αύγουστο του 1900), τη Σοφία (παντρεύτηκε τον Γεώργιο Σίδερη) και τον Περικλή. Ο ίδιος απεβίωσε στην Αθήνα στις αρχές του 1902.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
[1]. Φάρος της Όθρυος (Λαμία), φ. 857 (14 Ιουνίου 1875).
[2]. Γενικά Αρχεία του Κράτους, Αρχεία Νομού Λάρισας (ΓΑΚ/ΑΝΛ), Πρακτικά Δημοτικού Συμβουλίου Λαρίσης, φκ. 001, πράξη αρ. 65, συνεδρίαση της 25 Οκτωβρίου 1882.
[3]. Ανεξαρτησία (Λάρισα), φ. 199 (23 Σεπτεμβρίου 1883).
[4]. Ελευθερία (Βόλος), φ. 30 (5 Οκτωβρίου 1883).
[5]. Ο Ιωάννης Ζυμβρακάκης έφτασε μέχρι τον βαθμό του υποστρατήγου. Ο γιος του Εμμανουήλ Ζυμβρακάκης (1856-1931), διετέλεσε αρχηγός της Χωροφυλακής, βουλευτής και υπουργός, ενώ ο αδελφός του Χαράλαμπος Ζυμβρακάκης (1812-1880) ήταν συνταγματάρχης του πυροβολικού, ενώ διετέλεσε βουλευτής και υπουργός.
[6]. Θεσσαλία (Βόλος), φ. 554 (29 Σεπτεμβρίου 1884).
[7]. Εβδομάς (Αθήνα), φ. 78 (25 Αυγούστου 1885).
Από τον Αλέξανδρο Χ. Γρηγορίου