Κατά τη διάρκεια του μεσοπολέμου η Λάρισα άλλαξε εντελώς μορφή. Αυξήθηκε πληθυσμιακά, απέβαλε αισθητικά την όψη της τουρκόπολης, γνώρισε εποχές πνευματικής, επιστημονικής, επαγγελματικής και κοινωνικής ανάπτυξης και γενικά προόδευσε σε πολλούς τομείς. Ειδικά στον τομέα της ψυχαγωγίας κρατούσε τα σκήπτρα μεταξύ πολλών επαρχιακών πόλεων. Αναδιφώντας τις παλιές κιτρινισμένες εφημερίδες της εποχής διαβάζει κανείς πληθώρα εκδηλώσεων. Θίασοι με ηχηρά ονόματα (Κοτοπούλη, Μυράτ, Κυβέλη και πολλοί άλλοι) έρχονταν τακτικά στη Λάρισα χειμώνα, καλοκαίρι. Γνωστοί τραγουδιστές και τραγουδίστριες (Δανάη, Αττίκ, κλπ.) θώπευσαν τα αυτιά των Λαρισαίων. Χοροί επίσημοι, συνήθως για φιλανθρωπικούς σκοπούς γίνονταν, με παρούσα όλη την αστική τάξη της πόλεως. Διαλέξεις από σπουδαίους επιστήμονες και λογοτέχνες, πολλές μάλιστα με εισιτήριο, δίνονταν στις πολυτελείς αίθουσες ψυχαγωγίας που διέθετε η πόλη. Έργα βωβού κινηματογράφου και παραστάσεις Καραγκιόζη ήταν καθημερινό φαινόμενο.
Αίθουσες ψυχαγωγίας υπήρχαν πολλές. Το 1905 άρχισε να λειτουργεί η Λέσχη Ασλάνη, εκεί που σήμερα στεγάζεται η Στρατιωτική Λέσχη Αξιωματικών, η οποία διέθετε μια αίθουσα πολυτελέστατη. Το 1908 κτίσθηκε το τριώροφο κτίριο του «Πανελληνίου», το ισόγειο του οποίου διέθετε τεράστια αίθουσα. Την ίδια εποχή το ψυχαγωγικό κέντρο «Παράδεισος» φιλοξενούσε πολλές καλλιτεχνικές εκδηλώσεις. Βρισκόταν στη γωνία Κούμα και Μ. Αλεξάνδρου, εκεί όπου σήμερα στεγάζεται υποκατάστημα τραπέζης. Υπήρχαν και άλλα, ιδιαίτερα το καλοκαίρι, στο Φρούριο ή στον κήπο των Ανακτόρων. Έξυπνοι και δραστήριοι επιχειρηματίες νοίκιαζαν τις αίθουσες αυτές και με κίνητρο την έφεση των Λαρισαίων στις διασκεδάσεις και τον ανταγωνισμό μεταξύ των κέντρων, πρόσφεραν υψηλού επιπέδου εκδηλώσεις. Ένας από τους επιχειρηματίες που διέπρεψε την περίοδο του μεσοπολέμου ήταν και ο Κωνσταντίνος Πάλτσος, τη δραστηριότητα του οποίου θα σκιαγραφήσουμε σήμερα.
Όπως μας πληροφορεί ο πολύ στενός του φίλος δημοσιογράφος Κώστας Περραιβός, ο Κωνσταντίνος Πάλτσος γεννήθηκε στα Τρίκαλα στις 14 Ιανουαρίου 1889[1]. Η καταγωγή του ήταν από το Τρίλοφο Καστοριάς, αλλά λίγο μετά την προσάρτηση της Θεσσαλίας το 1881 μετακόμισε οικογενειακώς στα Τρίκαλα. Είχε άλλα δύο αδέλφια, τον Δημήτριο που ήταν μεγαλύτερός του και την Ευγενία που ήταν η μικρότερη. Τη δεκαετία του 1910 τα δύο αδέλφια ήλθαν στη Λάρισα για αναζήτηση καλύτερης τύχης στον επαγγελματικό τομέα. Όμως δεν ξεχνούσαν την γενέθλια πόλη τους, τα Τρίκαλα. Λέγεται μάλιστα ότι δεν κατανάλωναν γαλακτοκομικά προϊόντα αν δεν ήταν Τρικαλινά. Στη Λάρισα ασχολήθηκαν για ορισμένα χρόνια σε διάφορες εργασίες και το 1914 από κοινού νοίκιασαν μέρος του ισόγειου του διώροφου κτιρίου ιδιοκτησίας Κατσαούνη, το οποίο βρισκόταν σε επαφή με τον χώρο των δικαστηρίων. Είχαν αποχωρήσει οι αδελφοί Λαγαρία οι οποίοι μέχρι τότε το νοίκιαζαν από τον ιδιοκτήτη και το χρησιμοποιούσαν σαν μπυραρία. Τα αδέλφια Πάλτσου το επίπλωσαν με γούστο και το λειτούργησαν σαν ζαχαροπλαστείο με την γαλλική ονομασία «Doree».
Έχει δημοσιευθεί σε γαλλική εφημερίδα του 1917 φωτογραφία, στην οποία απεικονίζεται ο στρατηγός Maurice Sarrail να βρίσκεται στον εξώστη του άνω ορόφου της οικοδομής Κατσαούνη και να απευθύνει χαιρετισμό προς τον συγκεντρωμένο στην πλατεία κόσμο. Ήταν αρχές Ιουνίου 1917 όταν ο στρατηγός επισκέφθηκε τη Λάρισα για να επιθεωρήσει τα γαλλικά στρατεύματα που είχαν καταλάβει την πόλη κατά τη διάρκεια του εθνικού διχασμού. Στη φωτογραφία αυτή διακρίνεται στο ισόγειο ο τίτλος του καταστήματος: ΖΑΧΑΡΟΠΛΑΣΤΕΙΟΝ DOREE Δ. Α. ΠΑΛΤΣΟΥ. Παρατηρούμε με έκπληξη ότι δεν αναφέρεται ο Κώστας Πάλτσος στον τίτλο, γεγονός που σημαίνει ότι την επιχείρηση την είχε επ’ ονόματί του ο μεγαλύτερος αδελφός Δημήτριος.
Εν τω μεταξύ ο Κωνσταντίνος Πάλτσος νυμφεύθηκε την Άννα, κόρη του υποδηματοποιού Αντωνίου Μπράχου που είχε καταγωγή από τα Αμπελάκια. Η Άννα είχε τέσσερα αδέλφια, που όλα σταδιοδρόμησαν επαγγελματικά με επιτυχία.
--Ο Δημήτριος σπούδασε ιατρική, εργάσθηκε σαν γιατρός στα Αμπελάκια και νυμφεύθηκε την Ιφιγένεια Κούρια, αδελφή του Αμπελακιώτη καθηγητή της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών Βασιλείου Κούρια. Εν συνεχεία σταδιοδρόμησε σαν ιατρός στο Μακρυχώρι.
--Ο Γεώργιος εργάσθηκε ως διοικητικός υπάλληλος στο στρατιωτικό νοσοκομείο της Λάρισας.
--Ο Νικόλαος ήταν επί χρόνια υπάλληλος στον τότε Ο.Υ.Η.Λ. (Οργανισμός Υδρεύσεως Ηλεκτρισμού Λαρίσης), στο τμήμα ηλεκτρολόγων.
--Ο Στέργιος Μπράχος διετέλεσε αξιωματικός και υπηρέτησε στο Σώμα Στρατιωτικών Γραμματέων του υπουργείου Στρατιωτικών[2].
Το ζαχαροπλαστείο «Doree» δούλευε καλά, αλλά στα τέλη του 1917 ο Δημήτριος Πάλτσος και η κόρη του προσβλήθηκαν από φυματίωση και πέθαναν. Εν τω μεταξύ ο Κώστας όλα αυτά τα χρόνια γνωρίσθηκε με τον βουλευτή Αγιάς Αγαμέμνονα Σλήμαν, γιό του διάσημου αρχαιολόγου Ερρίκου Σλήμαν και ασπάσθηκε την ιδεολογία του. Ανήκαν και οι δύο στο Λαϊκό κόμμα και ήταν φανατικοί αντιβενιζελικοί. Έτσι κατά τη διάρκεια του εθνικού διχασμού συνελήφθηκαν και εξορίσθηκαν μαζί για δύο περίπου χρόνια στη Μυτιλήνη, όπου μοιράζονταν το ίδιο δωμάτιο. Αυτό το γεγονός στάθηκε αφορμή να δημιουργηθεί μεταξύ τους μια ακατάλυτη φιλία. Όταν επέστρεψαν από την εξορία, ο μεν Σλήμαν εκλέχθηκε βουλευτής στις εκλογές του Νοεμβρίου του 1920, ο δε Κώστας Πάλτσος, με την οικονομική βοήθεια του Σλήμαν, νοίκιασε το 1919 το ισόγειο του τριώροφου κτιρίου «Πανελλήνιον», ιδιοκτησίας των αδελφών Μποσινιώτη. Άλλαξε τελείως τη φυσιογνωμία του καταστήματος, το ανακαίνισε εσωτερικά με μια θαυμάσια ταπετσαρία. Τοποθέτησε τεράστιους καθρέπτες, βιεννέζικες καρέκλες, πολυελαίους, το ομόρφυνε με γύψινες διακοσμήσεις και το μετονόμασε σε «Ντορέ», όπως και το προηγούμενο κατάστημα που είχε με τον αδελφό του, στο διπλανό κτίριο Κατσαούνη. Τα δύο κτίρια τα χώριζε ένα άλλο, το οποίο στέγαζε το υποκατάστημα της Εμπορικής Τραπέζης. Χάρη στην πολυτελή του εμφάνιση συγκέντρωνε όλη την καλή κοινωνία της Λάρισας. Με την μορφή αυτή είναι αυτονόητο ότι το «Ντορέ» δεν ήταν προσιτό στο μεγάλο κοινό.
Επίσης ο Κώστας Πάλτσος είχε την οξυδέρκεια να αξιοποιήσει μέρος της μεγάλης αυλής που υπήρχε στο πίσω μέρος του κτιρίου και με ελαφρά δόμηση να κατασκευάσει θεατρική σκηνή και αίθουσα βωβού κινηματογράφου. Η αίθουσα αυτή, αν και πρόχειρη, γνώρισε μεγάλες δόξες και απ’ αυτήν παρέλασαν όλα τα μεγάλα ονόματα του θεάτρου και της μουσικής των Αθηνών, τα οποία μεσουρανούσαν την περίοδο εκείνη του μεσοπολέμου. Οι χοροεσπερίδες γίνονταν στην κυρίως αίθουσα, ανεπτυγμένη μέχρι και την σκηνή του θεάτρου.
Την ημέρα λειτουργούσε σαν ζαχαροπλαστείο και καφενείο για εκλεκτή πελατεία. Για τα βράδια, όταν δεν υπήρχαν θίασοι ή μουσικά σχήματα από την Αθήνα, μετακαλούσε πολλές φορές βιεννέζικη ορχήστρα, η οποία με τη μουσική των συνθετών της κεντρικής Ευρώπης διασκέδαζε την καλή κοινωνία της Λάρισας, η οποία προσέρχονταν οικογενειακά. Τα καλοκαίρια το Καφεζαχαροπλαστείο άπλωνε τα τραπεζάκια του στο δρόμο μπρος από το κατάστημα και στον αναλογούντα σ’ αυτό χώρο της πλατείας. Σ’ όλο αυτό το διάστημα ο Κώστας Πάλτσος αποδείχθηκε ένα χαρισματικός επιχειρηματίας, ο οποίος δεν δίσταζε να προσκαλεί μουσικούς θιάσους και εκλεκτούς καλλιτέχνες, ανταγωνιζόμενος τον «Κήπο Χαλήμαγα», ένα ανάλογο ψυχαγωγικό κέντρο, το οποίο βρισκόταν στον ωραίο και καταπράσινο κήπο των ανακτόρων, εκεί όπου σήμερα βρίσκεται το Δημοτικό Ωδείο και η πλατεία του Αγίου Βησσαρίωνος. Τελικά ο ανταγωνισμός αυτός δεν ωφέλησε και τους δύο. Τα πολλά έξοδα γονάτισαν τον Πάλτσο, ο οποίος αναγκάσθηκε το 1930 να πωλήσει την επιχείρησή του. Ο Μήτσος Βρεττόπουλος ήταν ο νέος επιχειρηματίας, που αγόρασε όλη την όμορφη επίπλωση και τα σκεύη του καταστήματος, αλλάζοντας συγχρόνως και την ονομασία του από «Ντορέ» σε «Πανελλήνιον». Η ονομασία αυτή του κέντρου διατηρήθηκε μέχρι και την κατεδάφιση του κτιρίου τον Απρίλιο του 1976.
Η λειτουργία του «Ντορέ» κράτησε τελικά δέκα χρόνια. Σ’ αυτά τα χρόνια ο δαιμόνιος Κώστας Πάλτσος πρόσφερε στους Λαρισαίους ό,τι καλύτερο είχε να επιδείξει η καλλιτεχνική ζωή της Αθήνας. Παραχωρώντας την επιχείρηση στον Βρεττόπουλο έφυγε από τη Λάρισα και μετακόμισε στην Αθήνα. Φεύγοντας για την πρωτεύουσα άφησε στη Λάρισα και την έντονη και άστατη ζωή του. Εκεί, με τη βοήθεια του φίλου του Αγαμέμνονα Σλήμαν, κατόρθωσε να διορισθεί στο υπουργείο Ναυτικών, επί της Πλατείας Κλαυθμώνος. Συγχρόνως ο ίδιος του παραχώρησε και διαμέρισμα επί της οδού Πανεπιστημίου 46 όπου διέμενε με τη γυναίκα του, στην οποία αφοσιώθηκε τα υπόλοιπα χρόνια της ζωής του. Δεν είχε όμως τη χαρά να αποκτήσει τέκνα και πέθανε στις 14 Ιουνίου 1983 σε ηλικία 94 ετών.
[1]. Περραιβός Κώστας, Η «Μπέλ Επόκ» της Λάρισας, εφ. «Ελευθερία», φύλλο της 26ης Ιουνίου 1983.
[2]. Τις πληροφορίες αυτές μου τις αφηγήθηκε ο φίλος Βασίλειος Μπάκας, Αμπελακιώτης την καταγωγή, τον οποίο και ευχαριστώ.
ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΑΘ. ΠΑΠΑΘΕΟΔΩΡΟΥ
nikapap@hotmail.com