Συγχρόνως έθεσε τις βάσεις για την κυκλοφορία ενός ογκώδους τόμου, ενταγμένου στην ετήσια σειρά της έκδοσης του περιοδικού της "Θεσσαλικά Χρονικά", ως έκτακτη εμβόλιμη έκδοση. Όμως οι προετοιμασίες των εορταστικών εκδηλώσεων, προφανώς λόγω των πολιτικών ανωμαλιών της εποχής, δεν μπόρεσαν να πραγματοποιηθούν στην ώρα τους και καθυστέρησαν κατά τέσσερα έτη. Έτσι αντί να λάβουν χώρα το 1931 όπως έπρεπε, τελικά έγιναν το 1935.
Στη Λάρισα αποφασίσθηκε οι εκδηλώσεις αυτές να γίνουν με κάθε επισημότητα στις 29 Σεπτεμβρίου του 1935. Την κυβέρνηση εκπροσώπησαν ο στρατηγός Γεώργιος Κονδύλης, ο οποίος την περίοδο εκείνη ήταν αντιπρόεδρος της Κυβερνήσεως και υπουργός Στρατιωτικών και ο υπουργός Εργασίας Γεώργιος Καρτάλης, από τον Βόλο, ο οποίος εκλεγόταν στο νομό Λαρίσης[2]. Επίσης συμμετείχαν εκπρόσωποι της οργανωτικής επιτροπής των εκδηλώσεων και πολλά μέλη της Ιστορικής και Λαογραφικής Εταιρείας των Θεσσαλών από την Αθήνα, καθώς και οι τοπικές αρχές όχι μόνον του νομού, αλλά και της υπόλοιπης Θεσσαλίας.
Οι εκδηλώσεις ξεκίνησαν το πρωί της 29ης Σεπτεμβρίου 1935 με τους 21 καθιερωμένους κανονιοβολισμούς και την έπαρση της σημαίας στο νομαρχιακό κατάστημα. Ακολούθησε στις 11 το πρωί πανηγυρική Δοξολογία που έγινε στον μητροπολιτικό ναό του Αγίου Αχιλλίου και στην οποία χοροστάτησε ο μητροπολίτης Λαρίσης Δωρόθεος Κοτταράς[3]. Η φωτογραφία που συνοδεύει το κείμενο είναι τραβηγμένη στα σκαλάκια του μητροπολιτικού ναού του Αγίου Αχιλλίου, κατά την αποχώρηση των επισήμων από την Δοξολογία. Διακρίνονται ο στρατηγός Γεώργιος Κονδύλης και με το φράκο ο υπουργός Γεώργιος Καρτάλης. Δίπλα τους βρίσκονται οι υπασπιστές του στρατηγού και πολλά άλλα άτομα, στρατιωτικοί και πολιτικοί, τοπικοί άρχοντες και απλοί πολίτες. Μετά το τέλος της δοξολογίας έγινε κατάθεση στεφάνων από τους επισήμους στο ηρώο της πόλεως. Ως Ηρώο την περίοδο εκείνη χρησιμοποιείτο το μνημείο για τους πεσόντες αξιωματικούς κατά τον «ατυχή» ελληνοτουρκικό πόλεμο του 1897. Βρισκόταν στην είσοδο του άλσους Αλκαζάρ, αμέσως δεξιά μετά τα σκαλοπάτια, και υπάρχει μέχρι σήμερα ξεχασμένο και εγκαταλελειμμένο[4].
Στη συνέχεια ακολούθησε παρέλαση στην κεντρική πλατεία ενώπιον των επισήμων και πλήθος κόσμου. Στην παρέλαση συμμετείχαν στρατιωτικά τμήματα, σχηματισμοί ευζώνων, μαθητές και μαθήτριες Δημοτικών Σχολείων, Γυμνασίων και του Αρσακείου. Πολλά τμήματα παρέλασαν με εθνικές ενδυμασίες και έδωσαν μια ιδιαίτερη αίγλη στο γεγονός. Το μεσημέρι δόθηκε στη «Λαρισαϊκή Λέσχη» επίσημο γεύμα από τον Νομάρχη Λαρίσης Χαρίλαο Γεωργόπουλο, στο οποίο παρευρέθηκαν όλοι οι επίσημοι. Η Λέσχη αυτή βρισκόταν στην αρχή της οδού Κούμα, αμέσως μετά τη γωνία που καταλάμβανε το καφενείο «Παράδεισος». Ήταν ένα διώροφο νεοκλασικό κτίριο, το οποίο υπέστη σοβαρότατες ζημιές από τον σεισμό και τους βομβαρδισμούς της κατοχής. Κατεδαφίσθηκε και στη θέση του, μαζί με το γωνιακό κτίριο που αναφέρθηκε, κτίσθηκε μεταπολεμικά ο κινηματογράφος «Ορφεύς». Σήμερα υψώθηκε ένα θεόρατο πολυώροφο κτίσμα, στο ισόγειο του οποίου λειτουργούν κατά διαστήματα διάφορα καταστήματα.
Το απόγευμα, στο πρόγραμμα του εορτασμού της ημέρας εκείνης έλαβαν χώρα στην Κεντρική πλατεία Θέμιδος εθνικοί χοροί. Ομάδες από τα ωραιότερα κορίτσια της Λάρισας, ντυμένα με εθνικές ενδυμασίες, έσυραν κατά ομίλους και σε κυκλικούς σχηματισμούς, γραφικούς παραδοσιακούς χορούς απ’ όλη την Ελλάδα. Ήταν ένα θέαμα γοητευτικό που το παρακολούθησαν χιλιάδες θεατές όχι μόνον από τη Λάρισα, αλλά και από τις γειτονικές επαρχίες. Η πόλη είχε πλημμυρίσει από κόσμο και η πλατεία ήταν κατάμεστη. Θέσεις για τους επισήμους είχαν κρατηθεί στη δυτική πλευρά της πλατείας. Εκεί είχε στηθεί μια μεγάλη εξέδρα, στην οποία κάθισαν ο Κονδύλης, ο Καρτάλης, οι νομάρχες και οι δήμαρχοι Λαρίσης και Τρικάλων, οι δήμαρχοι του Βόλου και της Καρδίτσης, οι διοικητές των μεγάλων μονάδων που είχαν τις έδρες τους στη Θεσσαλία και πολλοί εκπρόσωποι των τοπικών αρχών.
Όμως το αποκορύφωμα των εκδηλώσεων έλαβε χώρα το βράδυ της ίδιας ημέρας, με μια φαντασμαγορική γιορτή που έγινε στον Πηνειό. Χιλιάδες κόσμου είχαν παραταχθεί στις όχθες του, ενώ όλοι οι επίσημοι, με επικεφαλής τον Κονδύλη, είχαν πάρει θέσεις πάνω σε ειδική εξέδρα στον περίβολο του ναού του Αγίου Αχιλλίου. Επειδή τότε δεν είχε ακόμα δημιουργηθεί η δεύτερη ανακουφιστική κοίτη του ποταμού, το νερό του Πηνειού ήταν αρκετό και το εύρος της κοίτης μεγάλο. Λίγο μετά την γέφυρα, ανάμεσα στο Αλκαζάρ και στον Λόφο της Ακροπόλεως, υπήρχε τότε ένα μικρό νησάκι, κατάφυτο από ιτιές, το οποίο δίχαζε τη ροή του ποταμού. Πάνω στο νησί αυτό, καθώς και στην παλιά πέτρινη τοξωτή γέφυρα, ένας Ιταλός κατασκευαστής βεγγαλικών, είχε δημιουργήσει θαυμάσιες φωτεινές διακοσμήσεις. Εν τω μεταξύ είχαν επιστρατευθεί όλες οι βάρκες του τάγματος των Γεφυροποιών, οι οποίες είχαν φωταγωγηθεί με ειδικά γιαπωνέζικα φανάρια. Όταν οι φωτισμένες βάρκες άρχισαν να κινούνται από τον Υδατόπυργο προς τη γέφυρα, η στρατιωτική μπάντα που βρισκόταν στις δύο πρώτες βάρκες, άρχισε να εκτελεί εμβατήρια. Στις υπόλοιπες που ακολουθούσαν, εκτός από τους κωπηλάτες, υπήρχαν και νεαρές κοπέλες, ντυμένες με αρχαίες ενδυμασίες, οι οποίες σκορπούσαν άνθη. Όταν η πομπή έφθασε στη γέφυρα, ο Ιταλός κατασκευαστής πυροδότησε τα βεγγαλικά και ένας φωτεινός καταρράκτης άρχισε να χύνεται στο ποτάμι. Ταυτόχρονα από το νησάκι άρχισαν να εκτοξεύονται βεγγαλικά που έσκαζαν ψηλά στον ουρανό και σχημάτιζαν διάφορα παράδοξα φωτεινά σχήματα. Από το ύψος του προαυλίου του Αγίου Αχιλλίου οι επίσημοι παρακολουθούσαν με ενδιαφέρον το μεγαλειώδες θέαμα και ο στρατηγός Κονδύλης εκδηλώνοντας την ευχαρίστησή του, συγχάρηκε θερμά τον δήμαρχο Στυλιανό Αστεριάδη και τους διοργανωτές της εορτής.
Τις εκδηλώσεις παρακολούθησαν και είκοσι περίπου δημοσιογράφοι, απεσταλμένοι των αθηναϊκών μέσων ενημερώσεως, οι οποίοι ακολούθησαν τον αντιπρόεδρο της Κυβερνήσεως στρατηγό Γεώργιο Κονδύλη στο ταξίδι του αυτό. Με τις ανταποκρίσεις εξέφραζαν τον θαυμασμό τους για την πρωτοτυπία και την επιτυχία της βραδινής εκδήλωσης στο ποτάμι.
Οι εορτές έκλεισαν με το επίσημο δείπνο που ακολούθησε και είχε παραχωρήσει ο δήμαρχος Λαρίσης Στυλιανός Αστεριάδης (Πατόφλας) πάλι στην «Λαρισαϊκή Λέσχη». Το εορταστικό αυτό γεγονός ήταν για την Λάρισα κάτι το πρωτόγνωρο, γι' αυτό και άφησε εποχή.
Τις επόμενες ημέρες ανάλογες εορταστικές εκδηλώσεις έγιναν και σε άλλες πόλεις της Θεσσαλίας, οι οποίες σημείωσαν και αυτές μεγάλη επιτυχία.
---------------------------------------------------
[1]. Η Ιστορική και Λαογραφική Εταιρεία των Θεσσαλών, με τη τόσο πλούσια δράση της, ιδρύθηκε το 1928 στην Αθήνα από επίλεκτα άτομα καταγόμενα από την Θεσσαλία και τα οποία διέμεναν στην Αθήνα. Σκοπός της ήταν η περισυλλογή, τακτοποίηση, μελέτη και διαφύλαξη των αρχαιολογικών, ιστορικών, λαογραφικών και γλωσσικών κειμηλίων της Θεσσαλίας. Εκτός από τις συχνές διαλέξεις που έδινε συνήθως στην αίθουσα του φιλολογικού συλλόγου «Παρνασσός», κυκλοφορούσε και μια εξαιρετικά επιμελημένη ετήσια έκδοση με τον τίτλο «Θεσσαλικά Χρονικά», στην οποία περιέχονταν διάφορα ιστορικά και λαογραφικά θέματα από διακεκριμένους συγγραφείς και ιστορικούς μελετητές..
[2]. Οι νομοί της Θεσσαλίας την περίοδο εκείνη ήταν δύο, Λαρίσης και Τρικάλων. Η περιοχή του Βόλου (επαρχία Μαγνησίας) υπαγόταν στο νομό Λαρίσης. Το ίδιο και η Καρδίτσα, στον νομό Τρικάλων.
[3]. Ήταν πρόσφατη (15 Ιανουαρίου 1935) η μετάθεση του μητροπολίτου Δωροθέου Κοτταρά στη Λάρισα από την μητρόπολη Κυθήρων, σε αντικατάσταση του Αρσενίου Αφεντούλη, ο οποίος είχε αποβιώσει πριν από έναν χρόνο (1934).
[4]. Βλ. Παπαθεοδώρου Νικόλαος, Το παλιό Ηρώο στο Αλκαζάρ, εφ. "Ελευθερία" Λάρισας, φύλλο της 31ης Ιανουαρίου 2016.
Του Νικ. Αθ. Παπαθεοδώρου
nikapap@hotmail.com