ΠΡΟΣΩΠΟΓΡΑΦΙΕΣ

Ναυσικά Γεωργιάδη – Μουσούρη (1906-1990)

«Γοργές εντυπώσεις από τη Λάρισα»

Δημοσίευση: 28 Ιουν 2020 18:35
Η Ναυσικά Γεωργιάδη Θεσσαλικά Γράμματα, αρ. 2 (2/1935), σ. 6 © Βιβλιοθήκη Πανεπιστημίου Κύπρου Η Ναυσικά Γεωργιάδη Θεσσαλικά Γράμματα, αρ. 2 (2/1935), σ. 6 © Βιβλιοθήκη Πανεπιστημίου Κύπρου

Τη ζωγράφο, λογοτέχνιδα και δημοσιογράφο Ναυσικά Γεωργιάδη ελάχιστοι γνωρίζουν. Η οικογένειά της καταγόταν από τα Επτάνησα, η ίδια γεννήθηκε στη Σμύρνη της Μικράς Ασίας το 1906.

Μετά από τη Μικρασιατική καταστροφή εγκαταστάθηκε μόνιμα στην Αθήνα όπου σπούδασε ζωγραφική. Πραγματοποίησε πολλές ατομικές εκθέσεις, ενώ παράλληλα ασχολούμενη με τη λογοτεχνία, εξέδωσε δύο συλλογές διηγημάτων: «Το ανθισμένο σπίτι» (1948) και «Ζωές τυραννισμένες» (1966). Το 1935 παντρεύτηκε τον ποιητή, λογοτέχνη, ζωγράφο και δημοσιογράφο Σπύρο Ν. Μουσούρη (1887-1981), γνωστό με το ψευδώνυμο Φώτο Γιοφύλλη, αλλά δεν απέκτησαν απογόνους. Μαζί του πέρασε ευτυχισμένα και δημιουργικά χρόνια μέχρι τον θάνατό του (1981). Έκτοτε περνούσε πολλούς μήνες στο Λουτράκι, όπου ετοίμαζε τις αναμνήσεις της από τη Μικρασιατική καταστροφή, που δεν πρόλαβε όμως να ολοκληρώσει. Απεβίωσε στις 21 Ιανουαρίου του 1990 και κηδεύθηκε στο Γ’ Νεκροταφείο των Αθηνών (Κοκκινιά).
Τόσο η Ναυσικά Γεωργιάδη, όσο και ο σύζυγός της, ήταν ιδιαίτερα αγαπητοί στους φιλολογικούς και καλλιτεχνικούς κύκλους της Λάρισας του μεσοπολέμου. Ήταν μέλη του «Ομίλου Διανοουμένων και Φιλοτέχνων Λαρίσης» (ίδρυση 1933) και συνεργάτες του περιοδικού «Θεσσαλικά Γράμματα» (1935) [1]. Ειδικά στο πρώτο τεύχος του περιοδικού (Ιανουάριος 1935), δημοσιεύθηκε ένα ταξιδιωτικό χρονικό της Ναυσικάς Γεωργιάδη με τίτλο «Γοργές εντυπώσεις από τη Λάρισα» [2], αποσπάσματα του οποίου παραθέτουμε στη συνέχεια.
«Όταν το τραίνο σταμάτησε στη Λάρισα είχε πια νυχτώσει. Ο Δεσπότης του διπλανού κουπέ, διέκοψεν απότομα την πανδαισία του, φόρεσε λοξά το καλυμαύκι του και τράβηξε με βαρειά καρδιά, για την μονοτονία της Αγίας έδρας. Το ξενοδοχείο του σταθμού είν’ αυτή την ώρα πάμφωτο, κι’ οι αμαξάδες με φωνές και κοπλιμέντα τραβολογάν τους ταξιδιώτες. Ένας απ’ αυτούς μας παρασύρει ως το δικό του. – Κάπου έχουμ’ ανταμώσει μας λέει με μαλαγανιά και μας περιεργάζεται με τα πονηρά μικρά ματάκια του. Ανοίγει γρήγορα κουβέντα για το καλλίτερο ξενοδοχείο και μας προσφέρει προκαταβολικά τ’ αμάξι του, για έναν περίπατο στην εξοχή. Στο μεταξύ φθάνουμε. Στην εξωραϊσμένη κι’ άνετη πλατεία της πόλεως ο περίπατος βρίσκεται στο φόρτε του και τα γραμμόφωνα μας ξεκουφαίνουν με τον «μπαρμπαγιάννη κανατά» που αντικατέστησε το «γελεκάκι» οριστικά. Τώρα, η στιγμή είναι ιερή. Η κοσμική κίνησις φουντώνει. Οι Λαρισινές, κομψές, χαριτωμένες και καμαρωτές εμφανίζονται στα κέντρα. Οι νεαροί ακολουθούν ξωπίσω, οι μεσόκοποι έχουν ήδη πιάσει τα πόστα, και οι μαμάδες κέρβεροι φοβεροί, πυρπολούν με αγριοματιές το σύμπαν! Ωστόσο, τα νεανικά μάτια παίζουν και γελούν, κι’ ο έρωτας γεννιέται και θεριεύει κάτω από το υγρό κι’ ερωτιάρικο κλίμα της Λάρισας, στο πείσμα των μαμάδων.
Μπαίνουμε στο καφενείο «Πανελλήνιον» που κρατά σήμερα τα σκήπτρα και συγκεντρώνει τον καλλίτερο κόσμο της Λάρισας. Όλα είναι στην εντέλεια. Από το τσαχπίνικο στραβό καπελλάκι, που στολίζει με χάρι τα οντουλέ κεφαλάκια των κοριτσιών, ως τον μαραμένο γυναικά που απολαμβάνει με το βλέμμα. Από δω άλλωστε περνούν όλοι. Στρατιωτικοί και ταξιδιώτες, πανύψηλοι περιηγηταί που σταματούν για λίγες ώρες και μανιώδεις κυνηγοί των Αθηνών, που έρχονται, για το άφθονο κυνήγι του λαγού.
Εδώ αλληλοσυγκρούεται η παληά ευγένεια κ’ η όψιμη αριστοκρατία. Εδώ, σταματήσαμε κι εμείς υποχρεωτικά. Γύρω μας, τύποι της περασμένης γενεάς, με γακέ και μπατερλέ μας κυττάνε διακριτικά. Ξαφνικά, μπαίνει κάποιος μέσα. Είναι ψηλός, ωχρός, με μάτια βαθειά βουλιαγμένα απ’ το ξενύχτι. Όλοι τον χαιρετάν με σεβασμό. Έχει ύφος κουρασμένο και σέρνει μαχμουρλίδικα την πλήξι του παντού. Αλλά, πως βρέθηκ’ εδώ; Η σκέψη μας έτρεξε μονομιάς, στις παληές Αθηναϊκές νύχτες και τα νυχτερινά κέντρα, όπου αυτός ο κύριος ήταν αμπονάτος και ολομόναχος. Στου Γιαλούση μάλιστα, όπου μαζευόταν καλλιτεχνικός κόσμος είχε κι’ ωρισμένο τραπεζάκι. Από τότε λοιπόν μου γεννήθηκ’ η ιδέα πως είναι γεροντοπαλλήκαρο. Στο μεταξύ, παίρνει θέση στο διπλανό μας τραπεζάκι και κυττάζει φιλικά τον σύντροφό μας. – Πως είσθε κ. Νομάρχα; Ρωτά τότ’ εκείνος. Φυσικά, η αποκάλυψις ήταν συνταρακτική!
Τώρα πρέπει να δούμε και λιγάκι ντόπιο χρώμα. Ο Λαρισινός σύντροφος της παρέας, μας παρασύρει σ’ ένα κοινότατο εστιατόριο. Έχει ύφος αινιγματικό. – Φάτε μας λέει καλά, αλλά μην πιήτε κρασί. Και γρήγορα. Κι’ εμείς ριχθήκαμε άγρια στο φαΐ, μα έλειπε και το αφιλότιμο το κεχριμπάρι. Σε λίγο ξεκινήσαμε για την ταβέρνα. Περάσαμε από διάφορα τετράγωνα και τέλος φθάσαμε στη γη της επαγγελίας!
Στους τοίχους μεγάλες φωτογραφίες μ’ όλα τα αξιοθέατα νούμερα του τόπου! Από τον μακαρίτη Ανδρέα τον Βολιώτη… που ανακάτωνε το κρασί με την μπούκα της κουμπούρας, έτσι για επίδειξι, κι’ ας τρόμαζε και με το φτερό της μυίγας, ως τον παράξενον εφημεριδοπώλη, γνωστόν με τ’ όνομα «Επίσημος». Δεξιά κι’ αριστερά, φτωχαδάκια και χωριάτες το κοπανάνε άγρια. Ο ταβερνιάρης χονδρός και κόκκινος, όπως όλοι οι συνάδελφοί του, δίνει το γενικό πρόσταγμα [...]. Τη στιγμή που φεύγαμε, ο ταβερνιάρης μας πλησίασε: – Να με συμπαθάς κοπέλλα μου είπε και κύτταξε προς το μέρος μου. Του λόγου είσαι το πρώτο θηλυκό που πατάει στο μαγαζί μου. Βρέθηκα σε δύσκολη θέσι βλέπεις […].
Η Λάρισα, εκτός από τ’ ωραιότατο φυσικό της πάρκο πλάι στο ποτάμι, όπου τ’ απογέμματα γίνετ’ ο περίπατος και τα ζευγάρια χάνονται κάτ’ από τις φλύαρες λεύκες και τα γραφικά εξοχικά κέντρα, εκτός από τους άνετους ασφαλτοστρωμένους δρόμους, με τα κομψά μοντέρνα χτίρια και την εμπορική της κίνησι, που απειλεί να επισκιάση το Βόλο, παρουσιάζει και αρκετή καλλιτεχνική κίνησι που μας τραβά το ενδιαφέρον. Τα θεάματα παντ’ αφθονούν εδώ. Δεν υπάρχει καλλιτεχνικό συγκρότημα που να μην έκανε κάποτε την εμφάνισί του. Αλλά πλάι στην ποικιλία των θεαμάτων, η ζωγραφική και η λογοτεχνία κρατούν μία εξαιρετική θέσι.
Ύστερ’ από λίγα χρόνια η Λάρισα, με τις φυσικές της καλλονές, την ωραιότατη ρυμοτομία της και την εμπορική και καλλιτεχνική της κίνησι, θα γίνη το κέντρο της Στερεάς και της Θεσσαλίας και μία από τις πιο ενδιαφέρουσες Ελληνικές πόλεις».

 

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
[1]. Το πρώτο τεύχος κυκλοφόρησε τον Ιανουάριο του 1935. Είχε βραχύβια διάρκεια, αφού μετά από εννέα τεύχη διέκοψε τη λειτουργία του (Σεπτέμβριος 1935). Το 1937 διαλύθηκε και ο Όμιλος μετά από τέσσερα χρόνια παρουσίας του στη Λάρισα.
[2]. Ναυσικά Γεωργιάδη, «Γοργές εντυπώσεις από τη Λάρισα», Θεσσαλικά Γράμματα (Λάρισα), έτος Α’, τεύχος 1 (1 Ιανουαρίου 1935), σ. 10-12. Το άρθρο πλαισιώνεται από σχέδιο της συγγραφέως που απεικονίζει τον ποταμό Πηνειό να διασχίζει την πόλη.

Περισσότερα σε αυτή την κατηγορία: « Προηγούμενο Επόμενο »

Συνδρομητική Υπηρεσία

διαβάστε την ελευθερία online

Ηλεκτρονικό Αρχείο Εφημερίδας


Σύνδεση Εγγραφή

Πρωτοσέλιδο εφημερίδας

Δείτε όλα τα πρωτοσέλιδα της εφημερίδας

Ψιθυριστά

Ο καιρός στη Λάρισα

Διαφημίσεις

Η "Ελευθερία", ήταν από τις πρώτες εφημερίδες που σηματοδότησε την παρουσία της στο Internet, μ' ένα ολοκληρωμένο site.

Facebook Twitter Youtube

 

Θεσσαλικές Επιλογές

 sel ejofyllo karfitsa 1

Γενικές Πληροφορίες

Η Εφημερίδα

Ταυτότητα

Όροι Χρήσης

Προσωπικά Δεδομένα

Επικοινωνία

 

Η σελίδα είναι πλήρως συμμορφωμένη με τη σύσταση (ΕΕ) 2018/334 της επιτροπής της 1ης Μαρτίου 2018 , σχετικά με τα μέτρα για την αποτελεσματική αντιμετώπιση του παράνομου περιεχομένου στο διαδίκτυο (L63).

 

Visa Mastercard  Maestro  MasterPass