Ο πατέρας της είχε διορισθεί δικηγόρος στη Λάρισα στις 7 Μαρτίου 1883 (ΦΕΚ 86/Α/9-3-1883). Παράλληλα ασχολήθηκε με τη πολιτική και εκλέχθηκε επί σειρά ετών δημοτικός και νομαρχιακός σύμβουλος καθώς και βουλευτής Λαρίσης (1895-1902). Ο Πιπινόπουλος υπήρξε «χαρακτήρ αδαμάντινος, πλούτος γνώσεων, τον οποίον εσεβάσθησαν όλα τα κόμματα διά την ευγενήν πολιτική του» [1]. Διετέλεσε επίσης μέλος της οργανωτικής επιτροπής της Γεωργικής και Κτηνοτροφικής Εκθέσεως Λαρίσης (1900), μέλος της διοικούσας επιτροπής του Αρσακείου Παρθεναγωγείου (1902-1907), μέλος του Αδελφάτου του Κουτλιμπάνειου Νοσοκομείου Λαρίσης (1903), νομικός σύμβουλος της Εθνικής Τράπεζας (1905-1911) και μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου του Δικηγορικού Συλλόγου Λαρίσης (1926-1930) [2].
Η Μαρία Πιπινοπούλου μετά τις εγκύκλιες σπουδές της εγγράφθηκε στο Παρθεναγωγείο της Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας (Αρσάκειο) στη Λάρισα, απ’ όπου απεφοίτησε ως «αριστούχος διδασκάλισσα» τον Ιούνιο του 1906 [3]. Κατά το διάστημα της φοίτησής της στο Παρθεναγωγείο γνωρίστηκε με τον νεαρό τότε καθηγητή της Θεολογίας Γεώργιο Σωτηρίου που μόλις είχε διορισθεί στη Λάρισα.
Ο Γεώργιος Σωτηρίου γεννήθηκε το 1880 στις Σπέτσες. Φοίτησε στην Ριζάρειο Εκκλησιαστική Σχολή και το 1899 εγγράφθηκε στη Θεολογική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Τον Ιανουάριο του 1904 αναγορεύτηκε διδάκτορας Θεολογίας. Τον Μάρτιο του ιδίου έτους διορίσθηκε καθηγητής των «ιερών μαθημάτων» στο Ελληνικό Σχολείο, στο Διδασκαλείο και στο Αρσάκειο της Λάρισας. «Ο νέος καθηγητής κ. Γεώργιος Σωτηρίου ευθύς από των πρώτων μαθημάτων αυτού είλκυσε την εκτίμησιν και αγάπην των μαθητών και μαθητριών του διά την εύληπτον και ευμέθοδον διδασκαλίαν του» [4]. Ο διορισμός του στην πρωτεύουσα της Θεσσαλίας έμελλε να σηματοδοτήσει τη μετέπειτα οικογενειακή του ζωή και επιστημονική του σταδιοδρομία. Τον Οκτώβριο του 1907 ο Σωτηρίου παραιτήθηκε από τον διδασκαλικό κλάδο και επέστρεψε προσωρινά στην Αθήνα ώστε να προετοιμάσει τα επόμενα βήματα που θα πραγματοποιούσε από κοινού με την Μαρία Πιπινοπούλου την οποία είχε ήδη αρραβωνιασθεί.
Τον Σεπτέμβριο του 1909 οι δυο τους ενώθηκαν με τα δεσμά του γάμου στον καθεδρικό ναό του Αγίου Αχιλλίου της Λάρισας [5]. Ο καθηγητής και μετέπειτα ακαδημαϊκός Αλέξανδρος Διομήδης – Κυριακός (1875-1950) ήταν από τους πρώτους που απέστειλαν συγχαρητήριο τηλεγράφημα. Ο τελευταίος είχε μεσολαβήσει ώστε η Μαρία και ο Γεώργιος να γίνουν δεκτοί στα μεταπτυχιακά τμήματα της Αρχαιολογίας, Θεολογίας και Ιστορίας της τέχνης, στα Πανεπιστήμια της Λειψίας, του Βερολίνου και της Βιέννης [6]. Την επομένη του γάμου τους αναχώρησαν για την Γερμανία. Η Μαρία «επεδόθη εις αρχαιολογικάς σπουδάς. Αι ειδικαί αύται σπουδαί παρέσχον εις αυτήν την δυνατότητα ου μόνον να δημοσιεύση σειράν αξιολογωτάτων επιστημονικών μελετών επί θεμάτων της βυζαντινής τέχνης, αλλά και να καταστή η πολύτιμη συνεργάτις και βοηθός του κ. Καθηγητού εις πάσας τας εκδηλώσεις του πολυσχιδούς επιστημονικού αυτού έργου» [7].
Η Μαρία Σωτηρίου επέστρεψε με τον σύζυγό της στη Λάρισα τις παραμονές των βαλκανικών πολέμων (1912). Ο τελευταίος κατατάχθηκε στο στράτευμα και αυτή προσέφερε τις υπηρεσίες της στον Ερυθρό Σταυρό. Μετά το τέλος του πολέμου εγκαταστάθηκαν μόνιμα στην Αθήνα. Το 1921 συνόδευσε τον σύζυγό της στην Έφεσο της Μικράς Ασίας, όπου με δαπάνες της Ύπατης Αρμοστείας της Σμύρνης ο τελευταίος πραγματοποίησε ανασκαφές «προς ανακάλυψιν του εκ φιλολογικών μαρτυριών μόνον γνωστού περιφήμου Ναού του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου». Αναχώρησαν εσπευσμένα από εκεί στις 21 Αυγούστου 1922 λόγω των γεγονότων της Μικρασιατικής συμφοράς και λίγο έλειψε να συλληφθούν από Τούρκους ατάκτους. Το 1924 βοήθησε τον σύζυγό της στις αρχαιολογικές ανασκαφές στη Νέα Αγχίαλο του Βόλου, στη Νικόπολη της Ηπείρου και στις Θήβες. Το 1938 η Μαρία ταξινόμησε τα κειμήλια των ιερών μονών του Αγίου Γεωργίου στο Κάιρο της Αιγύπτου και της Αγίας Αικατερίνης στο Σινά. Στην τελευταία θα επέστρεφε πολλά χρόνια αργότερα (άνοιξη 1954), ως επικεφαλής φωτογραφικού συνεργείου, για να αποτυπώσει όλες τις τοιχογραφίες και τις φορητές εικόνες της μονής. Το 1956 (σε συνεργασία με τον σύζυγό της) εξέδωσε στην Αθήνα τον πρώτο τόμο του διαχρονικού πονήματος «Εικόνες της Μονής Σινά» (ο δεύτερος τόμος εκδόθηκε το 1958).
Είναι αλήθεια ότι η Μαρία Πιπινοπούλου-Σωτηρίου, δεν έτυχε της ευρείας αναγνώρισης που είχε ο σύζυγός της [8]. «Η Μαρία Σωτηρίου έμεινε άνθρωπος νέος και εξαιρετικά ζωντανός ως το τέλος της ζωής της. Η στάση της στη ζωή με το γνήσιο προοδευτικό της πνεύμα, τη σπάνια λιτότητα που τη χαρακτήριζε και την αμεσότητα στις ανθρώπινες σχέσεις, φανέρωνε έναν άνθρωπο συμφιλιωμένο με τον εσωτερικό του κόσμο. Είχε την τάση να εξιδανικεύη τα πάντα γιατί ένιωθε την ανάγκη να ζη σ’ ένα κόσμο με ομορφιά και ποιότητα. Τούτο το στοιχείο, μαζί με την οξύτητα του πνεύματος, την εγρήγορση στη σκέψη και την μαχητική ιεραποστολική διάθεση, δίνει το μέτρο για το πλησίασμα αυτής της σπάνιας προσωπικότητας» [9]. Απεβίωσε στην Αθήνα στις 21 Φεβρουαρίου 1979 σε ηλικία 91 ετών.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
[1]. Μικρά (Λάρισα), φ. 311 (24 Ιουνίου 1907).
[2]. Ο Δημήτριος Πιπινόπουλος είχε ακόμα δύο θυγατέρες: την Κική και την Τότα. Η πρώτη γεννήθηκε στη Λάρισα το 1886. Απόφοιτος του Αρσακείου της Αθήνας δίδαξε στο αντίστοιχο της Λάρισας διαθέτοντας επί σειρά ετών τις μηνιαίες αποδοχές της για τη φοίτηση σε αυτό, πέντε απόρων μαθητριών. Βλ. Όλυμπος (Λάρισα), φ. 293 (4 Ιουλίου 1903). Παντρεύτηκε τον κτηματία Δημήτριο Δημητριάδη. Απεβίωσε το 1975. Η δεύτερη παντρεύτηκε το 1909 τον αξιωματικό του Πυροβολικού Στυλιανό Πανουργιά από την Άμφισσα. Βλ. Μικρά (Λάρισα), φ. 9/411 (23 Ιουλίου 1909) και φ. 44/450 (1 Μαΐου 1910).
[3]. Μικρά (Λάρισα), φ. 74/224 (16 Ιουλίου 1906).
[4]. Σάλπιγξ (Λάρισα), φ. 726 (28 Μαρτίου 1904).
[5]. Σάλπιγξ (Λάρισα), φ. 1012 (27 Σεπτεμβρίου 1909) και Μικρά (Λάρισα), φ. 18/420 (2 Οκτωβρίου 1909).
[6]. Ανδρέας Φυτράκης, «Γεώργιος Αγγ. Σωτηρίου», Επιστημονική Επετηρίδα Θεολογικής Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών, τ. 14 (1958-1960), Αθήνα 1963, σ. κε΄ - ξβ΄. Ειδικώς, σ. κε΄.
[7]. Ανδρέας Φυτράκης, σ. ε΄.
[8]. Ο Γεώργιος Σωτηρίου διετέλεσε πρόεδρος της Ακαδημίας Αθηνών (1940-1941), πρύτανης του Πανεπιστημίου Αθηνών (1950-1951), πρόεδρος της «Χριστιανικής Αρχαιολογικής Εταιρείας», ενώ οργάνωσε και διηύθυνε επί σειρά ετών το Βυζαντινό Μουσείο Αθηνών. Απεβίωσε στην Αθήνα στις 26 Ιανουαρίου 1965.
[9]. Ντούλα Μουρίκη, «Μαρία Γ. Σωτηρίου», Δελτίον Χριστιανικής & Αρχαιολογικής Εταιρείας (Αθήνα), τ. 9 (1977-1979), σ. ζ΄- ι΄. Ειδικώς, σ. ι΄.
Από τον Αλέξανδρο Χ. Γρηγορίου