Η κ. Κηλαηδόνη, που αύριο και μεθαύριο στις 9 μ.μ., πρωταγωνιστεί μαζί με τη μητέρα της, Αννα Βαγενά, στην παράσταση «Δύο γυναίκες χορεύουν» στο «Θέατρο Κώστας Τσιάνος», μιλάει σήμερα για τη συνύπαρξή της με τη μητέρα της επί σκηνής, για το αν το επίθετο που φέρει τη βοήθησε στην πορεία της, αλλά και για πώς προτιμάει την Αννα Βαγενά: ηθοποιό ή πολιτικό. Αναφέρει δε ότι «Έχει καταλαγιάσει και η αγωνία της μάνας αν είμαι καλή, αφού έχει δει πια ότι έχω κάνει τη δική μου πορεία, τον Ιούνιο συμπληρώνω 20 χρόνια μάλιστα, και με αντιμετωπίζει ισότιμα ως ηθοποιό και ως συνάνθρωπο».
Συνέντευξη στον Θανάση Αραμπατζή
*Πώς είναι η συνύπαρξή σας με την κ. Βαγενά και μητέρα σας επί σκηνής; Υπάρχουν οι εντάσεις μαμάς και κόρης;
-Με τη μητέρα μου είναι η πέμπτη ή η έκτη φορά που βρισκόμαστε επί σκηνής. Όμως έχουν περάσει από την τελευταία φορά 12 χρόνια, που σ’ αυτό το διάστημα η καθεμία συμμετείχε σε άλλα έργα και συνέβησαν πολύ σημαντικά πράγματα στις ζωές μας. Εγώ έγινα μητέρα, ενώ μεσολάβησε και ο θάνατος του Λουκιανού, οπότε όταν ξαναβρίσκεσαι επί σκηνής και έχουν συμβεί όλα αυτά έχεις αλλάξει πολύ και σαν άνθρωπος, έχουμε γίνει και οι δύο πιο διαλλακτικές και πιο ουσιαστικές στη σχέση μας. Βέβαια το ότι είμαστε μάνα και κόρη, από μόνη της αυτή η σχέση κρύβει μία σύγκρουση. Έχει καταλαγιάσει και η αγωνία της μάνας αν είμαι καλή, αφού έχει δει πια ότι έχω κάνει τη δική μου πορεία, τον Ιούνιο συμπληρώνω 20 χρόνια μάλιστα, και με αντιμετωπίζει ισότιμα ως ηθοποιό και ως συνάνθρωπο.
*Εμπόδιο ή αρωγός η εγγύτητα της σχέσης;
-Η εγγύτητα που έχει αυτή η σχέση παρουσιάζει κι ένα ενδιαφέρον γιατί στο συγκεκριμένο έργο -που παίζουν μόνο δύο πρόσωπα- δεν παίζουμε τη μάνα και κόρη, όπως τις προηγούμενες φορές, αλλά η Αννα Βαγενά παίζει μία ηλικιωμένη γυναίκα κι εγώ μία οικιακή βοηθό που τη βοηθάει. Αυτή μας η οικειότητα μας βοηθά επί σκηνής και υπάρχει αν μη τι άλλο μία αμεσότητα που είναι απαραίτητη στο θέατρο, είναι σαν να βλέπεις μία σκηνή από την καθημερινότητα.
*Το έργο τι πραγματεύεται;
-Είναι ένα σύγχρονο έργο, γράφτηκε το 2013, ενώ ο συγγραφέας θεωρείται από τους σημαντικότερους θεατρικούς συγγραφείς της Ισπανίας, με πάνω από 60 θεατρικά κείμενα. Είναι η ιστορία δύο τελείως διαφορετικών γυναικών με άλλα βιώματα και άλλες μνήμες, με την ηλικιωμένη να είναι και η πιο προοδευτική σε σχέση με τη νεότερη. Το κοινό στοιχείο που έχουν στην αρχή, που είναι και το κομβικό στοιχείο, είναι η μοναξιά, που καμιά της δεν την έχει επιλέξει. Κατ’ αρχάς έχουν μία πολύ συγκρουσιακή σχέση, δεν μπορούν να καταλάβουν η μία την άλλη, ούτε να την αποδεχτούν. Όμως η συνάντησή τους δις εβδομαδιαίως τους οδηγεί στο σταδιακό άνοιγμά τους στην άλλη και στην αποκάλυψη της ιστορίας που κρύβουν από πίσω τους. Καταφέρνουν έτσι να γιατρέψουν τους φόβους που έχουν, τη μοναξιά, την απόγνωση, να έρθουν πολύ κοντά και να φτάσουν σε ένα λυτρωτικό φινάλε-περισσότερα όμως δεν θα αποκαλύψουμε, παρά μόνο ότι το τέλος είναι εξαιρετικό.
*Θεωρείτε ότι το επίθετο που φέρετε καθώς και ότι είστε κόρη της κ. Βαγενά σάς βοήθησε;
-Όχι. Στην αρχή μπορεί να με βοήθησε λίγο. Μετά όμως, μπορώ να πω, ότι περισσότερο πρόβλημα μου προκάλεσε ειδικά στον χώρο, γιατί λένε «εντάξει μωρέ, είναι στο θέατρο λόγω της μητέρας της». Δεν θέλουν να δουν την προσωπική αξία και την προσπάθεια που καταβάλλουν τα παιδιά των καλλιτεχνών. Το «σινάφι» είναι πιο επιφυλακτικό στα παιδιά των επωνύμων, αλλά αυτό όχι μόνο δεν με σταματάει αλλά μου δίνει μεγαλύτερη ώθηση να συνεχίσω να κάνω πράγματα που θέλω να κάνω εγώ και με τον τρόπο που θέλω εγώ. Εν αντιθέσει με τον κόσμο που με έχει αντιμετωπίσει με εξαιρετικό τρόπο όλα αυτά τα χρόνια και με έχει αγκαλιάσει.
*Εσείς τι προτιμάτε, την Αννα Βαγενά ηθοποιό ή την Αννα Βαγενά πολιτικό;
-Ηθοποιός είναι η Αννα έτσι κι αλλιώς, σ’ αυτό παραμένει, άλλωστε έτσι τη γνώρισε ο κόσμος και γι’ αυτό την αγάπησε. Αλλά η Αννα Βαγενά ανέκαθεν ήταν πολιτικοποιημένη, με έντονη δραστηριότητα, στη Λάρισα μάλιστα στα νεανικά της χρόνια ήταν και στη νεολαία Λαμπράκη.
*Τα σχέδιά σας περιλαμβάνουν καθόλου Λάρισα;
-Θα σας αποκαλύψω ότι στα σκαριά έχουμε μία συμπαραγωγή του Θεάτρου Μεταξουργείου με το Θεσσαλικό Θέατρο με την παράσταση «Το θαύμα της Αννυ Σάλιβαν». Είναι ένα πολύ γνωστό αμερικάνικο έργο που έχει ανεβεί στο παρελθόν από πολύ σπουδαίους ηθοποιούς μέσα σ’ αυτούς και η Ελλη Λαμπέτη, ενώ έχει γίνει και κινηματογραφική ταινία. Σε βρεφική ηλικία, η Έλεν Κέλλερ έχασε όραση, ακοή και φωνή και μέχρι τα έξι χρόνια ήταν ένα αγρίμι, το οποίο ζούσε μέσα στη σιωπή και το σκοτάδι. Οι γονείς της στην απόγνωσή τους κάλεσαν την Άννυ Σάλιβαν, μια εικοσάχρονη δασκάλα, που ήταν άτομο με αναπηρία και η ίδια αφού είχε μειωμένη όραση, για να τη βοηθήσει. Με την επιμονή της και κυρίως με την αγάπη της κατόρθωσε να μετατρέψει τη μικρή σ’ ένα χαρισματικό πλάσμα με σπάνιες πνευματικές αρετές. Στη Λάρισα θα μείνουμε πολύ περισσότερο απ’ ό,τι μένουμε συνήθως, τουλάχιστον δύο εβδομάδες, με την παράσταση να ανεβαίνει στο πλαίσιο της Θεατρικής Ανοιξης 2020.