Όπως ήδη προαναφέρθηκε, αν και ο τελευταίος επιμελήθηκε την έκδοση χειρογράφων οδοιπορικών άλλων περιηγητών [1], εν τούτοις ο ίδιος δεν δημοσίευσε τα δικά του χειρόγραφα. Αυτό όμως που δεν έκανε ο Walpole, το πραγματοποίησε εμμέσως ο Edward Daniel Clarke (1769-1822). Στο ογκώδες περιηγητικό χρονικό του (7 τόμοι) [2], ο Clarke δημοσίευσε αποσπάσματα από τις ταξιδιωτικές σημειώσεις του Walpole, ο οποίος είχε επισκεφθεί τη Θεσσαλία το 1803.
«Ο ποταμός Πηνειός ρέει για 3-4 μίλια περίπου μέσα από ένα φαράγγι ανάμεσα στα βουνά Όλυμπος και Όσσα, τα οποία σε ένα σημείο είναι σχεδόν κάθετα. Τα βουνά αυτά δημιουργούν ένα στενό πέρασμα που σχηματίζεται στους βράχους, κατά μήκος της πλευράς του ποταμού. Μερικά από τα βουνά Borrowdale του Keswick [3] μοιάζουν με εκείνα του στενού περάσματος των Τεμπών, τόσο στη μορφή όσο και στην επιφάνειά τους, που είναι άγρια και άγονη (...).Τα στενά των Τεμπών δεν θα μπορούσαν ποτέ να χαρακτηρισθούν από τους Αρχαίους ως όμορφα ή γραφικά. Ο Λίβιος, αναφερόμενος στα ψηλά βουνά της περιοχής, χρησιμοποιεί αυτά τα λόγια «Montes ita utrinque abscissi, ut vix despici sine vertigine quadam simul oculorum animique possint» [4] (...).Εδώ θα μπορούσε να είναι το σημείο όπου ο Λίβιος αναφέρει πως «δέκα ένοπλοι άνδρες θα μπορούσαν να υπερασπίσουν τα στενά με ευκολία». Στις κορυφές των βουνών, οι οποίες προεξέχουν, στα στενά τμήματα της Όσσας βρίσκονται τα ερείπια οχυρών της Αρχαιότητας (...). Σ’ αυτήν την τοποθεσία θα μπορούσε κάποιος να διακρίνει μία επιγραφή χαραγμένη στον βράχο, η οποία εντοπίστηκε για πρώτη φορά από τον καθηγητή Clarke και η οποία σημαίνει: «L. Cassius Longinus Fortified Tempe» [=Ο Κάσσιος Λογγίνος οχύρωσε τα Τέμπη]. Ερεύνησα σε έργα διάφορων συγγραφέων για να διαπιστώσω εάν γίνεται λόγος για το πρόσωπο που αναφέρεται στην επιγραφή και είχα την τύχη να ανακαλύψω σε κείμενα του Ιουλίου Καίσαρα τη φράση: «Cassium Longinum in Thessaliam misit Caesar». Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι αυτό είναι το αναφερόμενο πρόσωπο. Ως εκ τούτου έχουμε επιπλέον στη διάθεσή μας ένα άλλο ενδιαφέρον στοιχείο: τη χρονολογία της επιγραφής (...).
Με τη λέξη Τέμπη, όπως αναφέρει ο Vossius [5] (στο Melam) [6], χαρακτηρίστηκαν τα στενά της Θεσσαλίας και αυτή άρχισε να χρησιμοποιείται γενικότερα από τους Έλληνες όταν αναφέρονταν σε στενά περάσματα. Ο Θεοφάνης αναφέρει ότι τα περάσματα του Ταύρου ονομάζονταν Τέμπη της Κιλικίας. Η Άννα Κομνηνή ονόμαζε τα Τέμπη Κλεισούραι, ονομασία η οποία μεταφράζεται σήμερα από τους Έλληνες ως στενό πέρασμα. Ένας άλλος βυζαντινός ιστορικός, ο Γεώργιος Ακροπολίτης, αναφερόμενος σε ένα στενό πέρασμα μέσα από το οποίο κυλούσε ο ποταμός Στρυμόνας γράφει: «κλεισούρας τούς τοιούτους τόπους ο πολύς κατονομάζει λαός». Σεβόμενος την άλλη τοποθεσία των Τεμπών, η οποία είναι γνωστή ως Κοιλάδα [των Τεμπών], ο Pococke [7] αναφέρεται με πολύ αναποφάσιστο τρόπο. Αυτός αμφιβάλλει για το εάν η τοποθεσία αυτή βρίσκεται στο νοτιοδυτικό τμήμα της εισόδου των στενών, κοντά στο χωριό Μπαμπά, ή στο βορειοανατολικό τους άκρο. Καθώς εγώ πέρασα τον Δεκέμβριο από τα Τέμπη, μία εποχή δηλαδή κατά την οποία ήταν αδύνατο να εκτιμήσω σωστά τις φυσικές ομορφιές της περιοχής, δεν θα αναφερθώ στις δικές μου παρατηρήσεις σχετικά για το ποιο ακριβώς σημείο πρέπει να ονομάσουμε Κοιλάδα των Τεμπών. Θα προσθέσω όμως μία πολύτιμη σημείωση που μου παραχώρησε ο φίλος μου καθηγητής Palmer, ο οποίος πέρασε από εκεί την άνοιξη του 1806, μία ευνοϊκή εποχή, καθώς ταξίδευε προς τη Νότια Ελλάδα, προερχόμενος από τη Θεσσαλονίκη. Από τις δικές του σημειώσεις δεν μένει η παραμικρή αμφιβολία πως η Κοιλάδα των Τεμπών βρίσκεται προς τη βορειοανατολική είσοδο του περάσματος των Τεμπών.
13 Μαΐου του 1806. Αφού για μία περίπου ώρα ακολουθήσαμε έφιπποι την ακροθαλασσιά, στρίψαμε προς τα νότια περνώντας μέσα από ένα υπέροχο τοπίο και μετά από ένα περίπου τέταρτο της ώρας, φθάσαμε σε ένα άνοιγμα που δημιουργείται ανάμεσα στην Όσσα και στον Όλυμπο. Το άνοιγμα ήταν η είσοδος μιας κοιλάδας, η τοποθεσία, η έκταση και η ομορφιά της οποίας ενέπνευσαν τους ποιητές όταν αναφέρονταν στα Τέμπη. Καθώς η περιοχή ήταν ασφαλής, είχαμε την ευκαιρία να θαυμάσουμε το τοπίο από διαφορετικά σημεία. Η καλύτερη θέα προσφέρεται από έναν μικρό λόφο, ένα περίπου μίλι, νότια από το χάνι. Κοιτάζοντας ανατολικά έχετε την Όσσα στο δεξί σας χέρι. Στα αριστερά σας, ξεπροβάλλει η κορυφογραμμή του Ολύμπου, καλυμμένη με δένδρα και πλούσια βλάστηση, το υψόμετρο της οποίας μειώνεται σταδιακά καθώς πλησιάζει στο σημείο που προανέφερα. Μπροστά μας βρίσκεται η κοιλάδα η οποία διασχίζεται από τον Πηνειό και η οποία κοσμείται από ποικιλία φυσικού κάλλους εις τρόπον ώστε, κατά μία άποψη, παρουσιάζει μία σκηνή ασύγκριτης ωραιότητας». Το μήκος της κοιλάδας, μετρούμενο από το ύψος του σταθμού όπου βρίσκεται το άνοιγμα από το οποίο εισήλθαμε, εκτιμάται σε 3 μίλια, ενώ το μέγιστο εύρος του σε 2,5. Κοιτάζοντας προς τα βόρεια, βλέπουμε μία πλούσια πεδιάδα η οποία ανοίγεται μέχρι τα όρια του Κόλπου της Θεσσαλονίκης [Clarke, Travels, VII, 349-351, σημ. 2]».
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
[1]. Robert Walpole (επιμ.), Memoirs Relating to European and Asiatic Turkey from Manuscript Journals, London 1817 (Τόμος Α’) και Travels in Various Countries of the East: Being a Continuation of Memoirs Relating to European and Asiatic Turkey etc., London 1820 (Τόμος Β’).
[2]. Edward Daniel Clarke, Travels in Various Countries of Europe, Asia and Africa. Part the second: Greece, Egypt and the Holy Land. London, 1818.
[3]. Μία από τις ομορφότερες κοιλάδες της Αγγλίας κοντά στη μικρή πόλη Keswick.
[4]. Τα βουνά αποχωρίσθηκαν και από τις δύο πλευρές έτσι ώστε με δυσκολία να μπορείς να κοιτάξεις χωρίς να προκληθεί ίλιγγος στα μάτια σου και ταραχή στην ψυχή σου.
[5]. Isaac Vossius: Ολλανδός φιλόλογος, βιβλιοθηκάριος και συλλέκτης (1618-1689).
[6]. Ο Vossius επιμελήθηκε την έκδοση της γεωγραφίας του Ρωμαίου γεωγράφου Pomponius Mela, ο οποίος σχεδίασε και περιέγραψε τον τότε γνωστό κόσμο.
[7]. Richard Pococke: Βρετανός ιερέας, καθηγητής του δικαίου και αρχαιοδίφης (1704-1765).
Από τον Αλέξανδρο Χ. Γρηγορίου