Εκατόν εξήντα χρόνια μετά, ένας άλλος ξένος, ο Βέλγος Alain Duvivier, είναι αυτός που με πολύωρη καθημερινή, επίπονη, εθελοντική και ιδιαιτέρως κοπιαστική προσωπική εργασία κατάφερε μέσα σε ενάμιση μήνα να ευπρεπίσει το πανέμορφο μονότοξο γεφύρι του Αλαμάνου και ουσιαστικά να του δώσει ξανά την αρχική του μορφή και ζωντάνια.
Το αποτέλεσμα εντυπωσιακό, όπως εντυπωσιακή άλλωστε και η πρωτοβουλία του. Καθάρισε σχολαστικά το διάζωμα ανοίγματος 17, ύψους 8 και πλάτους 2 μέτρων, καθώς και τους αρκάδες που έχουν απομείνει, τα στηθαία του καταστρώματος δηλαδή, και τα τύμπανα, τα πέτρινα τοιχία που εδράζονται στα άκρα του τόξου. Καθάρισε, επίσης, τον περιβάλλοντα χώρο, όχι μόνο από σκουπίδια, αλλά και από τη βλάστηση που είχε υπερκαλύψει τη θέα προς το γεφύρι αναδεικνύοντας έτσι τον όγκο του και τη σπάνια ομορφιά του.
Κι όλα αυτά γιατί; Γιατί, όπως λέει ο ίδιος, δεν μπορούσε να βλέπει ένα τέτοιο εξαίσιο δημιούργημα αφημένο, παραμελημένο και χαμένο μέσα στα δέντρα και τα αγριόχορτα. Αποφάσισε, λοιπόν, μόνος του να του χαρίσει την εικόνα που του πρέπει και τα κατάφερε με το παραπάνω.
Ο κ. Alain είναι 60 χρονών, συνταξιούχος σήμερα, ο οποίος δραστηριοποιήθηκε επαγγελματικά στη χώρα του, στο Ναμύρ μεταξύ Λιέγης και Βρυξελλών, ως αρτοποιός – ζαχαροπλάστης. Εκεί, πριν πολλές δεκαετίες γνώρισε και την Ελληνίδα γυναίκα του, την κ. Βασιλική, με καταγωγή από τη Φανερωμένη Τρικάλων. Οι δυο τους διατηρούν εξοχικό στη Σκήτη της Αγιάς, χωριό όπου διαμένει μόνιμα η αδελφή της κ. Βασιλικής, κι έρχονται για διακοπές πυκνά συχνά τα τελευταία χρόνια όποτε και για όσο μπορούν.
Λατρεύουν το μέρος της Σκήτης και γενικότερα της Αγιάς και αυτό που έκανε ο κ. Alain αποδεικνύει του λόγου το αληθές. Πρόκειται για έναν άνθρωπο ιδιαίτερα χαμηλών τόνων, πράο και προσηνή, ο οποίος δείχνει να αγαπά την Ελλάδα, όσο και την πατρίδα του.
Ας παραδειγματιστούν οι ντόπιοι από την πράξη του, την ανιδιοτελή προσφορά του κι ας καταλάβουμε όλοι μας ότι το καθετί ωραίο που μας έδωσαν οι προγονοί μας, οφείλουμε να το μεταφέρουμε άρτιο από γενιά σε γενιά…
ΑΓΙΑ (Γραφείο «Ε»)
Του Νίκου Γουργιώτη