* Θ. Χατζηπαντελής: Σαφής διαφοροποίηση του εκλογικού αποτελέσματος στη Β. Ελλάδα από το σύνολο της χώρας
«Στη μεγάλη εικόνα, τα κόμματα που υποστηρίζουν τη διαμόρφωση της Ε.Ε. σε πολιτικό θεσμό και συμφωνούν με την ενίσχυση της συνοχής της, πήραν σχεδόν το 45% με τους απομονωτιστές να βρίσκονται στο 25%. Δυστυχώς τα θέματα της Ε.Ε. ελάχιστα απασχόλησαν την κοινή γνώμη που ψήφισε με κριτήρια εσωτερικής πολιτικής», εκτιμά ο καθηγητής Εφαρμοσμένης Στατιστικής Θεόδωρος Χατζηπαντελής, διευθυντής του Εργαστηρίου Εφαρμοσμένης Πολιτικής Έρευνας στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, σε μία πρώτη αποτίμηση του αποτελέσματος της ευρωκάλπης. «Είναι νωρίς να αποτιμηθεί το αποτέλεσμα με όρους κοινωνικής και εκλογικής γεωγραφίας -δηλαδή να αποτυπωθούν ιδιαίτερες συμπεριφορές με κοινωνικά και γεωγραφικά κριτήρια- αλλά φαίνεται ότι παντού κυριάρχησε το αίτημα κυβερνητικής αλλαγής επισκιάζοντας τα υπόλοιπα», διευκρινίζει.
Σχετικά με τη συμπεριφορά του εκλογικού σώματος στη Βόρεια Ελλάδα και τον βαθμό που επηρεάστηκε η ψήφος των πολιτών από τη Συμφωνία των Πρεσπών παρατηρεί: «Ιδιαίτερα στην Κεντρική και Ανατολική Μακεδονία υπάρχει σαφής διαφοροποίηση του εκλογικού αποτελέσματος από το σύνολο της χώρας. Η ΝΔ προηγείται με +15 περίπου από τον ΣΥΡΙΖΑ, δηλαδή με 5 παραπάνω μονάδες από ό,τι στις άλλες περιφέρειες. Σε συνδυασμό με την έρευνα σε 1.050 άτομα με ερωτηματολόγιο που είχαμε κάνει στη Θεσσαλονίκη, όπου η Συμφωνία των Πρεσπών αποτελούσε για το 50% περίπου σημαντικό κριτήριο -και μάλιστα γι’ αυτούς που ήταν αντίθετοι σε αυτήν- πιθανολογούμε ότι επηρέασε περισσότερο από την υπόλοιπη χώρα».
Ερωτηθείς αν αυτή η αξιολόγηση είναι πιθανόν να διαφοροποιηθεί μπροστά από τις εθνικές κάλπες απαντά: «Στο διάστημα που μεσολαβεί μέχρι τις εθνικές εκλογές ο ψηφοφόρος μπορεί να αξιολογήσει με διαφορετικό τρόπο θέματα τα οποία καθόρισαν την ψήφο του στις ευρωεκλογές; Θα κριθεί από την εκλογική εκστρατεία. Αν απλά αναπαραχθούν τα ίδια διλήμματα θα διατηρηθεί το ίδιο σκηνικό. Εξαρτάται από τα κόμματα. Το συνολικό αποτέλεσμα Ευρωεκλογών, Δημοτικών και Περιφερειακών δείχνει ενισχυμένο το αίτημα αλλαγής στη διακυβέρνηση της χώρας».
Σχετικά με τη συμμετοχή των νέων, που άσκησαν πρώτη φορά το εκλογικό δικαίωμα και τα αυξημένα -σε σχέση με άλλες ηλικιακές κατηγορίες- ποσοστά που καταγράφηκε στα exit polls ότι έδωσαν στη Χρυσή Αυγή, ο κ. Χατζηπαντελής διευκρινίζει: «Το ποσοστό συμμετοχής ήταν περίπου όσο το συνολικό. Οι θέσεις αντίδρασης παραδοσιακά έχουν μεγαλύτερη αναφορά στους νεότερους, αλλά δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι η ανάλυση κατά ηλικιακές ομάδες σε ένα exit poll μπορεί να αποτυπώσει ιδιαίτερες συμπεριφορές. Η δική μας ανάλυση με βάση 4.000 φοιτητές και 550 μαθητές στη Θεσσαλονίκη δείχνει ότι στις ηλικίες αυτές η συμπεριφορά είναι περίπου όπως στο σύνολο».
* Ν. Μαραντζίδης: Η Συμφωνία των Πρεσπών επηρέασε με τρεις τρόπους τους ψηφοφόρους
«Το αποτέλεσμα δεν διαμορφώθηκε μέσα στην καμπάνια, είχε ήδη πάνω - κάτω διαμορφωθεί μήνες νωρίτερα», εκτιμά ο καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας, Νίκος Μαραντζίδης, αναγιγνώσκοντας στην ετυμηγορία της κάλπης «μια καθαρή νίκη της ΝΔ που είχε στην ατζέντα της το σύνθημα της "πολιτικής αλλαγής"», ενώ από την πλευρά του ΣΥΡΙΖΑ ότι ηττήθηκε. Σημειώνει, δε, ότι «το γεγονός πως ο πρωθυπουργός σήκωσε το γάντι παίρνοντας σε μεγάλο βαθμό πάνω του την προεκλογική καμπάνια του ΣΥΡΙΖΑ δίνοντας και αυτός εθνικό χαρακτήρα στις ευρωεκλογές τον οδήγησε στη "φορσέ" κίνηση των πρόωρων εκλογών».
Σε ό,τι αφορά στην επίδραση της Συμφωνίας των Πρεσπών στη συμπεριφορά του εκλογικού σώματος, ο καθηγητής υποστηρίζει: «Σε γενικές γραμμές η Συμφωνία των Πρεσπών επηρέασε με τρεις τρόπους: α) ένας αριθμός πολιτών με ευαισθησία στο θέμα μετακινήθηκε από τον ΣΥΡΙΖΑ -πρόκειται για μικρό ποσοστό- προς άλλα κόμματα. β) Η Συμφωνία αποδείχθηκε εκλογική ευκαιρία για τους αντιπάλους του ΣΥΡΙΖΑ που την εργαλειοποίησαν και άσκησαν πίεση στους ψηφοφόρους, στα μέλη και στα στελέχη του στις περιοχές της Βόρειας Ελλάδας. Οι διάφορες αντι-συγκεντρώσεις που οργανώθηκαν, οι αποδοκιμασίες βουλευτών και υπουργών του ΣΥΡΙΖΑ είχαν στόχο να απομονώσουν τον ΣΥΡΙΖΑ από ευρύτερα εκλογικά ακροατήρια και σε κάποιον βαθμό το πέτυχαν ειδικά σε εκλογικές περιφέρειες που οι δυνάμεις του ΣΥΡΙΖΑ ήταν και προγενέστερα αδύναμες. Πρόκειται για το φαινόμενο, που στη γλώσσα της πολιτικής επιστήμης ορίζεται ως "σπιράλ της σιωπής", δηλαδή όταν οι ψηφοφόροι ενός κόμματος οδηγούνται στη σιωπή, τότε ένα αντίπαλο κόμμα κατακτά μεγαλύτερο χώρο καθώς οι δικοί του "ακούγονται" μόνο γ) η διάλυση της κυβερνητικής συνεργασίας ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, και κυρίως ο τρόπος που αυτός έγινε στο κοινοβούλιο με μετακινήσεις βουλευτών και έντονη πόλωση έκανε επίσης ζημιά στην εικόνα του ΣΥΡΙΖΑ.
Ερωτηθείς αν θεωρεί πιθανό το ενδεχόμενο η αξιολόγηση των θεμάτων που καθόρισαν την ψήφο των πολιτών στις ευρωεκλογές να διαφοροποιηθεί στις εθνικές κάλπες απαντά: «Το επόμενο διάστημα θα είναι μια συνέχεια της προηγούμενης προεκλογικής περιόδου. Δεν αναμένονται ριζικά νέες ατζέντες ή νέα ζητήματα. Εξάλλου, η όλη προηγούμενη προεκλογική καμπάνια είχε στο τραπέζι όλα τα σκληρά ζητήματα της εθνικής πολιτικής (οικονομία, κ.λπ.)».
Σε ό,τι αφορά σ’ εκείνους που άσκησαν το εκλογικό δικαίωμα πρώτη φορά ο κ. Μαραντζίδης διευκρινίζει πως η συμμετοχή τους κυμάνθηκε σε αναμενόμενα ποσοστά και παρατηρεί ότι «οι νέοι γενικότερα έχουν μεγαλύτερη διασπορά στις επιλογές τους συγκριτικά με τους μεγαλύτερους σε ηλικία ψηφοφόρους», ενώ «τα ποσοστά του δικομματισμού είναι συνήθως χαμηλότερα».
Κληθείς να σχολιάσει τα ποσοστά της Χρυσής Αυγής (Χ.Α.), που κατέγραψαν τα exit polls στην κατηγορία των νέων ψηφοφόρων, ο κ. Μαραντζίδης εξηγεί: «Η Χ.Α. σταθερά έχει ένα μεγαλύτερο ακροατήριο στους νέους ανθρώπους. Δυστυχώς πρόκειται για ένα σοβαρό πρόβλημα που είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με τη φυσιογνωμία της πολιτικής κοινωνικοποίησης των εφήβων στην Ελλάδα. Σημαντικό ρόλο παίζουν οι "εθνοκεντρικές" αξίες που αναπαράγονται από την παλιομοδίτικη ελληνική εκπαίδευση των παρελάσεων. Είναι αξιοθρήνητο, για παράδειγμα, πως οι μαθητές της Βόρειας Ελλάδας έκλεισαν ή ήταν έτοιμοι να κλείσουν τα σχολεία τους, προκειμένου να διαμαρτυρηθούν για "το ξεπούλημα" της Μακεδονίας και δεν είχαν την ίδια ευαισθησία να συμμετάσχουν στα ευρωπαϊκά μαθητικά κινήματα για την κλιματική κρίση που απειλεί τον πλανήτη μας και άρα την ίδια τη ζωή μας, πόσο μάλλον τη δική τους που έχουν μπροστά τους πολλές δεκαετίες. Επιπλέον, τους νέους χαρακτηρίζει ένα ισχυρό αίσθημα πολιτικού κυνισμού που τους οδηγεί σε επιλογές "αντι-συστημικών" ή και γραφικών υποψηφίων».