.Παράλληλα ο Ιωάννης Φίλιος αγόρασε 19 αγροτεμάχια συνολικής εκτάσεως 200 περίπου στρεμμάτων τα οποία βρίσκονταν στο Τσουλάρ (Μελία) [2]ενώ στο Καζακλάρ (Αμπελώνα) αγόρασε τέσσερις αμπελώνες συνολικής εκτάσεως 3.750 τμ. Το επόμενο έτος (1884) η σύζυγός του Ευανθία αγόρασε μία κατοικία στη συνοικία Τεκελή Ατίκ, η οποία το 1886 ενοικιάστηκε για τρία έτη και αντί 70 δρχ. μηνιαίως, στον εκπρόσωπο του Δημοσίου και γραμματέα της Νομαρχίας Λαρίσης Δημήτριο Στεφάνου «ίνα χρησιμεύση ως φυλακή των προσωποκρατουμένων διά χρέη και των ελαφροποίνων καταδίκων» [3]. Τέλος το 1888 η Ευανθία αγόρασε ένα οικόπεδο 60 τμ. από τον φανοποιό Χαΐμ Μοσέ Γιάννο, το οποίο συνόρευε με την κατοικία τους στη συνοικία Αρναούτ [4].
Για άγνωστους όμως λόγους (οι φήμες της εποχής έκαναν λόγο για πολυδάπανες προεκλογικές εκστρατείες), κατά τη διάρκεια της δεύτερης βουλευτικής του θητείας (1890-1892) μεταβίβασε σε τρίτους (με τη συγκατάθεση της συζύγου του)όλη σχεδόν την ακίνητη περιουσία του. Τον Αύγουστο του 1891 πωλήθηκε το 1/4 (εξ αδιαιρέτου) των αγροτεμαχίων στο Τσουλάρ στον Εβραίο αργυραμοιβό και τραπεζίτη της Λάρισας Σαμουήλ Μπέγα αντί 875 δρχ. [5] ενώ τον Ιανουάριο του 1892 τα υπόλοιπα 3/4 (εξ αδιαιρέτου) στον κτηματία Αναγνώστη Καραμητρόπουλο από το Τσουλάρ. Οι αμπελώνες στο Καζακλάρ πωλήθηκαν τον Δεκέμβριο του 1891 στον Οθωμανό κτηματία Κιοσέ Μαχμούτ Χασάν (κάτοικο Καζακλάρ) αντί 37 χρυσών Τουρκικών λιρών (833 δρχ.) [6]. Επειδή εκείνο το διάστημα το ζεύγος Φίλιου διέμενε στην Αθήνα, είχε διορισθεί ως πληρεξούσιός τους στη Λάρισα ο Αθηναίος έμπορος Αλέξανδρος Βελιμέζης [7].Οι δύο οικίες στις συνοικίες Καϊλιάς και Σαρασλάρ (πρώην Γυμνάσιο και καπνεργοστάσιο αντίστοιχα) πωλήθηκαν τον Ιούλιο του 1892 (αντί συνολικού τιμήματος 14.300 δρχ.), στον Χρήστο Στεργίου (ή Καζακλαριώτη) [8]. Τα «Θεσσαλικά Χρονικά» (Αθήνα 1935, σ. 288δ) αναφέρουν ότι ο Ιωάννης Φίλιος «ακολουθών τας ηθικάς περί πολιτικής αρχάς, εδαπάνησεν άπασαν την περιουσίαν του και απεβίωσε πτωχός». Έφυγε από τη ζωή το 1930 σε ηλικία 70 ετών και ενταφιάστηκε στο Παλαιό Νεκροταφείο της Λάρισας [9].
Εκτός από έναν γιο που απεβίωσε το 1884 σε νεαρή ηλικία [10], είχε αποκτήσει και δύο θυγατέρες: τη Στέλλα και την Αιμιλία. Η πρώτη παντρεύτηκε τον στρατιωτικό κτηνίατρο Ιωάννη Μακαρόνα και εγκαταστάθηκε στην Αθήνα [11], ενώ η δεύτερη τον έμπορο και δικηγόρο Σωτήριο Πατσουρίδη [12].
ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΦΙΛΙΟΣ
Γεννήθηκε στην Πάτρα το 1876. Απόφοιτος της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών, εγκαταστάθηκε στη Λάρισα το 1881. Ουδέποτε όμως εξάσκησε την Ιατρική αφού αναμείχθηκε με την πολιτική. Εκλέχθηκε τρεις φορές (πρώτος σε ψήφους)δημοτικός σύμβουλος της Λάρισας (1907-1923), ενώ διετέλεσε και πρόεδρος του Δημοτικού Συμβουλίου (1907). Τον Νοέμβριο του 1908 αρραβωνιάστηκε την Ματθίλδη Ν. Παπαγεωργίου από τη Χαλκίδα, ανεψιά του Γεωργίου Δεσύπρη, διευθυντή του υποκαταστήματος της Εθνικής Τράπεζας στη Λάρισα, την οποία και νυμφεύθηκε τον Απρίλιο του 1909 [13]. Εκλέχθηκε δύο φορές βουλευτής Λαρίσης (1915, 1920) [14], ενώ παράλληλα διετέλεσε διευθυντής του υποκαταστήματος της Τράπεζας Θεσσαλίας και της Λαϊκής Τράπεζας (1923-1940). Το 1925 εκλέχθηκε πρώτος πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου του νεοσύστατου Οργανισμού Ύδρευσης και Ηλεκτροφωτισμού Λαρίσης (ΟΥΗΛ), θέση στην οποία παρέμεινε μέχρι το 1940. Απεβίωσε το 1959. Η θυγατέρα του Μαρία παντρεύτηκε στην Αθήνα (παρεκκλήσι Ριζαρείου Σχολής) τον Ιούνιο του 1940, τον Σπύρο Β. Μιχάλη με ανάδοχο τον βιομήχανο Γεώργιο Παπαγεωργίου [15].
ΑΝΔΡΕΑΣ ΦΙΛΙΟΣ
Γεννήθηκε στην Πάτρα το 1865. Μετά το 1881 εγκαταστάθηκε στη Λάρισα με τους γονείς και τους αδελφούς του, όπου τελείωσε το Γυμνάσιο της πόλης. Το 1883 εγγράφθηκε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και το 1888αναγορεύθηκε διδάκτορας των Νομικών Επιστημών. Το 1884 και ενώ ακόμα ήταν φοιτητής, αγόρασε από τον Οθωμανό κτηματία Καρακάση Χουσεΐν Αρίφ (κάτοικο Τρικάλων) έναν αμπελώνα στην τοποθεσία Κουμλούκ έξω από την Λάρισα. Αρκετά χρόνια αργότερα (1892) και ενώ εξασκούσε τη δικηγορία στη Λάρισα αγόρασε (μέσω πληρεξουσίου) μία οικία στη συνοικία Καλίς μαχαλά από τον κτηματία Χαϊρεντίν εφένδη Χουρσίτ Οστά που είχε μεταναστεύσει στην Προύσα της Μικράς Ασίας. Ο ίδιος διέθετε και άλλη μία κατοικία στην προαναφερθείσα συνοικία όπου για ένα διάστημα στεγάστηκε το Εφετείο της πόλης [16]. Απεβίωσε στη Λάρισα στις 15 Ιουλίου 1905 σε ηλικία 40 ετών [17] και ενταφιάστηκε στο Παλαιό Νεκροταφείο της πόλης. Δεν νυμφεύθηκε και δεν απέκτησε απογόνους.
(συνεχίζεται)
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
[1]. Ένα κατάστημα ενοικιάστηκε μέχρι το 1900 στον Κυριαζή Α. Κολοκοτρώνη, αντί ενοικίου ενός χρυσού εικοσόφραγκου τον μήνα. Βλ. Αρχείο Ροδόπουλου, φκ. 016 [1886], αρ. 4359 (1 Μαρτίου 1886).
[2]. Αρχείο Νικολάου Λάσκαρη, αρ. 1539/1883 και 2811/1884.
[3]. Αρχείο Ροδόπουλου, φκ. 015 [1885-1886], αρ. 4338 (21 Φεβρουαρίου 1886).
[4]. Αρχείο Ιωαννίδη, φκ. 024 [1888], αρ. 7805 (4 Ιουλίου 1888).
[5]. Αρχείο Ροδόπουλου, φκ. 039 [1891], αρ. 11469 (2 Αυγούστου 1891).
[6]. Αρχείο Ιωαννίδη, φκ. 035 [1891-1892], αρ. 12516 (19 Δεκεμβρίου 1891).
[7]. Αρχείο Σπυρίδωνος Αρμάγου (Αθήνα), αρ. 28569 (22 Οκτωβρίου 1891).
[8]. Αρχείο Ροδόπουλου, φκ. 042 [1892], αρ. 12749 (1 Ιουλίου 1892).
[9]. Αλέξανδρος Χ. Γρηγορίου, Το Α΄ Δημοτικό Νεκροταφείο της Λάρισας (1899-1993). Θεσσαλονίκη 2013, κατάλογος ταφικών μνημείων, αρ. 201.
[10]. Ανεξαρτησία (Βόλος), φ. 261 (6 Αυγούστου 1884).
[11]. Σάλπιγξ (Λάρισα), φ. 547 (22 Οκτωβρίου 1900)και Όλυμπος (Λάρισα), φ. 137 (20 Οκτωβρίου 1900).
[12]. Όλυμπος (Λάρισα), φ. 130 (15 Σεπτεμβρίου 1900) και Σάλπιγξ (Λάρισα), φ. 562 (4 Φεβρουαρίου 1901).
[13]. Λάρισσα (Λάρισα), φ. 2 (14 Νοεμβρίου 1908), Σάλπιγξ (Λάρισα), φ. 967 (16 Νοεμβρίου 1908), φ. 990 (26 Απριλίου 1909) και Μικρά (Λάρισα), φ. 398 (23 Απριλίου 1909).
[14]. Βουλή των Ελλήνων, Μητρώον Πληρεξουσίων, Γερουσιαστών και Βουλευτών (1822-1935), Αθήνα 1986, σ. 290-291.
[15]. Κήρυξ (Λάρισα), φ. 3767 (11 Ιουνίου 1940).
[16]. Αρχείο Ροδόπουλου, φκ. 010 [1884], αρ. 2675 (7 Ιουνίου 1884) και φκ. 042 [1892], αρ. 12711 (17 Ιουνίου 1892).
[17]. Σάλπιγξ (Λάρισα), φ. 795 (17 Ιουλίου 1905).
Από τον Αλέξανδρο Χ. Γρηγορίου