Με αυτά τα δεδομένα, η ανέγερση ενός ναού στην περιοχή της Ελασσόνας θεωρούνταν αδύνατη. Κι όμως, ο τότε αρχιεπίσκοπος Δομενίκου και Ελασσόνας Παρθένιος (1760-1780 και 1783-1798) το αποτόλμησε, με πλάγια μέσα όμως, το 1780. Στην πραγματοποίηση του στόχου του είχε τη συνεργασία των τοπικών προεστών γερο-Γιάννη, από το χωριό Πραιτώρι, Χατζη-Γεωργούλη και γερο-Δήμου, από την Τσαριτσάνη, οι οποίοι δωροδόκησαν τον βοεβόδα (διοικητή) της Ελασσόνας Εμίν αγά και εξαγόρασαν τη σιωπή των άλλων Οθωμανών αξιωματούχων της επαρχίας.
Με την ανοχή, λοιπόν, όλων αυτών ανεγέρθηκε ένας ξενώνας του μοναστηριού του Σπαρμού στην Τσαριτσάνη, αγιογραφήθηκε (ιστορήθηκε) η εκκλησία της εκκλησίας της Αγίας Παρασκευής της Τσαριτσάνης και ανεγέρθηκε μία εκκλησία στο χωριό Κεφαλόβρυσο. Ο Παρθένιος αγόρασε από τον ιμάμη της Ελασσόνας ένα χωράφι το οποίο ήταν κοντά στο τζαμί του Βαρόσι, δηλαδή στης δυτική συνοικία των Ελλήνων της Ελασσόνας. Με την αγορά αυτή είχε σκοπό να χτίσει εκεί μία εκκλησία.
Η κατάσταση, όμως, περιπλέχθηκε εξαιτίας των αντιζηλίας των τοπικών παραγόντων. Το μοναστήρι του Σπαρμού ανήκε στη δικαιοδοσία της Επισκοπής Πέτρας, της οποίας οι μισοί οικισμοί βρίσκονταν στην περιοχή της Πιερίας και οι άλλοι μισοί στον δυτικό θεσσαλικό Όλυμπο. Ο τότε επίσκοπος της Πέτρας είχε την έδρα του στο Λιβάδι και οι Λιβαδιώτες είχαν την άποψη ότι η ενέργεια του Παρθενίου να ανεγείρει στην Τσαριτσάνη έναν ξενώνα του μοναστηριού του Σπαρμού, το οποίο δεν ανήκε στην επισκοπική επαρχία του, ήταν αυθαίρετη, με αποτέλεσμα να ξεσηκωθούν εναντίον των Τσαριτσανιωτών.
Η διαμάχη αυτή είχε ως αποτέλεσμα κάποιοι Οθωμανοί να καταγγείλουν την παρανομία του βοεβόδα και των άλλων Αρχών στην Κωνσταντινούπολη, στην αυλή του σουλτάνου. Ο σουλτάνος προέβη αμέσως στην έκδοση ενός αυτοκρατορικού διατάγματος (φιρμάνι), με το οποίο διέταζε την κατεδάφιση των παράνομων οικοδομημάτων και να συλληφθούν οι υπεύθυνοι της παρανομίας, Οθωμανοί και Έλληνες.
Οι γενίτσαροι, οι σκληροί τιμωροί των Ελλήνων, έπιασαν αμέσως δουλειά. Πυρπόλησαν το μετόχι του Σπαρμού στην Τσαριτσάνη, κατεδάφισαν τα άλλα παράνομα κτίσματα και συνέλαβαν τον βοεβόδα Εμίν αγά, τον γραμματέα του ιεροδικαστηρίου Αλή Κοτζά, τον αρχιεπίσκοπο Παρθένιο, τον ηγούμενο του Σπαρμού Γεράσιμο, τον Σακελλάριο παπα-Γιώργη και τους προεστούς: γερο-Γιάννη, Χατζη-Γεωργούλη, γερο-Δήμο και Ζιώγο. Χωρίς δίκη οδηγήθηκαν στις φυλακές όπου βασανίστηκαν απάνθρωπα στα ανήλια μπουντρούμια, όπου τους οδήγησαν αλυσοδεμένους. Ένας από αυτούς, ο Χατζη-Γεωργούλης, δεν άντεξε στα βασανιστήρια και πέθανε στη φυλακή!
Οι υπόλοιποι καταδικάστηκαν σε φυλάκιση και εξορία. Οι Οθωμανοί Αλή Κοτζά και Τζαμλή Ισμαήλ κλείστηκαν στις φυλακές (κουλέ) της Θεσσαλονίκης, όπου τους αποκεφάλισαν (εχάλασαν). Οι Έλληνες, ύστερα από ένα χρόνο, αποφυλακίστηκαν, εκτός από τον αρχιεπίσκοπο Παρθένιο και τον ηγούμενο του Σπαρμού Γεράσιμο, οι οποίοι παρέμειναν εξόριστοι τρία χρόνια. Για την αποφυλάκισή τους όλοι αυτοί πλήρωσαν το υπέρογκο ποσό των 70 πουγγίων, δηλαδή 35.000 γροσίων, και το μοναστήρι της Ολυμπιώτισσας πλήρωσε ως πρόστιμο, άγνωστο γιατί, 800 γρόσια, διότι ο νέος βόιβοντας της Ελασσόνας ήταν ένας σκληρός Αράπης! Όπως γίνεται αντιληπτό, πρόκειται για μία προσοδοφόρο επιχείρηση, κοινή τακτική των Οθωμανών.
Ο ολιγογράμματος κωδικογράφος της Ολυμπιώτισσας σημείωσε τα εξής, σχετικά με το εν λόγω θέμα: «1780. Εσικοσαν καυγάν η τζαρνητζότις με τους λιβαδιότις, και χάλασαν το μετόχι το σπαρμιότικο και τιν εκλισίαν στο κεφαλόβρισω, και την στορίαν τις αγίας παρασκευής στιν τζαρλλιτζανη, και έριξν του χατζί γεγούλι στουν κολέ, και το τζαπή, και τον αλί κότζι τους έστειλαν στην θεσαλονήκυ, στουν κουλέ και εκύ τους εχάλασαν, και ο εμήναγας, και ο σακυλάριος κα γεροδίμος ο ζόγος ο γιρογιάνης από πριτόρι να μην εφεύγαν, την όρα τους χαλνούσαν, και έκαμνα το ατλάκυ πονκύα 70. Έτζι βγίκαν έδοσεν και το μοναστηρι τζερεμέν άσπρα 800, διατί ήταν ένας βόηβοντας οργισμένος αράπης».
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
1) Κώστας Σπανός, «Οι περιπέτειες του ναού του Αγίου Αχιλλίου», Θεσσαλικά Σύμμικτα. Πρακτικά Α΄ Επιστημονικής Ημερίδας, Βόλος 8 Δεκεμβρίου 2001, 197-203.
2) Ευάγγελος Σκουβαράς, Ολυμπιώτισσα, ΚΕΜΝΕ, Αθήναι 1967.
3) Γρηγόριος Π. Βέλκος, Ο αρχαιότερος κώδικας της Μονής της Παναγίας Ολυμπιώτισσας Ελασσόνας, Ελασσόνα 1994.
Από τη Μαρία Π. Βουβούση
* Η Μαρία Βουβούση – φιλόλογος, Msc: Σχεδιασμός και Ανάπτυξη Τουρισμού και Πολιτισμού, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, Μsc: Επιστήμες της Εκπαίδευσης και της Διά Βίου Μάθησης, Πανεπιστήμιο Μακεδονίας.