Αυτό όμως είναι άγνωστο στους περισσότερους. Και αυτό, γιατί οι περισσότεροι κάτοικοι της Φαλάνης, συνδέουν το χωριό τους με τα ονόματα των αδελφών Νικολάου και Δημητρίου Τσιάπανου (ή Τσάπανου) που υπήρξαν και μεγάλοι ευεργέτες του. Ίσως πάλι, γιατί οι αδελφοί Σουρτούκη έμειναν μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας που προσέφερε ανιδιοτελώς ο Τύπος της εποχής. Στα τέλη του 19ου αιώνα, η ακίνητη περιουσία τους ήταν μεγαλύτερη από αυτήν των αδελφών Τσιάπανου. Τα δεκάδες συμβολαιογραφικά έγγραφα που φέρουν την υπογραφή τους (από το 1891 έως το 1907), το επιβεβαιώνουν ανεπιφύλαχτα. Ο γραφικός τους χαρακτήρας επιβεβαιώνει επίσης το γεγονός ότι ήταν μορφωμένα άτομα, όπως τουλάχιστον αφηγούνται οι γηραιότεροι από τους απογόνους τους.
Παρόλα αυτά, παραμένουν ακόμα άγνωστες πολλές πτυχές της προσωπικής ζωής των προαναφερθέντων, που αποτελούν ουσιαστικά την πρώτη γενιά της οικογένειας Σουρτούκη. Περισσότερες πληροφορίες διαθέτουμε για τον Αθανάσιο και τον Νικόλαο, ελάχιστες δε έως και ανύπαρκτες για τους υπόλοιπους.
Η Φαλάνη (Τατάρ) ήταν τσιφλίκι του Οθωμανού κτηματία Χασάν βέη και των παιδιών του: του Χουσνή βέη, του Χαϊρή βέη, του Χουσαμαντίν βέη και της Σαδικά Χανούμ, χήρας του Μουστά βέη. Μετά από την απελευθέρωση της Θεσσαλίας (1881), οι προαναφερθέντες αναχώρησαν για την Κωνσταντινούπολη (1882), διορίζοντας τον Λαρισαίο κτηματία Ιωάννη Βελλίδη [1] ως γενικό διαχειριστή της περιουσίας τους. Στις 31 Αυγούστου 1889 ο Βελλίδης μεταβίβασε ένα μεγάλο τμήμα του τσιφλικιού της Φαλάνης στους αδελφούς Νικόλαο και Δημήτριο Γ. Τσιάπανο [1.578 στρέμματα γαιών και 29 οικίες, αποθήκες και πανδοχείο συνολικής έκτασης 10.400 τετραγωνικών πήχεων], αντί τιμήματος 1.100 χρυσών τουρκικών λιρών (24.750 δρχ.) [2]. Τον Σεπτέμβριο του 1889, ο Χουσνή βέης που στο μεταξύ είχε διορισθεί σύμβουλος της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, ήρθε στη Λάρισα και μεταβίβασε στην πλήρη κυριότητα του Βελλίδη το υπόλοιπο τμήμα του τσιφλικιού [3].
Την ίδια ημέρα όμως, ο Χουσνή βέης για άγνωστους λόγους, ανακάλεσε τις πληρεξουσιότητες του Βελλίδη, γεγονός που τον οδήγησε στην αυτοκτονία. Οι συγγενείς του αποθανόντος Βελλίδη ανέθεσαν την επιτροπεία των ανηλίκων τέκνων του (Αθανασίου και Κωνσταντίνου), στη Θεοδώρα, χήρα του Μιχαήλ Βουζέτη (ή Μπουζέτη) η οποία υπήρξε η παραμάνα (μάμμη) των και την παρεπιτροπεία στον κτηματία Διονύσιο Γαλάτη (Ειρηνοδικείο Λαρίσης, απ. 446/1890).
Στις 4 Νοεμβρίου 1890 η Βουζέτη με αίτησή της στο Πρωτοδικείο της Λάρισας, αιτήθηκε τη νόμιμη εξουσιοδότηση για να μεταβιβάσει προς το συμφέρον των ανηλίκων, το τσιφλίκι του Βελλίδη, στους κτηματίες Αθανάσιο και Νικόλαο Σουρτούκη από τη Φαλάνη. Οι προαναφερθέντες δεν ήταν τυχαίοι αγοραστές. Όταν ο Βελλίδης αγόρασε το τσιφλίκι από τους Οθωμανούς κτηματίες, είχε υποσχεθεί την πώλησή του σε αυτούς και μάλιστα είχε λάβει προκαταβολή 700 χρυσών τουρκικών λιρών. Το Πρωτοδικείο (απ. 574/1890), επικύρωσε την απόφαση του Ειρηνοδικείου και επέτρεψε στη Θεοδώρα Βουζέτη όπως «εκποιήσει εις τον Αθανάσιον Σουρτούκη και τον αδελφόν του ιδιωτικώς και άνευ νομίμων διατυπώσεων και πλειστηριασμών το κτήμα Τατάρ […] αντί τιμήματος λιρών χρυσών Οθωμανικών 1.400, και να συμψηφισθώσιν οι 700 λίρες απέναντι των όσων έλαβεν ο αποβιώσας πατήρ των ανηλίκων, ζων έτι».
Η οριστική μεταβίβαση του τσιφλικιού της Φαλάνης στους αδελφούς Αθανάσιο και Νικόλαο Σουρτούκη πραγματοποιήθηκε στις 31 Οκτωβρίου 1891. Περιλάμβανε 94 αγροτεμάχια συνολικής έκτασης 2.380 στρεμμάτων, γεωργικές κατοικίες, στάβλους, αχυρώνες, δάση (ορμάνια), αποθήκες, υδρόμυλους κλπ.
α) Ο Αθανάσιος Σουρτούκης αγόρασε τα 3/4 του τσιφλικιού εξ αδιαιρέτου, έναντι 1.050 λιρών (23.605 δρχ.). Κατέβαλε την ημέρα εκείνη σε μετρητά 75 λίρες και μαζί με τις 525 που είχε καταβάλει στον Βελλίδη όταν ήταν εν ζωή, ήταν υπόχρεος ενός χρέους ύψους 450 λιρών, το οποίο υποσχέθηκε να καταβάλει εντόκως (8% ετησίως) σε τακτά χρονικά διαστήματα. Στο μεταξύ απεβίωσε ο Αθανάσιος Σουρτούκης (δεν ήταν νυμφευμένος) και το χρέος του ανέλαβαν να καταβάλλουν οι αδελφοί του Βασίλειος, Δημήτριος, Θεόδωρος και Πέτρος. Η πλήρης εξόφληση υπογράφηκε στις 3 Νοεμβρίου 1895, μεταξύ των προαναφερθέντων και του Κωνσταντίνου Βελλίδη, ως μόνου και καθολικού κληρονόμου του αποβιώσαντος πατρός του Ιωάννη και του αποβιώσαντος αδελφού του Αθανασίου (Αρχείο Ιωαννίδη, αρ. 23911/1895).
β) Ο Νικόλαος Σουρτούκης αγόρασε το 1/4 του τσιφλικιού εξ αδιαιρέτου, έναντι 350 λιρών (7.875 δρχ.). Κατέβαλε την ημέρα εκείνη σε μετρητά 25 λίρες και μαζί με τις 175 που είχε καταβάλει στον Βελλίδη όταν ήταν εν ζωή, ήταν υπόχρεος ενός χρέους ύψους 150 λιρών, το οποίο υποσχέθηκε να καταβάλει εντόκως (8% ετησίως) σε τακτά χρονικά διαστήματα. Στο μεταξύ απεβίωσε ο Νικόλαος Σουρτούκης και το χρέος ανέλαβαν να καταβάλλουν ο γιος του Αναστάσιος Ν. Σουρτούκης καθώς και η χήρα σύζυγός Ελένη (ως φυσική επίτροπος των ανηλίκων τότε τέκνων της Χαρίκλειας, Κλεονίκης, Αννούλας και Δημητρίου Ν. Σουρτούκη). Η πλήρης εξόφληση υπογράφηκε στις 4 Ιανουαρίου 1907 (Αρχείο Ιωαννίδη, αρ. 35682/1907).
Μετά την οριστική εξόφληση ακολούθησε και η εξάλειψη της υποθήκης, ενώ οι κληρονόμοι του Αθανασίου και Νικολάου Σουρτούκη αιτήθηκαν την αλλαγή του επιθέτου τους (από Σουρτούκης σε Σουλτούκης).
Σε συμβολαιογραφικά έγγραφα (μεταξύ των ετών 1888 και 1892), ως κτηματίες αναφέρονται επίσης οι Αντώνιος και Αθανάσιος Σουρτούκης, παιδιά κατά πάσα πιθανότητα του Δημητρίου Σουρτούκη (αδελφός του Νικολάου και Αθανασίου), ενώ μέχρι το τέλος της πρώτης δεκαετίας του 1900 συναντούμε σε διάφορες πηγές, τον Δημήτριο Σουρτούκη ο οποίος νυμφεύθηκε το 1899 την Παρασκευή Μωραϊτοπούλου από τον Δομοκό [4] και τον Πέτρο Σουλτούκη ο οποίος νυμφεύθηκε το 1909 τη Βασιλική Γ. Τρικκαλινού [5].
Στις αρχές του 20ού αιώνα η Φαλάνη ήταν «κτήμα» των οικογενειών Τσιάπανου και Σουρτούκη. Οι αναγκαστικές απαλλοτριώσεις των εκτάσεων υπέρ των ακτημόνων, άρχισαν το 1909 και συνεχίστηκαν μέχρι το 1926-1927.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
[1]. Αλέξανδρος Χ. Γρηγορίου, «Ιωάννης Βελλίδης (1849-1890)», Ελευθερία (Λάρισα), φ. 33038 (17 Απριλίου 2016).
[2]. Γενικά Αρχεία του Κράτους / Αρχεία Νομού Λάρισας (ΓΑΚ/ΑΝΛ), Συμβολαιογραφικό Αρχείο Αγαθάγγελου Ιωαννίδη, φκ. 028 [1889], αρ. 8968 (31 Αυγούστου 1889).
[3]. Αρχείο Ιωαννίδη, φκ. 028 [1889], αρ. 9152 (27 Σεπτεμβρίου 1889).
[4]. Όλυμπος (Λάρισα), φ. 56 (15 Μαΐου 1899).
[5]. Μικρά (Λάρισα). φ. 31/433 (24 Δεκεμβρίου 1909) και Σάλπιγξ (Λάρισα), φ. 991 (3 Μαΐου 1909)
Από τον Αλέξανδρο Χ. Γρηγορίου