Γι’ αυτό και θεωρώ χρέος μου, αντί μνημοσύνου, να κάνω γνωστές στο κοινό κάποιες απ’ τις αρετές του χαρισματικού αυτού δασκάλου, που τον έκαναν αξιαγάπητο όχι μόνο στους φοιτητές του Πανεπιστημίου, ανεξαρτήτως Σχολής, αλλά και στους σπουδαστές της Ζωσιμαίας Παιδαγωγικής Ακαδημίας.
Αυτό αποδεικνύεται απ’ το γεγονός, ότι, όταν δίδασκε ο Κακριδής στο αμφιθέατρο της Σχολής, αυτό κατακλύζονταν όχι μόνο απ’ τους φοιτητές του, αλλά και από επισκέπτες άλλων Σχολών, που θαμπώνονταν απ’ τον τρόπο διδασκαλίας του. Αξίζει να σημειώσω εδώ, ότι, στα χρόνια της Χούντας, που καταδυνάστευε, τότε, τη χώρα, η παρακολούθηση της διδασκαλίας των καθηγητών ήταν υποχρεωτική και επιτυγχάνονταν με παρουσιολόγιο. Αν, μάλιστα, κάποιος φοιτητής, κατά τη διάρκεια της χρονιάς, συμπλήρωνε πάνω από δύο αδικαιολόγητες απουσίες σ’ ένα μάθημα, τότε έχανε την εξεταστική περίοδο, που ακολουθούσε, και εξετάζονταν την επομένη. Έ, λοιπόν, ο Κακριδής ήταν ο μοναδικός, που δε χρησιμοποιούσε παρουσιολόγιο, αλλά γέμιζε, ασφυκτικά, τον χώρο, που δίδασκε.
Σταχυολογώ κάποια στιγμιότυπα απ’ τη διδασκαλία του. Επειδή η έδρα, απ’ την οποία δίδασκε, βρίσκονταν δύο-τρία σκαλιά πάνω απ’ το δάπεδο και επειδή συνήθιζε να είναι, ιδιαίτερα, παραστατικός κατά τη διάρκεια της διδασκαλίας, προκειμένου να μας κρατά σε εγρήγορση, ανεβοκατέβαινε χοροπηδώντας τα σκαλιά, στην προσπάθειά του να δείξει τη διαφορά μεταξύ ορθών και πλάγιων πτώσεων, όταν στη Γραμματική δίδασκε τα περί πτώσεων.
Κάποιες άλλες φορές, πάλι, για να δείξει τη μουσικότητα ενός στίχου ή ενός κειμένου, εντόπιζε σ’ αυτό και εξηγούσε τον ρόλο της επανάληψης και τη σημασία του συμφώνου –ρ-, μια που η ηχητική επαναλαμβανόμενη προφορά του συμβάλλει, για να επιτευχθεί κάτι τέτοιο.
Χαρακτηριστική, επίσης, ήταν η εμμονή του, κατά την επεξεργασία κειμένων, να δείξει το αισθητικό αποτέλεσμα και την ειδοποιό διαφορά, που προκύπτει απ’ την προσθήκη ενός απλού φωνηέντου στη φωνητική ρίζα ενός ρήματος. Το ρήμα π.χ. αγαπώ, για τους πολλούς, δε διαφέρει σε τίποτε απ’ το ρήμα αγαπάω. Κι, όμως• για τον Κακριδή, συγκρίνοντας το μέγεθος της αγάπης, που προκύπτει απ’ τη χρήση των δύο ρημάτων, η διαφορά είναι τεράστια υπέρ του αγαπάω. Κάτι τέτοιο φαίνεται καθαρά, έλεγε, όταν ένας ερωτευμένος, απευθυνόμενος προς το ταίρι του, δε λέει, σκέτα και κοφτά, "σ’ αγαπώ", αλλά λέει, "σ’ αγαπάω", που έχει μεγαλύτερη διάρκεια και ένταση, ακόμη και στην προφορά του. Κι όλα αυτά χάρις στην προσθήκη ενός ηχηρού άλφα.
Πέραν αυτών και χωρίς τυμπανοκρουσίες ο Κακριδής διέθετε ένα βαθιά δημοκρατικό ήθος, χάρισμα που, χωρίς να πολιτικολογεί, ξεχείλιζε και κατά τη διάρκεια της διδασκαλίας, κάθε φορά που κάποιο κείμενο της κλασικής Φιλολογίας προσφέρονταν για κάτι τέτοιο. Αυτός ήταν, πιστεύω, και ο βασικός λόγος, για τον οποίο ο αξιαγάπητος καθηγητής πέρασε από στρατοδικείο το 1972 και τιμωρήθηκε απ’ τη Χούντα των συνταγματαρχών με ετήσια διαθεσιμότητα, στερώντας τον απ’ τους φοιτητές του, που τον υπεραγαπούσαν. Είχαν, μάλιστα, το θράσος οι στρατοδίκες να διεξαχθεί η δίκη σε αίθουσα του Πανεπιστημίου, έξω απ’ την οποία βρισκόμασταν εκατοντάδες φοιτητές, προκειμένου να συμπαρασταθούμε στον δάσκαλό μας, που δοκιμάζονταν.
Η δίκη αυτή ομολογώ, ότι ήταν η αιτία να ξεκαθαρίσω τη δική μου στάση απέναντι στον αντιδημοκρατισμό και στο "αποφασίζομεν και διατάσσομεν" κάθε αυταρχικού συστήματος, και ότι για πρώτη φορά στη ζωή μου, παρότι αντιλαμβανόμουνα, ότι τελούσαν σε διατεταγμένη υπηρεσία, ένιωσα τόση απέχθεια εναντίον των αστυνομικών οργάνων, που προσπαθούσαν με τον τρόπο, που ξέρουν, να επιβάλουν την τάξη στους φωνασκούντες και διαμαρτυρόμενους γι’ αυτή την αδικία φοιτητές.
Μια που ο δάσκαλος, μ’ όλη τη σημασία της λέξεως, έφυγε, λοιπόν, για πάντα από κοντά μας, αν μη τι άλλο, ένα μεγάλο "Ευχαριστώ", ως ύστατο φόρο τιμής, για την αρματωσιά, που προσέφερε στους φοιτητές του, και για τις παρακαταθήκες, που άφησε πίσω του, για όλους τους δασκάλους του μέλλοντος.
*Από τον Κώστα Γιαννούλα