Του Νικ. Αθ. Παπαθεοδώρου
nikapap@hotmail.com
ΦΩΤ. 1 (πάνω): Τα κτίρια της ανατολικής πλευράς της Κεντρικής Πλατείας.
Σχέδιο του αρχιτέκτονα-μηχανικού Βασιλείου Τσολάκη
ΦΩΤ. 2 (κάτω): Μέρος των κτιρίων της ανατολικής πλευράς της Κεντρικής πλατείας.
Φωτογραφία του 1902.Από το φωτογραφικό αρχείο του Λαογραφικού Ιστορικού Μουσείου Λάρισας.
Συνεχίζουμε σήμερα την περιήγηση στα κτίρια της Κεντρικής Πλατείας και προχωρούμε προς την ανατολική πλευρά της. Όλα τα κτίρια της πλευράς αυτής έχουν πρόσοψη προς την οδό Μ. Αλεξάνδρου και σχηματικά καταγράφονται στο σχέδιο του αρχιτέκτονα-μηχανικού Βασίλη Τσολάκη.
-Στη γωνία Αλεξάνδρας (Κύπρου) και Μ. Αλεξάνδρου υπήρχε ένα μεγάλο διώροφο κτίριο. Στο ισόγειο του κτιρίου αυτού και από τις δύο πλευρές ήταν αρκετά καταστήματα τα οποία κατά καιρούς φιλοξένησαν διάφορους επαγγελματίες. Ακριβώς στη γωνία ήταν το καπνοπωλείο Καραπέτσα, το οποίο συνέχισε τη λειτουργία του και μεταπολεμικά συνεταιρικά με τον Δημητρόπουλο. Δίπλα του, με πρόσοψη προς την πλατεία ήταν το κουρείο του Κώστα Χαρίτου. Ήταν ένα από τα λίγα που διέθετε τότε ανακλινόμενες πολυθρόνες, γεγονός που αποτελούσε σημαντική πολυτέλεια, γι’ αυτό και το προτιμούσε η καλή κοινωνία της Λάρισας. Αμέσως μετά το κουρείο ήταν για πολλά χρόνια το πασίγνωστο στους παλιούς Λαρισαίους καφεζαχαροπλαστείο Παλάκα από τη Ραψάνη. Ο Παλάκας ήταν θαυμάσιος και πνευματώδης άνθρωπος και θεωρείτο ένας από τους παράγοντες της οικονομικής και κοινωνικής ζωής της παλιάς Λάρισας.
Πάνω από τα καταστήματα αυτά στεγαζόταν το ξενοδοχείον ύπνου[1] «Κεντρικόν» το οποίο αρχικά λειτούργησε ως επιχείρηση του Αγραφιώτη και στη συνέχεια του Γεωργίου Σκένδρου.
--Δίπλα από το καφεζαχαροπλαστείο του Παλάκα ήταν εγκατεστημένο μέχρι τη δεκαετία του 1920 το βιβλιοπωλείο και τυπογραφείο του Αλκιβιάδη Μακρή[2]. Με την εγκατάστασή του το 1926 στον Βόλο η επιχείρησή του περιήλθε στην Εταιρεία Δημητρακοπούλου-Παρασκευοπούλου-Παναγιωτακοπούλου. Πίσω ακριβώς από το κατάστημα αυτό ήταν εγκατεστημένα τα γραφεία και τυπογραφεία της εφημερίδας «Ελευθερία», τα οποία επικοινωνούσαν και από την οδό Ρούσβελτ (Φαρσάλων τότε) με ένα στενό. Το βιβλιοπωλείο διατηρήθηκε ως το 1936-37 που ο Ανδρέας Κουτσίνας, στην ιδιοκτησία του οποίου ανήκαν και τα υπόλοιπα καταστήματα που προαναφέραμε, τα κατεδάφισε όλα και στη θέση τους κατασκεύασε τριώροφη οικοδομή, στην οποία το μεν ισόγειο είχε μεμονωμένα καταστήματα, οι δε όροφοι στέγασαν το ξενοδοχείο «Ολύμπιον» με διευθυντή τον Γεώργιο Γάκο. Ήταν το πολυτελέστερο ξενοδοχείο πριν ανεγερθούν οι νέες σύγχρονες ξενοδοχειακές μονάδες της Λάρισας. Σαν κτίσμα είναι το μοναδικό προπολεμικό κτίριο το οποίο διασώζεται μέχρι σήμερα. Πριν από μερικά χρόνια άλλαξε χρήση και στους ορόφους λειτουργεί φροντιστήριο.
-Δίπλα από το ξενοδοχείο «Ολύμπιον» επιζούσε μέχρι πριν από μερικές δεκαετίες το καφενείο «Νέος Κόσμος», ένα από τα αρχαιότερα της Λάρισας. Αποτελούσε ιδιοκτησία του εμποροράφτη της παλιάς εποχής Αγγελίδη και αρχικά το λειτούργησε ο Αθανάσιος Μπουσινιώτης. Όταν όμως ο τελευταίος με τον αδελφό του οικοδόμησαν το 1908 το «Πανελλήνιον», τον «Νέο Κόσμο» ανέλαβε ο Νικ. Καρανίκας, ο οποίος μερικά χρόνια αργότερα συνεταιρίσθηκε με τον Μήτσο Αντωνιάδη, που υπήρξε κληρονόμος του Αγγελίδη. Μεταπολεμικά και το καφενείο αυτό με τις θαυμάσιες τοξωτές πόρτες και το περίτεχνο μεταλλικό στέγαστρο αντικαταστάθηκε από μια πολυώροφη οικοδομή.
-Ακολουθούσε ισόγειο κτίριο με τρεις τοξωτές πόρτες, το οποίο στέγασε κατά καιρούς διάφορα καταστήματα.
-Στη συνέχεια και σε μικρή απόσταση πίσω από την οικοδομική γραμμή ήταν το Ξενοδοχείο «Αβέρωφ», που είχε μια είσοδο προς την Κεντρική Πλατεία και άλλη μια προς την οδό Ρούσβελτ (Φαρσάλων τότε). Όταν κατά το 1932-33 σταμάτησε να λειτουργεί ως ξενοδοχείο, οι ιδιοκτήτριες αδελφές Κων. Κουτσίνα το νοίκιασαν σε διάφορες οικογένειες Η είσοδος του ξενοδοχείου που υπήρχε προς την Κεντρική Πλατεία καταργήθηκε το 1934 με την ανοικοδόμηση στη θέση αυτή μιας σειράς καταστημάτων.
-Συνέχεια από το ξενοδοχείο υπήρχε το εστιατόριο «Αβέρωφ», που για πολλά χρόνια ήταν το καλύτερο απ’ όσα υπήρχαν στη Λάρισα μέχρι το 1940. Η ιδιοκτησία της οικοδομής ανήκε στην οικογένεια Μανεσιώτη και αρχικά την επιχείρηση του εστιατορίου την είχε κάποιος Κολοφωτιάς, τον οποίο διαδέχθηκε ο Τάσος Παπαϊωάννου. Ο «Αβέρωφ» είχε την καλύτερη κουζίνα στην πόλη, αλλά όμως ήταν απρόσιτος για τα κοινά βαλάντια. Η επίπλωσή του ήταν πολυτελέστατη, με βιεννέζικες καρέκλες, λινά τραπεζομάντηλα και πετσέτες. Τα καλοκαίρια ο «Αβέρωφ», όπως αργότερα και ο «Ερμής» στη γωνία Κούμα και Μ. Αλεξάνδρου, άπλωνε τραπέζια στο πεζοδρόμιο και στον προ αυτού χώρο της πλατείας. Η πελατεία του αποτελούνταν από δημοσίους υπαλλήλους, από περαστικούς και από άτομα της ανώτερης κοινωνίας της Λάρισας, οι περισσότεροι των οποίων για λόγους επίδειξης κάθονταν τα καλοκαιρινά βράδια στα τραπεζάκια που άπλωνε ο «Αβέρωφ» στην κεντρική πλατεία και έτρωγαν οικογενειακώς ή με φιλικές παρέες.
-Στο χώρο που καλύπτουν σήμερα η Τράπεζα Εργασίας και πρόσφατα στη γωνία ένα κατάστημα με είδη αρτοπωλείου, κατά τα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια βρισκόταν ο κινηματογράφος «Ορφεύς», ο οποίος είχε αφήσει εποχή ειδικά για το θερινό του τμήμα. Προπολεμικά στη θέση αυτή βρισκόταν το καφενείο «Παράδεισος» και αυτό ιδιοκτησία της οικογένειας του φαρμακοποιού Μανεσιώτη. Ο «Παράδεισος» ήταν ένα από τα σπουδαιότερα καφενεία της Λάρισας, το οποίο συγχρόνως διέθετε και ευρύχωρη σκηνή στην οποία εμφανίσθηκαν κατά διαστήματα σπουδαίοι θίασοι και διάσημα μουσικά συγκροτήματα. Η Κοτοπούλη, η Κυβέλη και πολλοί άλλοι μουσικοί καλλιτέχνες τίμησαν το παλκοσένικο του «Παραδείσου» μέχρι το 1940. Ας μην ξεχνάμε ότι τα παλιά χρόνια η Λάρισα θεωρούνταν σπουδαία θεατρική αγορά για τους θεατρικούς επιχειρηματίες. Τον χειμώνα μόνον ο «Παράδεισος» και το «Πανελλήνιον» μπορούσαν να φιλοξενήσουν θεατρικά σχήματα, ενώ το καλοκαίρι προστίθενταν το «Φρούριο», η «Καλλιθέα» που βρισκόταν στον λόφο, εκεί που σήμερα είναι το Ηρώο και ο «Απόλλων» αριστερά από την έξοδο της γέφυρας προς τον Πέρα μαχαλά. Υπήρχαν μέρες που έρχονταν και έπαιζαν ταυτόχρονα τρεις θίασοι σε ισάριθμα θέατρα.
Κατά τις αρχές του 20ου αιώνα (1902) στο κτίριο που αργότερα στέγασε το καφενείο «Παράδεισος» βρίσκουμε να λειτουργούν το καφεζαχαροπλαστείον «Τέμπη» του Λ. Αντωνιάδη και το Συμβολαιογραφείον του Ανδρέα Ροδόπουλου[3], όπως διακρίνεται και στη δημοσιευόμενη φωτογραφία.
[1]. Παλαιότερα τα ξενοδοχεία όπου διανυκτέρευαν οι επισκέπτες της Λάρισας ονομάζονταν Ξενοδοχεία ύπνου, σε αντιδιαστολή με τα εστιατόρια τα οποία ονομάζονταν ξενοδοχεία φαγητού.
[2]. Ο Αλκιβιάδης Μακρής ήταν πρώτος εξάδελφος του δημοσιογράφου και εκδότη της εφημερίδος «Μικρά» Θρασύβουλου Μακρή. Ήταν πατέρας του γνωστού λαογράφου του Βόλου Κίτσου Μακρή (Λάρισα 1917-Βόλος 1988).Το 1926 ο Αλκιβιάδης Μακρής μετέφερε την επιχείρησή του στο Βόλο.
[3]. Ο Ανδρέας Ροδόπουλος ήταν παππούς του πολιτικού Τάκη Ροδόπουλου και του συγγραφέα Μ. Καραγάτση.