Χαράκτης της εικόνας είναι ο Seppings Wright, (ειδικός καλλιτέχνης όπως αυτοαποκαλείται) απεσταλμένος της εφημερίδας του Λονδίνου στο μέτωπο του πολέμου.
Είναι γνωστό ότι κατά τη διάρκεια του ελληνοτουρκικού πολέμου του 1897, εφημερίδες και περιοδικά της Ευρώπης και της Αμερικής, κατακλύστηκαν από ανταποκρίσεις για την πορεία της πολεμικής σύρραξης. Οι ανταποκρίσεις αυτές συνοδεύονταν από χαρακτικά και φωτογραφίες, τα οποία κατέγραφαν στιγμιότυπα από τις πολεμικές επιχειρήσεις και μερικές φορές απεικόνιζαν σκηνές από τη ζωή στη Λάρισας, η οποία την περίοδο εκείνη έσφυζε από κίνηση, λόγω της συγκέντρωσης μεγάλου αριθμού στρατευμάτων και της παρουσίας εδώ του πολεμικού στρατηγείου, υπό τον διάδοχο του θρόνου Κωνσταντίνο. Παραβάλλοντας τις περιγραφές όλων αυτών, παρατηρούμε ότι οι εντυπώσεις τους για τη Λάρισα είναι αντιφατικές.
Ο Γάλλος Henri Turot, απεσταλμένος της εβδομαδιαίας παρισινής εφημερίδας Le Monde Illustre, γράφει στο βιβλίο του: «...Η μικρή πολιτεία της Λάρισας είναι πολύ ενδιαφέρουσα. Έχει κρατήσει την τουρκική όψη της και λαμποκοπά στον ήλιο, υψώνοντας προς τον φωτεινό ουρανό τις μυτερές κορυφές των μιναρέδων της. Αποθαυμάζω τις όχθες του Πηνειού, όπου είναι κτισμένα χαριτωμένα σπίτια με όμορφους κήπους, όπως και τη γραφικότατη γέφυρα, με το κομψό τζαμί στη μια άκρη της».
Ο Άγγλος Clive Bigham, ανταποκριτής των Times του Λονδίνου από την πλευρά των Τούρκων αναφέρει: «...Τα ίχνη της κλασικής περιόδου της πόλεως έχουν σχεδόν καταστραφεί ολοκληρωτικά και η πυκνή και δεσπόζουσα παρουσία των μιναρέδων επιβεβαιώνει την αντίληψη ότι ο ισλαμισμός παραμένει ακόμα για τα καλά στη Θεσσαλία. Το πράσινο τέμενος[1] κοντά στη δυτική πύλη, υπερέχει σε αρχιτεκτονική ομορφιά από οτιδήποτε άλλο στην πόλη και αυτό οφείλεται στα ενδιαφέροντα μουσουλμανικά στοιχεία που εμφανίζει».
Ο Άγγλος Kinnaird Rose απεσταλμένος του πρακτορείου Reuter, έχει διαφορετική άποψη για τη Λάρισα: «...Εκ πρώτης όψεως η πόλη έχει ανατολίτικη εμφάνιση, με τριάντα μιναρέδες οι οποίοι προβάλλουν τα μυτερά και κυλινδρικά σχήματά τους πάνω από τα πυκνοκατοικημένα σπίτια. Έξω από τα τείχη, στο δυτικό άκρο της πόλεως βρίσκονται οι στρατώνες, οι οποίοι μπορούν να φιλοξενήσουν μέχρι και 8.000 στρατιώτες. Το πλέον χαρακτηριστικό όμως στοιχείο της Λάρισας είναι η ακρόπολή της, πάνω στην οποία βρισκόταν ένα αμφιθέατρο, όταν η πόλη ήταν πρωτεύουσα της αρχαίας Θεσσαλίας. Μερικά ίχνη του αμφιθεάτρου είναι εμφανή ακόμα και σήμερα»[2].
Ο Γάλλος εθελοντής στον πόλεμο του 1897 Lois Fuster, γράφει για την πόλη μας: « Η Λάρισα είναι μια άσχημη πόλη, η οποία έχει διατηρήσει την τούρκικη μορφή της. Είναι βρώμικη, με στενούς και ανασκαμμένους δρόμους και χαμηλά σπίτια».
Το σημερινό χαρακτικό[3], παρουσιάζει την πορεία της άμαξας, η οποία φέρει τον διάδοχο Κωνσταντίνο και τον αδερφό του πρίγκιπα Νικόλαο μαζί με τους υπασπιστές τους, καθώς διασχίζει τους δρόμους της Λάρισας. Πρόκειται για μια μεγαλοπρεπή πομπή στην οποία συμμετέχει πλήθος κόσμου. Γυναίκες με τα καλά τους ρούχα, μεγάλοι άνδρες με φέσια, νεαρές κοπέλες με μακριές πλεξούδες, στρατιωτικοί κάθε βαθμού και ένας ιερέας δεξιά, στριμώχνονται πίσω από την πυκνά παρατεταγμένη στρατιωτική φρουρά, για να αντικρίσουν από κοντά την πομπή, η οποία βρίσκεται στη στροφή προς έναν κεντρικό δρόμο. Προηγείται άγημα έφιππων στρατιωτικών και ακολουθεί η πριγκιπική άμαξα. Ο δρόμος τον οποίο διασχίζουν δεν μπορεί να ταυτοποιηθεί εύκολα. Αν μελετήσει όμως κανείς προσεκτικά το χαρακτικό θα βρει ορισμένα καθοδηγητικά σημεία. Ένα ψηλό και εντυπωσιακό σε αρχιτεκτονική κτίριο αριστερά, με εξώστη και αναρτημένες πολλές ελληνικές σημαίες. Στο βάθος ο θόλος κάποιου τεμένους με τον μιναρέ κολοβό. Βαθιά στον ορίζοντα η κωνική απόληξη ενός βουνού και δεξιά ο ελεύθερος χώρος μιας πλατείας με δένδρα, μέσα στην οποία υψώνεται κάποιο μεγάλο κτίριο.
Πιστεύεται ότι η πομπή κινείται στον δρόμο της σημερινής οδού Κύπρου, στη συμβολή της με την Παπαναστασίου. Αριστερά είναι το ξενοδοχείο «Το Στέμμα» και πιο πίσω το τζαμί του Ομέρ μπέη. Στο βάθος διακρίνεται η κορυφή της Όσσας. Δεξιά είναι η Κεντρική πλατεία με το μέγαρο των Δικαστηρίων. Η καταγραφή όλων αυτών δεν συμβαδίζει βέβαια με την πραγματική τους μορφή, όμως η χωροταξική τοποθέτηση είναι ακριβής. Πιστεύεται επομένως ότι ο καλλιτέχνης κατέγραψε επί τόπου με το μολύβι τα κύρια σημεία του γεγονότος και εκ των υστέρων με οδηγό τη μνήμη του, η οποία αποδείχθηκε ότι ήταν ασθενική, συμπλήρωσε το υπόλοιπο σκηνικό.
[1]. Εννοεί το τζαμί του Χασάν μπέη κοντά στη γέφυρα. Φαίνεται ότι εντυπωσίαζε το πράσινο χρώμα των κιόνων από τον ατρακινό λίθο της Χασάμπαλης. Αυτός πρέπει να ήταν και ο λόγος που πήρε την ονομασία πράσινο σε αντιδιαστολή με το μπλέ τζαμί της Κωνσταντινούπολης, όπου επικρατούσε το γαλάζιο.
[2]. Ο δημοσιογράφος προφανώς εξέλαβε τα υπολείμματα του κοίλου του αρχαίου θεάτρου σαν αμφιθέατρο.
[3]. Ας σημειωθεί ότι θα βρίσκεται μεταξύ των αντικειμένων της έκθεσης η οποία θα εγκαινιασθεί το προσεχές Σάββατο στη Δημοτική Πινακοθήκη Λάρισας-Μουσείο Γ.Ι.Κατσίγρα με τίτλο “Larissa mea dulcissima” (Γλυκυτάτη μου Λάρισα).