Με το ίδιο επίθετο (Ματαλών) εμφανίζεται στην ιστοριογραφία της πόλης και ο πρώτος εξάδελφός του Μουσόν (Μοσέ ή Μωυσής), επίσης φαρμακοποιός και κάτοχος φαρμακείου που λειτουργούσε στην πόλη πριν από τις 23 Ιουνίου 1878. Μέχρι την απελευθέρωση της Θεσσαλίας (1881), ο Μουσόν Ματαλών ήταν εμπειρικός φαρμακοποιός και ένας από τους ελάχιστους που δραστηριοποιούνταν στη Λάρισα, με μεγάλη πελατεία (όπως και ο εξάδελφός του Σαλβατώρ) προερχομένη κυρίως από την αστική και μεγαλοαστική τάξη των συμπολιτών του. Στις αρχές του 1882 υπέβαλε αίτηση στην Επιτροπή του Ιατροσυνεδρίου [1] για τη διατήρηση του φαρμακείου του και έλαβε μέρος στις διενεργηθείσες πρακτικές εξετάσεις για τη λήψη νόμιμου πτυχίου φαρμακοποιού. Στις 9 Οκτωβρίου 1882 κρίθηκε ικανός «κατά τας εξετάσεις εις το τεχνικόν ιδίως της φαρμακευτικής μέρος και εχορηγήθη αυτώ περιωρισμένη άδεια του μετέρχεσθαι την φαρμακευτικήν» [2].
Μέχρι τότε, το φαρμακείο του στεγαζόταν σε ενοικιαζόμενο κατάστημα στη συνοικία Ξυλοπάζαρο της Λάρισας, δηλαδή στην περιοχή που ορίζεται (κατά προσέγγιση) από τις σημερινές οδούς Απόλλωνος, Κύπρου, Βενιζέλου και Φιλελλήνων. Μετά από τη μεγάλη πυρκαγιά που κατέστρεψε τον Αύγουστο του 1882 σχεδόν το σύνολο των καταστημάτων της περιοχής, ο Μουσόν Ματαλών αγόρασε ένα αποτεφρωθέν κατάστημα (καφενείο) που βρισκόταν στη συμβολή των οδών Ακροπόλεως (Παπαναστασίου) και Αλεξάνδρας (Κύπρου), απέναντι από το τότε δικαστικό μέγαρο (Θέμιδος Μέλαθρον). Στο νεόδμητο πλέον κατάστημα στέγασε το φαρμακείο του που αποτελούνταν από δύο μεγάλους συνεχόμενους χώρους, εκ των οποίων ο ένας χρησίμευε ως παρασκευαστήριο. Στην πρόσοψη του καταστήματος τοποθετήθηκε η μεγάλη επιγραφή «Φαρμακείον “Ο Ιπποκράτης” Μ. Α. Ματαλών».
Την περίοδο εκείνη (λόγω της επικείμενης αδειοδότησης των φαρμακοποιών της Λάρισας), αφίχθηκε στην πόλη ο Μωρίς Μαλλέτ, ως εμπορικός αντιπρόσωπος μεγάλων φαρμακευτικών οίκων των Παρισίων. Ο Μαλλέτ είχε ήδη αρχίσει τις επαφές με τους «υποψήφιους» νόμιμους φαρμακοποιούς της πόλης για την παρουσίαση των νέων γαλλικών φαρμακευτικών σκευασμάτων. Ο πρώτος πελάτης του στη Λάρισα ήταν ο Πέτρος Σιαματάς, ένας νεαρός επιστήμονας που εγκαταστάθηκε στην πόλη και ο οποίος μόλις είχε απολυθεί από τις τάξεις του στρατού όπου υπηρετούσε ως επίκουρος φαρμακοποιός. Όμως ο Μουσόν Ματαλών δεν «είδε με καλό μάτι» αυτή τη συμφωνία, επειδή επιθυμούσε να είναι αυτός που θα διέθετε στην πελατεία του κατ’ αποκλειστικότητα τα γαλλικά σκευάσματα. Σύμφωνα με τα δημοσιευθέντα από τον Αθανάσιο Μανωλάκη, εκδότη της σατιρικής εφημερίδος «Ζερζεβούλης», ο Ματαλών απέστειλε επιστολή σε μία φαρμακευτική εταιρεία των Παρισίων, κατηγορώντας τον Σιαματά και τον Μαλλέτ ως «καταστροφείς» και «μπαταξήδες». Όπως ήταν αναμενόμενο ο Σιαματάς μήνυσε τον Ματαλών για συκοφαντική δυσφήμιση και η υπόθεση απασχόλησε τις στήλες των εφημερίδων το επόμενο διάστημα [3].
Στις 13 Μαρτίου 1884 ο Μουσόν Ματαλών συνεταιρίσθηκε (ποσοστό 50%) με τον φαρμακοποιό Νικόλαο Νικοπίδη (σε ορισμένα έγγραφα αναφέρεται ως Νικοπίθης), ο οποίος είχε έρθει στη Λάρισα από την Καρδίτσα, όπου δραστηριοποιούνταν τα προηγούμενα χρόνια. Οι δύο φαρμακοποιοί σύστησαν μία Ετερόρρυθμη Φαρμακευτική Εταιρεία υπό την επωνυμία «Νικόλαος Νικοπίδης & Συντροφία». Ως έδρα ορίστηκε ο Τύρναβος και η διάρκειά της ήταν αρχικά διετής, με δυνατότητα ανανέωσης. Σκοπός της εταιρείας ήταν η λειτουργία ενός φαρμακείου στον Τύρναβο, διευθυντής και διαχειριστής του οποίου θα ήταν αποκλειστικά ο Νικόλαος Νικοπίδης. Ο Ματαλόν κατέβαλε ωστόσο 2.500 δρχ. ως εταιρικό κεφάλαιο για την αγορά φαρμάκων από την Αθήνα και το εξωτερικό, με την προϋπόθεση ότι θα ελάμβανε κάθε τρίμηνο το 50% των κερδών του φαρμακείου μετά από την αφαίρεση της αξίας των αγορασθέντων φαρμάκων. Ο ίδιος δεν θα εμπλεκόταν στη διαχείριση του φαρμακείου, ούτε θα συμμετείχε στις ζημίες, στα «βερεσέδια» ή στα χρέη «άτινα τυχόν ήθελεν βαρυνθή ο Νικόλαος Νικοπίδης, έστω και υπέρ του εν λόγω φαρμακείου» [4]. Το φαρμακείο εγκαινιάστηκε με κάθε επισημότητα στις 20 Μαρτίου 1884.
Ο Μουσόν Ματαλόν παρέμεινε στη Λάρισα διαχειριζόμενος το φαρμακείο του με μεγάλη επιτυχία. Βασικός προμηθευτής του ήταν το φημισμένο φαρμακείο Κρίνου στην Αθήνα που είχε ιδρύσει το 1837 (οδός Αιόλου) ο καθηγητής της φαρμακογνωσίας και φαρμακευτικής στο Εθνικό Πανεπιστήμιο Σταμάτιος Κρίνος (1815-1886) [5]. Τον Ιούλιο του 1887 ο Μουσόν Ματαλών ενοικίασε το ανώγειο της μεγάλης έπαυλης του κτηματία Δανιήλ Αλχανάτ που βρισκόταν στη συνοικία Σεραμπή (στα δυτικά της Λάρισας) αντί 35 δρχ. μηνιαίως [6].
Η επόμενη χρονιά (1888) επεφύλασσε δυσάρεστες εξελίξεις για το συνεταιριστικό φαρμακείο του Τυρνάβου. Ο Νικόλαος Νικοπίδης (άγνωστο πώς) «δημιούργησε» μεγάλα χρέη προς τρίτους με αποτέλεσμα η επιχείρηση να μην είναι βιώσιμη. Η εταιρεία διαλύθηκε στις 3 Ιουλίου 1888 και ο Μουσόν Ματαλών «κατάσχεσε» το περιεχόμενο του φαρμακείου (φάρμακα και εξοπλισμό) έως του ποσού των 2.500 δρχ. που είχε καταβάλλει ως εταιρικό κεφάλαιο, τέσσερα χρόνια νωρίτερα (1884) [7]. Αν και η εταιρεία διαλύθηκε, το φαρμακείο συνέχισε τη λειτουργία του, υπό την άτυπη διεύθυνση του Μουσόν Ματαλών (η άδεια ήταν στο όνομα του Νικοπίδη). Ο πρώτος προσέλαβε τον δεύτερο ως υπάλληλο με ετήσια αποζημίωση 780 δρχ. [8]. Λίγο διάστημα όμως αργότερα, ο Νικοπίδης, έχοντας λάβει προκαταβολικά το σύνολο της ετησίας αποζημίωσής του, εγκατέλειψε το φαρμακείο και αναχώρησε προς άγνωστη κατεύθυνση.
(συνεχίζεται)
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
[1]. Ιδρύθηκε με Βασιλικό Διάταγμα στις 13/25 Μαΐου 1834 (ΦΕΚ 24/Α/12-7-1834). Στις 6 Νοεμβρίου 1914 (Νόμος 346) μετονομάστηκε σε «Ανώτατο Υγειονομικό Συμβούλιο» (ΦΕΚ 2/Α/2-1-1915).
[2]. Υπουργική απόφαση 37493 (9 Οκτωβρίου 1882): «Περί χορηγήσεως αδείας του μετέρχεσθαι τινας την φαρμακευτικήν εν τοις νέαις επαρχίαις» (ΦΕΚ 133/Α/12-10-1882).
[3]. Ζερζεβούλης (Λάρισα), φ. 3 (8 Αυγούστου 1882) και φ. 4 (18 Αυγούστου 1882).
[4]. Γενικά Αρχεία του Κράτους, Αρχεία Νομού Λάρισας (ΓΑΚ/ΑΝΛ), Συμβολαιογραφικό Αρχείο Αγαθάγγελου Ιωαννίδη, φκ. 11 [1883-1884], αρ. 2816 (13 Μαρτίου 1884).
[5]. Το φαρμακείο στεγάστηκε σε ένα θαυμάσιο ιδιόκτητο διώροφο κτίριο και λειτούργησε μέχρι το 1922. Το 1923 ο Μηνάς Κασσιμάτης πρόσφυγας από τη Σμύρνη (με καταγωγή από την Κωνσταντινούπολη) αγόρασε το κτίριο και στέγασε σε αυτό ένα ζαχαροπλαστείο με μικρασιατικές συνταγές, διατηρώντας την ονομασία του προκατόχου του: «Ζαχαροπλαστείο Κρίνος». Η επιχείρηση λειτουργεί μέχρι σήμερα.
[6]. ΓΑΚ/ΑΝΛ, Συμβολαιογραφικό Αρχείο Ανδρέα Ροδόπουλου, φκ. 023 [1887], αρ. 6289 (6 Ιουλίου 1887).
[7]. Αρχείο Ιωαννίδη, φκ. 024 [1888], αρ. 7801 (3 Ιουλίου 1888).
[8]. Αρχείο Ιωαννίδη, φκ. 024 [1888], αρ. 7802 (3 Ιουλίου 1888).
Από τον Αλέξανδρο Χ. Γρηγορίου