Την πρόθεσή τους να κρατήσουν σταθερή την τιμή του ψωμιού για ένα διάστημα αναμένοντας την εξέλιξη των τιμών των αλεύρων, εξέφρασαν στη σημερινή έκτακτη συνάντησή τους τα μέλη της Συντεχνίας Αρτοποιών ν. Λάρισας. Αν και η συγκέντρωση, που διεξήχθη στο Επιμελητήριο, αφορούσε κυρίως στην εφαρμογή των αυξημένων συντελεστών ΦΠΑ στα προϊόντα που παράγουν και διαθέτουν στον καταναλωτή, ωστόσο ο προβληματισμός και η δυσθυμία για το αυξημένο κόστος παραγωγής του ψωμιού, δεν έλειψε…
Η άποψη πάντως που κυριάρχησε ήταν πως μέχρι και τον Αύγουστο η τιμή του ψωμιού θα πρέπει να μείνει ως έχει και από το Σεπτέμβριο που θα ξεκαθαρίσει το τοπίο με τα άλευρα, θα χειριστούν αναλόγως το ζήτημα…
Η σημερινή συγκέντρωση έγινε παρουσία του προέδρου της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Αρτοποιών κ. Μιχ. Μούσιου, ο οποίος τους ενημέρωσε και για το πρόγραμμα των αυτόματων πωλητών γάλακτος στα αρτοποιεία, που "τρέχει" την περίοδο αυτή με πρωτοβουλία της ΟΑΕ.
Την επόμενη εβδομάδα αναμένονται οι τελικές αποφάσεις για την επαναλειτουργία του Χρηματιστηρίου Αθηνών, σύμφωνα με υψηλόβαθμους παράγοντες του υπουργείου Οικονομικών.
Την ίδια ώρα εκπρόσωποι της Τραπέζης τη Ελλάδος, της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, του Χρηματιστηρίου και του ΣΜΕΧΑ συνεχίζουν τις επαφές τους για να διαμορφώσουν τους όρους επαναλειτουργίας της χρηματιστηριακής αγοράς.
Το "αγκάθι" για το πως θα επαναλειτουργήσει ομαλά η κεφαλαιαγορά
Το μεγάλο «αγκάθι» είναι το όριο που θα έχουν οι Έλληνες επενδυτές να χρησιμοποιούν τις υφιστάμενες τραπεζικές τους καταθέσεις για τοποθετήσεις στην εγχώρια αγορά.
Στο τραπέζι των διαβουλεύσεων έχουν κατατεθεί τα εξής σενάρια:
-Οι Έλληνες επενδυτές να μπορούν να αγοράζουν μετοχές εκτός από τη χρήση «νέου χρήματος» και με τη χρήση ενός μικρού ποσοστού αρχικά (10% π.χ.) ή και ενός ορίου (π.χ. 5.οοο ευρώ) των υπαρχόντων τραπεζικών τους καταθέσεων.
- Με τη χρήση των πιστωτικών τους υπολοίπων στις χρηματιστηριακές, ποσό που όμως κινείται μόλις στα 30 εκατ. ευρώ και
-Πραγματοποίηση συναλλαγών με δυνατότητα μεταφοράς κεφαλαίων από τραπεζικές καταθέσεις σε μερίδες επενδυτών μέσω e-banking.
Την πάγια θέση της ΕΣΕΕ (Ελληνική Συνομοσπονδία Εμπορίου και Επιχειρηματικότητας) για επιστροφή στην Εθνική Γενική Συλλογική Σύμβαση Εργασίας και στις κλαδικές συμβάσεις, επανέλαβε ο πρόεδρος της ΕΣΕΕ Βασίλης Κορκίδης σε συνάντηση του προεδρείου της Συνομοσπονδίας με τον νέο υπουργό Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης Γιώργο Κατρούγκαλο. Στο πλαίσιο αυτό, όπως είπε, συμφωνήθηκε η παράταση της ισχύος της Εθνικής Γενικής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας για ακόμη τρεις μήνες, δηλαδή έως το τέλος του χρόνου.
Ο κ. Κορκίδης ενημέρωσε τον υπουργό για τις θέσεις του εμπορίου σε ασφαλιστικά-εργασιακά θέματα. Συγκεκριμένα:
- Πρότεινε να θεσπιστούν δύο στάδια πριν την τελική επιβολή του προστίμου των 10.550 ευρώ για κάθε ανασφάλιστο εργαζόμενο που εντοπίζουν οι ελεγκτές («συμβουλευτικό» και «προειδοποίησης»).
- Ζήτησε κίνητρα για την παραμονή των μικρομεσαίων επιχειρήσεων στη χώρα, επισημαίνοντας την τάση φυγής των επιχειρήσεων στο εξωτερικό που θα προκαλέσει αύξηση της ανεργίας.
- Ενημέρωσε τον νέο υπουργό για τη συνεργασία της ΕΣΕΕ με την αναπληρώτρια υπουργό Ράνια Αντωνοπούλου αναφορικά με τις πρωτοβουλίες ενίσχυσης της απασχόλησης και την υλοποίηση προγράμματος στο λιανεμπόριο για την εκπαίδευση 4.000 νέων ανέργων και την παράλληλη πιστοποίηση και ένταξή τους στην αγορά εργασίας.
Τέλος, ο κ. Κορκίδης τόνισε ότι η πρόσφατη απόφαση του διοικητή του ΟΑΕΕ Τάσου Πετρόπουλου σχετικά με την αποποινικοποίηση των οφειλών για ατομικές εισφορές των ασφαλισμένων στον ΟΑΕΕ, αποκατέστησε την αδικία σε βάρος όλου του εμπορικού κόσμου της χώρας που έχει πληγεί σημαντικά από την οικονομική κρίση και αποτελούσε πάγιο αίτημα του εμπορικού κόσμου τα τελευταία τρία χρόνια.
Τις συνέπειες ενός Grexit και το πώς θα διαμορφωθεί το οικονομικό, επιχειρηματικό, επενδυτικό και κοινωνικό πεδίο μετά από αυτό, ανέλυσε ο διεθνής οίκος συμβουλευτικών και ελεγκτικών υπηρεσιών Ernst & Young.
H μελέτη της ΕΥ εκπονήθηκε στο χρονικό διάστημα του Μαρτίου έως και Μαΐου 2015, σε συνεργασία με την Oxford Economics, ενός εκ των κορυφαίων Βρετανικών συμβουλευτικών οίκων σε θέματα διεθνούς οικονομίας.
Στη μελέτη διερευνώνται οι παρενέργειες μόνο για την περίπτωση μιας συντεταγμένης αποχώρησης της Ελλάδας από το ευρώ, με τη χώρα να παραμένει στην Ευρωπαϊκή Ένωση και να επαναδιαπραγματεύεται τους όρους της συνθήκης της Λισαβόνας.
Το ενδεχόμενο άτακτης χρεοκοπίας και αιφνίδιας εξόδου από την ευρωζώνη, δεν εξετάζεται, διότι σ’ αυτή την περίπτωση «θα ανοίξουν οι πύλες της κολάσεως», όπως δήλωσε χαρακτηριστικά ο Διευθύνων Σύμβουλος της EY στην Ελλάδα, κ. Πάνος Παπάζογλου.
Αντίθετα, το σενάριο μιας συντεταγμένης εξόδου από την Ευρωζώνη, προϋποθέτει διαπραγμάτευση με τους εταίρους και δανειστές της χώρας. Ωστόσο, αυτό δεν σημαίνει ότι η έξοδος θα είναι ομαλή.
Οι άμεσες επιπτώσεις συνοπτικά
Σύμφωνα με τα ευρήματα της μελέτης, συνοπτικά οι άμεσα αισθητές επιπτώσεις θα είναι οι ακόλουθες:
► Τουλάχιστον 50% η άμεση υποτίμηση του νέου νομίσματος. Θα μπορούσε δε, να είναι σημαντικά μεγαλύτερη ανάλογα με τις οικονομικές πολιτικές που θα εφαρμοσθούν.
Σημειώνεται ότι, στην εκτιμώμενη επίσημη υποτίμηση, δεν έχουν συνυπολογιστεί οι όποιες κερδοσκοπικές πιέσεις που μπορεί να εκδηλωθούν στο νέο νόμισμα ή και στις υποσχετικές πληρωμής (IOUs), που θα εκδοθούν κατά τη μεταβατική περίοδο από το ευρώ στο νέο εθνικό νόμισμα.
► Άμεση μείωση της εγχώριας ζήτησης κατά 25% και του πραγματικού ΑΕΠ από 15% έως και 20%, που θα σήμαινε ότι η χώρα σωρευτικά από το 2007 θα έχανε σχεδόν το ήμισυ του εγχώριου πραγματικού εισοδήματος.
► Εκτίναξη του πληθωρισμού και περαιτέρω σημαντική αύξηση της ανεργίας.
► Mείωση των πραγματικών μισθών, των πιστώσεων και των επενδύσεων.
► Σε όρους ευρώ, η ελληνική οικονομία το πιθανότερο είναι να μην ανακτήσει ποτέ τις απώλειες στο ΑΕΠ, καθώς η έξοδος, η στάση πληρωμών και η υποτίμηση του νομίσματος, θα οδηγήσουν σε μόνιμη απώλεια εθνικού εισοδήματος.
► Σημαντική συμπίεση του πραγματικού διαθέσιμου εισοδήματος, που θα πλήξει πολύ περισσότερο τα νοικοκυριά σταθερού και χαμηλού εισοδήματος, με επακόλουθο αντίκτυπο τη φτώχεια και τη μεγάλη αύξηση της ανισότητας.
► Σύμφωνα με μια πρώτη προσέγγιση, κατά τον πρώτο χρόνο μετά την έξοδο, το κατά κεφαλήν ΑΕΠ, σε όρους ευρώ, λόγω της συνδυαστικής επίδρασης της οικονομικής συρρίκνωσης και την υποτίμησης, θα μπορούσε να μειωθεί σε περίπου € 11.000, σε σύγκριση με τα επίπεδα των € 17.000 το 2014
► Ακόμη και σε υποθετικό σενάριο μείωσης του δημοσίου χρέους κατά 50%, ο λόγος του χρέους προς το ΑΕΠ θα παρέμενε σε επίπεδα άνω του 130% - λόγω της υποτίμησης, της αδυναμίας μετατροπής του σε δραχμές και της δραματικής μείωσης του ΑΕΠ.
► Το Grexit δε θα σηματοδοτούσε το τέλος της λιτότητας – αντίθετα, το υψηλό χρέος θα άφηνε ελάχιστα περιθώρια ελιγμών για την κυβέρνηση, αποκλείοντας κάθε πιθανότητα δημοσιονομικής χαλάρωσης.
Αναλυτικά τα αποτελέσματα της μελέτης
Σκοπός της μελέτης ήταν η ουσιαστική και αντικειμενική ενημέρωση επιχειρήσεων ή υποψηφίων επενδυτών σχετικά με τις επιπτώσεις μίας ενδεχόμενης εξόδου της χώρας από την Ευρωζώνη.
Η μελέτη δεν αναλύει καθόλου το ακραίο σενάριο μιας άτακτης εγκατάλειψης του κοινού νομίσματος με παράλληλη καταγγελία των δανειακών υποχρεώσεων της χώρας.
Οι συνέπειες του σεναρίου αυτού είναι αδύνατον να αποτιμηθούν, καθώς ένα τέτοιο σενάριο θα οδηγούσε σε δραματική μείωση του ΑΕΠ, παρατεταμένη αστάθεια και αβεβαιότητα και έξοδο από τη συνθήκη Σένγκεν και την ίδια την Ευρωπαϊκή Ένωση, ενώ η προοπτική επανόδου σε συνθήκες ανάπτυξης και ευημερίας δεν θα μπορούσε να οριοθετηθεί χρονικά.
Αντιθέτως, η παρούσα μελέτη βασίζεται στο σενάριο μιας συντεταγμένης εξόδου από την Ευρωζώνη μετά από διαπραγμάτευση με τους εταίρους και δανειστές της χώρας. Ακόμα και σε αυτό το «αισιόδοξο σενάριο», οι συνέπειες για την οικονομία και την κοινωνία θα είναι εξαιρετικά σοβαρές, ενώ οι επιπτώσεις θα κρίνονταν κυρίως από την οικονομική πολική που θα εφαρμοζόταν, καθώς η όποια νομισματική ή δημοσιονομική χαλάρωση θα οδηγούσε σε βαθύτερα προβλήματα.
Παρουσιάζοντας την έρευνα ο Πάνος Παπάζογλου, Διευθύνων Σύμβουλος της ΕΥ Ελλάδας, είπε: «Mε τη μελέτη αυτή, η ΕΥ πιστεύει ότι συμβάλει στην απαραίτητη ενημέρωση αναφορικά με τις επιπτώσεις μιας εξόδου της χώρας από τη ζώνη του ευρώ.
Πρόκειται για ένα γεγονός που, ακόμα και στο σενάριο της συντεταγμένης εξόδου, θα σημάδευε το μέλλον της χώρας για τις επόμενες δεκαετίες.
Στην ΕΥ έχουμε ορίσει ως αποστολή μας το να συμβάλλουμε στη δημιουργία ενός καλύτερου κόσμου για τους ανθρώπους μας, για τους πελάτες μας και για την κοινωνία. Στα πλαίσια αυτά πιστεύουμε ότι οφείλουμε να μοιρασθούμε τα ευρήματα της σημαντικής αυτής ερευνητικής δουλειάς».
Οικονομικές, γεωπολιτικές και στρατηγικές συνέπειες, στο «αισιόδοξο» σενάριο
Η ανάλυση της ΕΥ εκτιμά ότι ενδεχόμενη έξοδος της χώρας από τη ζώνη του ευρώ, ακόμη και στην καλύτερη περίπτωση, εκείνη μιας συντεταγμένης εξόδου, θα επιβαρύνει τα ελληνικά νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις με τεράστιο κόστος και θα αφήσει τη χώρα γεωπολιτικά, στρατηγικά και οικονομικά απομονωμένη.
Με την έκδοση του νέου νομίσματος, η συναλλαγματική ισοτιμία θα υποτιμηθεί δραστικά, κατά τουλάχιστον 50%.
Στο πιο θετικό σενάριο, και με την προϋπόθεση ότι θα υπάρξει περιορισμένη πολιτική, κοινωνική και οικονομική αστάθεια, η συναλλαγματική ισοτιμία μετά την αρχική δραστική υποτίμηση, θα μπορούσε να σταθεροποιηθεί κοντά στο -30%.
Όμως, αξίζει να σημειωθεί ότι, εάν η Πολιτεία δεν καταφέρει να αντιμετωπίσει τις αρχικές αντιδράσεις των αγορών και εφαρμόσει πολιτική νομισματικής χαλάρωσης με αυξητικές πληθωριστικές πιέσεις, η υποτίμηση μπορεί να υπερβεί κατά πολύ το 50%.
Οι επιπτώσεις στο ΑΕΠ
Σε αυτήν την περίπτωση, η επίτευξη ισορροπίας δεν θα ήταν δυνατή για αρκετά χρόνια, με τις επιπτώσεις στο ΑΕΠ να είναι βαθύτερες και αισθητές σε βάθος χρόνου.
Η συρρίκνωση της οικονομικής δραστηριότητας θα είναι δραματική, ενώ οι απώλειες της αγοραστικής δύναμης δεν αναμένεται να αντιστραφούν γρήγορα.
Μετά τους πρώτους 18 μήνες ύστερα από την έξοδο, η κατάρρευση της εγχώριας ζήτησης ενδέχεται να ξεπεράσει το 25% και η σωρευτική μείωση του πραγματικού ΑΕΠ θα υπερβεί το 15%.
Λαμβάνοντας υπόψη τις τρέχουσες προβλέψεις διεθνών οργανισμών για το 2015, οι επιπτώσεις μπορεί να είναι σημαντικά βαρύτερες.
Για να γίνει, όμως, αντιληπτό το δραματικό μέγεθος της συνολικής μείωσης του πραγματικού ΑΕΠ, αξίζει να σημειωθεί ότι η ελληνική οικονομία συρρικνώθηκε κατά τα τελευταία έξι έτη κατά 25%, που σημαίνει ότι αθροιστικά η συρρίκνωση της οικονομικής δραστηριότητας θα φτάσει στο 50% των μεγεθών προ-κρίσης.
Στη συνέχεια, και υπό την προϋπόθεση βελτίωσης της ανταγωνιστικότητας και της αύξησης των εξαγωγών, το ΑΕΠ θα μπορούσε να αρχίσει να αναπτύσσεται και πάλι.
Αδυναμία η περιορισμένη εξαγωγική βάση
Ωστόσο, είναι εξαιρετικά αβέβαιο αν η βελτίωση αυτή θα μπορούσε να διατηρηθεί μέσο-μακροπρόθεσμα, δεδομένων των δομικών αδυναμιών της ελληνικής οικονομίας, και της περιορισμένης εξαγωγικής της βάσης.
Στοιχεία σχετικά με τις εξαγωγικές επιδόσεις που ακολούθησαν προηγούμενες υποτιμήσεις επιβεβαιώνουν αυτήν τη διαπίστωση, καθώς μετά την αρχική ώθηση ακολούθησε απότομη πτώση του ρυθμού αύξησης των εξαγωγών σε λιγότερο από ένα χρόνο.
Επιπλέον, σχεδόν στο σύνολό τους, οι εξαγωγικές δραστηριότητες της Ελλάδας βασίζονται σε εισαγόμενα υλικά παραγωγής, το κόστος των οποίων θα εκτοξευθεί λόγω της υποτίμησης μειώνοντας σημαντικά το όποιο όφελος ενίσχυσης της ανταγωνιστικότητας.
Απαξίωση στον τουρισμό
Τέλος για δραστηριότητες όπως ο τουρισμός, η αύξηση της ανταγωνιστικότητας δεν προκύπτει μόνο από τη μείωση του κόστους, αλλά κυρίως από το προφίλ του τουριστικού προϊόντος.
Οι δραματικές συνθήκες σε κοινωνικό επίπεδο, όπως η πιθανή αύξηση της εγκληματικότητας, είναι σίγουρο πως θα συμβάλλουν αρνητικά στην πορεία του κλάδου.
Το χρέος ως προς το ΑΕΠ παραμένει υψηλά
Ακόμα και στο πιο ιδεατό σενάριο μιας συμφωνίας για σημαντική μείωση του χρέους σε ποσοστό 50%, η αδυναμία μετατροπής του χρέους στο νέο νόμισμα, σε συνδυασμό με τη σημαντική υποτίμηση, θα διατηρήσει το λόγο του χρέους ως ποσοστού του ΑΕΠ πάνω από το 130%.
Το υψηλό χρέος (και η ανάγκη εξυπηρέτησής του) θα λειτουργήσει ως περιοριστικός παράγοντας για τη δημοσιονομική πολιτική.
Κίνδυνος υψηλού πληθωρισμού
Σε περίπτωση που υιοθετηθεί μια επεκτατική δημοσιονομική πολιτική, οι επιπτώσεις σε άλλα μέτωπα, θα οδηγήσουν γρήγορα στην ανατροπή της, καθώς θα έπρεπε να χρηματοδοτηθεί μέσω νομισματικής χρηματοδότησης που θα οδηγούσε σε μια ανεξέλεγκτη πληθωριστική δυναμική, με αυξημένες πιέσεις για περεταίρω υποτίμηση και πιστωτική συρρίκνωση.
Η υποτίμηση θα οδηγήσει άμεσα σε υψηλό πληθωρισμό, καθώς οι τιμές των εισαγόμενων και των εμπορεύσιμων αγαθών θα αυξηθούν απότομα.
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της μελέτης, ο πληθωρισμός ενδέχεται να φθάσει, στο πιο αισιόδοξο σενάριο, τουλάχιστον το 10%.
Η σταδιακή αποκλιμάκωσή του θα κριθεί από τις πολιτικές που θα ακολουθηθούν, καθώς η όποια νομισματική χαλάρωση θα οδηγήσει σε σπιράλ πληθωρισμού και υποτίμησης με σχεδόν σίγουρο αποτέλεσμα τον υπερπληθωρισμό, όπου δεν θα ήταν παράλογο να ξεπεράσει ακόμα και το 30%.
Εκτόξευση ανεργίας
Το Grexit θα εκτοξεύσει την ανεργία (συμπεριλαμβανομένης της ανεργίας των νέων) βραχυπρόθεσμα άνω του 30%, ενώ σήμερα η ανεργία θα μπορούσε αργά αλλά σταθερά να μειώνεται, ειδικά εάν υπάρξουν άμεσα στοχευμένες δράσεις της Πολιτείας και της ΕΕ για τη στήριξη της ανάπτυξης, συμπεριλαμβανομένων και των μικρομεσαίων επιχειρήσεων.
Οι ελλείψεις σε αγαθά καθιστούν ορατή την απειλή… «δελτίου»
Είναι σημαντικό, επίσης, να τονίσουμε ότι οι εισαγωγές αγαθών και υπηρεσιών θα καταρρεύσουν ως αποτέλεσμα της δραματικής αύξησης του κόστους μετά την υποτίμηση, οδηγώντας σε ελλείψεις για μια σειρά από βασικά αγαθά και προϊόντα. Για τους καταναλωτές και τα νοικοκυριά οι επιπτώσεις από τις ελλείψεις θα είναι σημαντικές.
Για ορισμένα βασικά αγαθά και προϊόντα όπως η βενζίνη και το πετρέλαιο, το φυσικό αέριο, τα φάρμακα και άλλα φαρμακευτικά προϊόντα, καθώς και ορισμένα προϊόντα διατροφής, δε θα ήταν παράλογο να υποθέσουμε ότι θα χρειασθεί η εισαγωγή δελτίου.
Για τα υπόλοιπα, συμπεριλαμβανομένων των προϊόντων υψηλής τεχνολογίας και ένδυσης, θα υπάρξουν τεράστιες ελλείψεις στην αγορά.
Επέκταση της φτώχειας
Οι πραγματικοί μισθοί θα μειωθούν, οδηγώντας σε μεγάλη συμπίεση του πραγματικού διαθέσιμου εισοδήματος, ειδικά για τα νοικοκυριά με σταθερά εισοδήματα, όπως οι συνταξιούχοι, οι νέοι, καθώς και οι χαμηλά αμειβόμενοι μισθωτοί.
Η διεθνής εμπειρία δείχνει ότι σκληρότερα πλήττονται τα νοικοκυριά με χαμηλά και μεσαία εισοδήματα, με άμεσο αντίκτυπο στη φτώχεια και την αύξηση της ανισότητας.
Στην Αργεντινή το 2001, υπήρξε δραματική αύξηση της φτώχειας, ενώ βάσει στοιχείων προκύπτει ότι μέχρι το 2002, το ποσοστό του πληθυσμού που ζούσε κάτω από το όριο της φτώχειας έφτασε το 53%, έναντι περίπου 32% - 35% που ήταν προγενέστερα.
Παρατεταμένη μεταβατική περίοδος – οικονομική αδράνεια
Η διοικητική διαχείριση του εγχειρήματος θα είναι εξαιρετικά περίπλοκη. Για τουλάχιστον έξι μήνες μετά την έξοδο από το κοινό νόμισμα, η οικονομία θα λειτουργεί χωρίς επίσημο νόμισμα.
Όλες οι τιμές, οι συμβάσεις, τα περιουσιακά στοιχεία και οι υποχρεώσεις που διέπονται από το ελληνικό δίκαιο, θα πρέπει να μετατραπούν σε νέο νόμισμα, ενώ θα χρειασθεί μια παρατεταμένη διακοπή λειτουργίας του χρηματοπιστωτικού συστήματος.
Σε τέτοιες συνθήκες, είναι πιθανή και η εξάπλωση της ανταλλακτικής οικονομίας (barter trading).
Τράπεζες – πιστωτική κατάρρευση – πάγωμα επενδύσεων
Για τις τράπεζες, των οποίων η βιωσιμότητα θα δοκιμαστεί σημαντικά, κύρια προτεραιότητα μετά την έξοδο θα αποτελέσει η διατήρηση της κεφαλαιακής τους επάρκειας.
Σε συνδυασμό με την αβεβαιότητα για το οικονομικό περιβάλλον, αυτό θα οδηγήσει σε τεράστια μείωση της παροχής πιστώσεων (credit crunch).
Η απότομη συρρίκνωση των επενδύσεων στον απόηχο μιας εξόδου είναι πολύ πιθανή.
Οι επενδύσεις αναμένεται να μειωθούν κατά 30% κατά τα δύο πρώτα χρόνια και όποιες προοπτικές αύξησης δεν προβλέπεται να υπάρξουν νωρίτερα από το πέρας του τρίτου χρόνου.
Διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις ή ένα επώδυνο Grexit;
Σχολιάζοντας τα ευρήματα της μελέτης, ο Πάνος Παπάζογλου καταλήγει: «Η έξοδος της Ελλάδας από την Ευρωζώνη δεν αποτελεί απλό ή γρήγορο τρόπο επίλυσης των οικονομικών προβλημάτων της χώρας.
Αν η Ελλάδα δεν κατορθώσει να δημιουργήσει έναν ισχυρό εξαγωγικό τομέα με δύσκολες και στοχευμένες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, οποιαδήποτε προσπάθεια βελτίωσης της ανταγωνιστικότητας μέσω της υιοθέτησης ενός νέου νομίσματος, δε θα έχει διατηρήσιμα ή και διαχειρίσιμα αποτελέσματα.
Αντιθέτως, ακόμη και στην περίπτωση μιας συντεταγμένης εξόδου από το ευρώ, οι αρνητικές επιπτώσεις για την ελληνική οικονομία και κοινωνία θα είναι ιδιαίτερα επώδυνες».
Ύφεση μεταξύ 2-2,5% το 2015 αναμένει το Ίδρυμα Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ)στην τριμηνιαία έκθεση για την ελληνική οικονομία που παρουσίασε σήμερα κατά τη διάρκεια συνέντευξης τύπου. Συγκεκριμένα, προβλέπει επανάκαμψη της ύφεσης στην ελληνική οικονομία το 2015, από τους περιορισμούς στην κίνηση κεφαλαίων και τα νέα δημοσιονομικά μέτρα
Όπως ανέφερε ο γενικός διευθυντής του ΙΟΒΕ καθηγητής Νίκος Βέττας, η δημοσίευση της τριμηνιαίας έκθεσης του ΙΟΒΕ βρίσκει την ελληνική οικονομία βαρύτατα τραυματισμένη. Στα δύσκολα αναστρέψιμα αποτελέσματα των πρόσφατων γεγονότων περιλαμβάνονται η σταδιακή άρση περιορισμών στις τραπεζικές συναλλαγές, η ευρύτερη διάρρηξη εμπιστοσύνης καθώς και η μείωση εισοδημάτων – απασχόλησης με απότομη κάμψη επενδύσεων.
Σύμφωνα με τον κ. Βέττα απαιτούνται πλέον αποφασιστικές κινήσεις στην οικονομική πολιτική, χωρίς χρονοτριβή, για αποκατάσταση εμπιστοσύνης και εξισορρόπηση στο τραπεζικό σύστημα.
Προϋποθέσεις για αναστροφή προς θετικούς ρυθμούς νωρίτερα του αναμενόμενου και την επιστροφή στις αγορές πριν τη λήξη του προγράμματος είναι:
- Η αμετάκλητη, μη διαπραγματεύσιμη τοποθέτηση της μεγάλης πλειονότητας του πολιτικού φάσματος στην πλευρά της παραμονής της χώρας στην ευρωζώνη.
- Επείγουσα και έμπρακτη στροφή προς προσέλκυση επενδύσεων.
- Εφαρμογή στην πράξη, με τον περισσότερο αποτελεσματικό τρόπο του νέου προγράμματος.
Δεδομένων των παραπάνω, και κατόπιν σημαντικής ανάκτησης εμπιστοσύνης, η ελληνική πλευρά όχι απλώς θα δικαιούται αλλά και θα οφείλει να διεκδικεί από τους εταίρους και πιστωτές σταδιακές, αλλά σημαντικές κινήσεις για περαιτέρω επιμήκυνση των δανείων - μείωση επιτοκίων.
Από την πλευρά του ο πρόεδρος του ΙΟΒΕ Τάκης Αθανασόπουλος τόνισε ότι «οι τρεις μήνες που μεσολάβησαν από την παρουσίαση της πρώτης τριμηνιαίας έκθεσης τον περασμένο Απρίλιο ήταν για τη χώρα μας, τόσο για την οικονομία της όσο και τη διεθνή της εικόνα, περισσότερο κρίσιμη από κάθε άλλη στιγμή της μεταπολιτευτικής μας περιόδου».
Σύμφωνα με τον κ. Αθανασόπουλο «σε αντίθεση με τις άλλες τρεις χώρες (Πορτογαλία, Ιρλανδία και Κύπρο), η χώρα μας όχι μόνον δεν κατάφερε να βγει από την κρίση, αλλά φαίνεται ότι η κρίση βαθαίνει. Στη τρέχουσα συγκυρία είναι απόλυτη ανάγκη να σταθεροποιηθούν η οικονομία και το τραπεζικό σύστημα. Η άρση της αβεβαιότητας, μέσω της ολοκλήρωσης της συμφωνίας που θα επιβεβαιώνει τις ευρωπαϊκές προοπτικές της χώρας, αποτελεί προϋπόθεση για την ομαλοποίηση των συνθηκών που θα επιτρέψει τις τράπεζες και τις επιχειρήσεις να επανέλθουν σε μια κατάσταση κανονικότητας».
Όπως πρόσθεσε ο πρόεδρος του ΙΟΒΕ, «μοναδική μας επιδίωξη από εδώ και στο εξής για την αποτελεσματική αντιμετώπιση του προβλήματος, πρέπει να είναι η εξάλειψη αυτής της αντίφασης. Οι επιλογές μας μπορεί να μην είναι απλές, είναι όμως ξεκάθαρες. Εάν επιθυμούμε να έχουμε υψηλό βιοτικό επίπεδο, πρέπει να κάνουμε ριζικές μεταρρυθμίσεις σε όλες τις πτυχές της οικονομικής και κοινωνικής μας ζωής, ανεξάρτητα από το πόσο σκληρές μπορεί να είναι βραχυπρόθεσμα, που θα εξασφαλίσουν ένα καλύτερο μέλλον όχι μόνο για εμάς, αλλά κυρίως για τα παιδιά μας. Από την άλλη πλευρά, η άρνησή μας να πραγματοποιήσουμε τις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις συνεπάγεται ότι έχουμε επιλέξει ένα χαμηλό βιοτικό επίπεδο είτε μέσα είτε έξω από το ευρώ, ακόμη και σε αυτήν την περίπτωση της ολικής διαγραφής του χρέους».
Αναφορικά με τις προβλέψεις του 2015, όπως αναφέρθηκε στη συνέντευξη τύπου (υπό την υπόθεση ότι οι διαπραγματεύσεις θα τελεσφορήσουν σύντομα) θα σημειωθεί υποχώρηση ιδιωτικής κατανάλωσης στο β’ εξάμηνο και συνολικά στο έτος, σταθεροποίηση ή μικρή αύξηση δημόσιας κατανάλωσης, αναιμική επενδυτική δραστηριότητα από τα μέσα του 2014, υποχώρηση εξαγωγών και κάμψη εισαγωγικής ζήτησης, νέα αύξηση της ανεργίας, ανάσχεση αποπληθωρισμού από τον Ιούλιο και αύξηση τιμών στο σύνολο του έτους.
Μαρία Τσιβγέλη
Σε νέα αύξηση του ELA προχώρησε, σύμφωνα με το Reuters, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. Το ποσό που έδωσε η Φρανκφούρτη είναι αντίστοιχο με αυτό της προηγούμενης εβδομάδας, δηλαδή 900 εκατ. ευρώ.
Το όριο του ELA μετά και τη νέα αύξηση ανέρχεται σε περίπου 91 δισ. ευρώ. «Δεν θα μου προκαλούσε έκπληξη αν η ΕΚΤ συνέχιζε να αυξάνει κατά 900 εκατ. το όριο κάθε εβδομάδα», ανέφερε αξιωματούχος στο Reuters.
Υπενθυμίζεται ότι ο Μάριο Ντράγκι έπεισε την περασμένη εβδομάδα τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου της να αυξήσουν το όριο του ELA επίσης κατά 900 εκατ. ευρώ, για πρώτη φορά από τα τέλη Ιουνίου, μετά την υπερψήφιση από το ελληνικό κοινοβούλιο του πρώτου νομοσχεδίου με τα προαπαιτούμενα. Η επιπλέον ρευστότητα βοήθησε τις ελληνικές τράπεζες να ανοίξουν και πάλι τη Δευτέρα, αν και οι έλεγχοι στην κίνηση κεφαλαίων παραμένουν.
Την δέσμευση της κυβέρνησης, μέσω της αιτιολογικής έκθεσης του νομοσχεδίου που ψηφίζεται σήμερα, για την προστασία της πρώτης κατοικίας και της οριστικής λύσης των κόκκινων δανείων, λύσης η οποία θα έχει κοινωνική δικαιοσύνη και θα προστατεύσει μόνο αυτούς που έχουν αποδεδειγμένα πρόβλημα διαβίωσης και όχι μόνο αυτούς που «κρύβονται» πίσω από ρυθμίσεις αναστολών των πλειστηριασμών, χαιρετίζει με δήλωσή του ο βουλευτής Λαρίσης των Ανεξάρτητων Ελλήνων κ. Βασίλης Κόκκαλης.
Ο κ. Κόκκαλης, ο οποίος ως γνωστόν, έχει δώσει αγώνες, τόσο μέσω τους επιστημονικού του φορέα, όσο και μέσω της πολιτικής του δραστηριότητας, με στόχο την προστασία του Έλληνα δανειολήπτη καθώς και της περιουσίας του δήλωσε:
«Η ξεκάθαρη δέσμευση της κυβέρνησης για προστασία της πρώτης κατοικίας των ελλήνων πολιτών, συναντά την λογική, την πραγματικότητα μα και τις πολιτικές μας δεσμεύσεις, και ως εκ τούτου αυτό είναι κάτι που με βρίσκει αλληλέγγυο».
Όσον αφορά την ψήφιση του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, ο κ. Κόκκαλης σημειώνει πως «πολλές απ’ τις διατάξεις πράγματι είναι σε αυτή την κατεύθυνση και επιταχύνουμε την απονομή της Δικαιοσύνης. Υπάρχουν όμως διατάξεις για τις οποίες οι ΑΝ.ΕΛ κατέθεσαν τροπολογία όπως η εμμάρτυρη απόδειξη, η υποχρέωση παράστασης των Δικηγόρων σ’ όλους τους βαθμούς και σ’ όλες τις διαδικασίας αλλά και σε διαδικαστικές πράξεις και η αλλαγή στην κατάταξη των δανειστών, πιστεύοντας πως τελικά θα γίνουν δεκτές».
«Δωρεάν τέλη σύνδεσης» σε όσους επιθυμούν να συνάψουν συμβόλαιο σύμβασης και παροχής με το δίκτυο φυσικού αερίου για Κεντρική Θέρμανση - Βιοτεχνική & Επαγγελματική Χρήση προσφέρει από την 1η Ιουλίου η ΕΠΑ Θεσσαλίας.
To πρόγραμμα προσφέρει μηδενικά τέλη σύνδεσης για όλους τους νέους πελάτες και η προσφορά αφορά τη δωρεάν κατασκευή του σημείου παροχής που αποτελεί αρμοδιότητα της ΕΠΑ Θεσσαλίας (τοποθέτηση του μετρητή φυσικού αερίου). Αυτό σημαίνει ότι ο πελάτης αποκτά ένα σημαντικό όφελος, καθώς δεν επιβαρύνεται με το ποσό των τελών σύνδεσης, αλλά μόνο με το κόστος της εσωτερικής του εγκατάστασης.
Η διαδικασία σύνδεσης με το δίκτυο φυσικού αερίου είναι ιδιαίτερα απλή και διαρκεί έως δύο μήνες από την ημερομηνία υπογραφής σύμβασης, στις περιοχές όπου υπάρχει διαθέσιμο δίκτυο φυσικού αερίου. Οι ενδιαφερόμενοι θα πρέπει να προγραμματίσουν έγκαιρα τη σύνδεσή τους για να επωφεληθούν της προσφοράς των Δωρεάν Τελών Σύνδεσης. Περισσότερες πληροφορίες είναι διαθέσιμες στην ιστοσελίδα της ΕΠΑ Θεσσαλίας ΑΕ www.epathessalia.gr στο τηλεφωνικό κέντρο 11 150 καθώς και στα Γραφεία Εξυπηρέτησης Πελατών.
Να ενταχθεί στις άμεσες προτεραιότητες της Επιτροπής για την καταπολέμηση της διαφθοράς ο έλεγχος της παράνομης διακίνησης καυσίμων (λαθρεμπόριο, νοθεία, δασμοφοροδιαφυγή, κλοπή, κ.λπ.), ζητά η Πανελλήνια Ομοσπονδία Πρατηριούχων - Εμπόρων Καυσίμων (ΠΟΠΕΚ).
Με αφορμή τη συνέντευξη του Υφυπουργού παρά τον Πρωθυπουργό κ. Τέρενς Κουίκ στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, στην οποία επεσήμανε ότι το κράτος δεν γνωρίζει πόσα πρατήρια καυσίμων λειτουργούν και πόσες δεξαμενές αποθήκευσης πετρελαιοειδών προϊόντων υπάρχουν, η ΠΟΠΕΚ τονίζει ότι οι επισημάνσεις αυτές «επιβεβαιώνουν την χαοτική κατάσταση που υπάρχει στον ευρύτερο χώρο της Αγοράς Πετρελαιοειδών, η οποία αφήνει μεγάλα περιθώρια για την παράνομη διακίνηση καυσίμων και την απώλεια δημοσίων εσόδων».
«Για τον έλεγχο της υπαρκτής και ομολογημένης παράνομης διακίνησης καυσίμων από όλους τους παράγοντες της Αγοράς Πετρελαιοειδών, δεν ευθύνονται μόνον τα πρατήρια», καταλήγει η Ομοσπονδία.
Η Τράπεζα της Ελλάδος και η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς «γράφουν» την Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου για τις προϋποθέσεις και τους όρους επανέναρξης των χρηματιστηριακών συναλλαγών και θα αποστείλουν τις προτάσεις τους στο Υπουργείο Οικονομικών, προκειμένου να εκδοθεί υπουργική απόφαση για το άνοιγμα του Χ.Α. Το πότε θα επαναλειτουργήσει το Χ.Α και με ποιους όρους, είναι καθαρά πολιτική απόφαση και θα γίνει με υπουργική απόφαση.
Οι εκκρεμότητες για την επαναλειτουργία του Χ.Α να είναι ακόμη αρκετές. Το κρίσιμο ερώτημα είναι το όριο που θα έχουν οι Έλληνες επενδυτές να χρησιμοποιούν τις υφιστάμενες τραπεζικές τους καταθέσεις για τοποθετήσεις στην εγχώρια αγορά.
Όπως όλα δείχνουν, το άνοιγμα του Χρηματιστηρίου θα γίνει με σημαντικούς περιορισμούς για τους Έλληνες επενδυτές, καθώς σύμφωνα με την ΤτΕ υπάρχει κίνδυνος να μεταφερθούν σημαντικά ποσά από τις τραπεζικές καταθέσεις προς το Χρηματιστήριο. Παράγοντες της χρηματιστηριακής αγοράς τονίζουν στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ότι πιθανή απελευθέρωση των διαθεσίμων των Ελλήνων για επενδύσεις στην ελληνική αγορά δεν θα έχει τόσο μεγάλες συνέπειες για τις τραπεζικές καταθέσεις, καθώς οι τοποθετήσεις στο χρηματιστήριο, τουλάχιστον στην αρχή επαναλειτουργίας του, δεν αναμένονται να είναι μεγάλες, λόγω του υψηλού επενδυτικού ρίσκου, όπως σημειώνουν.
Όπως τονίζουν η μέση αξία των συναλλαγών κυμαίνεται στα 100 εκατ. ευρώ, εκ των οποίων τα 30 εκατ. ευρώ αφορούν τους Έλληνες επενδυτές. Και αυτά με βάση την εικόνα της αγοράς πριν κλείσει. Με την επαναλειτουργία του Χ.Α οι συναλλαγές αναμένονται να υποχωρήσουν, κάτι που δείχνει ότι οι απώλειες για τις τράπεζες από καταθέσεις δεν θα είναι μεγάλες. Οι χρηματιστές εκτιμούν ότι οι εκροές καταθέσεων, μέσα σε ένα μήνα, δεν πρόκειται να ξεπεράσουν τα 300 εκατ. ευρώ.
Οι αρμόδιοι φορείς φαίνεται να έχουν κάνει αποδεκτό το αίτημα των χρηματιστών για ελεύθερη χρήση των πιστωτικών υπολοίπων των πελατών στις χρηματιστηριακές, ποσό που κινείται μόλις στα 30 εκατ. ευρώ, ενώ αναζητείται λύση στο ζήτημα της ελεύθερης χρήσης των υπολοίπων των τραπεζικών λογαριασμών για αγορά μετοχών. Στην ουσία οι Έλληνες επενδυτές θα έχουν τη δυνατότητα να χρησιμοποιήσουν κατά κύριο λόγο «φρέσκο» χρήμα για να αγοράσουν μετοχές, ενώ οι ξένοι επενδυτές θα έχουν απόλυτη ελευθερία κινήσεων και θα μπορούν να πωλούν μετοχές και τα κεφάλαιά τους να πιστώνονται στους λογαριασμούς τους στο εξωτερικό.
Στο τραπέζι έχει πέσει πρόταση να μην είναι ολική η απαγόρευση, αλλά να υπάρχει δυνατότητα χρήσης ενός μικρού ποσοστού αρχικά (10% π.χ.) ή και ενός ορίου (π.χ. 5.000 ευρώ) των υπαρχόντων. Πέραν αυτού του ποσού οι Έλληνες επενδυτές θα μπορούν να αγοράζουν μετοχές μέσω κατάθεσης μετρητών, μέσω πώλησης μετοχών που έχει ήδη στο χαρτοφυλάκιό του και μέσω μεταφοράς κεφαλαίων από το εξωτερικό.
Για να πληρώσει κάποιος αγορά μετοχών θα πρέπει ο τραπεζικός λογαριασμός που είναι συνδεδεμένος με τη μερίδα του, να πιστωθεί είτε μέσω κατάθεσης, είτε μέσω εμβάσματος από το εξωτερικό, είτε μέσω πώλησης μετοχών στην οργανωμένη αγορά.
Ο ΦΟΒΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΑΠΟΜΟΝΩΣΗΣ ΤΟΥ Χ.Α
Οι χρηματιστηριακές αρχές επιθυμούν την άμεση επαναλειτουργία της αγοράς καθώς φοβούνται ότι θα πληγεί η διεθνής εικόνα του Χ.Α εάν οι ελληνικές μετοχές υποβαθμιστούν ή διαγραφούν από τους διεθνείς δείκτες MSCI και FTSE. Υπάρχει ο φόβος μήπως το Χ.Α οδηγηθεί σε ουσιαστική απομόνωση, γεγονός που θα απομακρύνει τους ξένους θεσμικούς επενδυτές οι οποίοι τον Ιούνιο κατείχαν το 58,4% της συνολικής κεφαλαιοποίησης του Χρηματιστηρίου, ενώ πραγματοποιούν πάνω από το 60% της συνολικής ημερήσιας αξίας των συναλλαγών. Τελευταία ημέρα διαπραγμάτευσης του ελληνικού χρηματιστηρίου ήταν η Παρασκευή 26 Ιουνίου. Από εκείνη την ημέρα και μετά "πάγωσαν" κεφάλαια ύψους 49 δισ. ευρώ, όση είναι η χρηματιστηριακή αξία των ελληνικών μετοχών με βάση το κλείσιμο της 26ης Ιουνίου και το μεγαλύτερο μέρος τους ανήκει σε ξένους επενδυτές.
ΟΙ ΑΝΗΣΥΧΙΕΣ ΤΟΥ ΣΜΕΧΑ
Αυτό που ανησυχεί τους παράγοντες της αγοράς είναι ότι εάν η λειτουργία της αγοράς ξεκινήσει μέσα σε αυτό το πλαίσιο, πιθανόν να λειτουργήσει υπέρ των πωλητών και ιδιαίτερα υπέρ των ξένων επενδυτών. Αυτό που φοβούνται οι χρηματιστές είναι μήπως μέσα από το πλαίσιο επαναλειτουργίας της αγοράς οι πωλήσεις είναι ελεύθερες, ενώ οι αγορές θα περνούν μέσα από το «φίλτρο» των capital controls, γεγονός που θα οδηγούσε τις τιμές των μετοχών σε σημαντική πτώση. Οι χρηματιστές τονίζουν ότι η επαναλειτουργία του Χρηματιστηρίου θα πρέπει να διασφαλίζει την ίση μεταχείριση αγοραστών και πωλητών, η οποία και αποτελεί τη θεμελιώδη αρχή λειτουργίας του χρηματιστηριακού θεσμού. Σε κάθε άλλη περίπτωση, η χρηματιστηριακή αγορά θα πληγεί ανεπανόρθωτα λόγω έλλειψης εμπιστοσύνης και αξιοπιστίας, με ότι αυτό συνεπάγεται για την εύρυθμη λειτουργία της, την αποτελεσματική διαμόρφωση των τιμών των μετοχών, τη διεθνή της αξιολόγηση και τις μακροχρόνιες προοπτικές της.
Σύμφωνα με τον ΣΜΕΧΑ στην περίπτωση που η επαναλειτουργία του ΧΑ συνδυασθεί με περιορισμό της ελεύθερης κίνησης κεφαλαίων από τραπεζικούς λογαριασμούς, μερικώς ή ολικώς, ο περιορισμός αυτός θα μειώσει την αγοραστική δύναμη των επενδυτών και θα αποθαρρύνει την συμμετοχή τους, προσβάλλοντας την εύρυθμη λειτουργία της αγοράς με ότι αυτό συνεπάγεται για την πορεία των τιμών των μετοχών, τη συνέχιση της λειτουργίας της αγοράς και την αξιοπιστία του ΧΑ γενικότερα. Ο ΣΜΕΧΑ υπογραμμίζει ότι είναι αντίθετος σε οποιουδήποτε είδους περιορισμούς στη λειτουργία του Χρηματιστηρίου, οι οποίοι θα επιφέρουν αρνητικές επιπτώσεις στην πορεία των τιμών των εισηγμένων εταιριών, στην αποτίμηση των περιουσιακών στοιχείων του ΤΧΣ και των ασφαλιστικών ταμείων όπου ένα μέρος της περιουσίας τους είναι επενδυμένο σε εισηγμένους τίτλους, καθώς και στο σύνολο της αξιοπιστίας του εγχώριου χρηματοοικονομικού μοντέλου.
Ταυτόχρονα, οι λίγες εναπομένουσες εισηγμένες εταιρίες με διεθνή προσανατολισμό θα αναζητήσουν άλλες αγορές στο εξωτερικό όπου διασφαλίζεται η εύρυθμη λειτουργία, για να εισάγουν τους τίτλους τους.
Η σελίδα είναι πλήρως συμμορφωμένη με τη σύσταση (ΕΕ) 2018/334 της επιτροπής της 1ης Μαρτίου 2018 , σχετικά με τα μέτρα για την αποτελεσματική αντιμετώπιση του παράνομου περιεχομένου στο διαδίκτυο (L63).