Είναι πολύ τραγική η κατάσταση σήμερα στην πολύπαθη περιοχή τού Καυκάσου. Κυρίως των αμάχων, θύματα της πρακτικής του παραλόγου που οδηγεί πάντοτε στον πόλεμο. Στην καταστροφή και στο θάνατο των αθώων πολιτών. Στην προκειμένη περίπτωση της Γεωργίας και της Οσετίας. Δύο λαών, που όπως πολύ σωστά είπε μια Γεωργιανή γυναίκα, έγιναν πιόνια στο παιχνίδι των μεγάλων.
Και έτσι πράγματι είναι. Χρησιμοποιήθηκε ο Καύκασος, πέρα από τα όποια οικονομικά και γεωπολιγικά συμφέροντα ως χώρος αναμέτρησης δύο δυνάμεων. Μιας υπαρχούσης υπερδύναμης και μιας αφυπνιζομένης τώρα και ύστερα από το λήθαργο και την παρακμή δύο δεκαετιών περίπου. Ουσιαστικά, αυτό δοκιμάστηκε εδώ. Το ξύπνημα και η δύναμη ενός γίγαντα, ο οποίος αναζητά αυτό που κατείχε κάποτε στη διεθνή σκηνή. Να προσμετράται ως ίσος προς ίσον. Να καταλάβουν καλά οι πέραν του Ατλαντικού ότι εις το εξής δεν θα αλωνίζουν μόνοι τους και μάλιστα σε πολύ κοντινά χωράφια της Ρωσίας.
Και αυτό η Ρωσία το πέτυχε σε πρώτη φάση. Και θα το πετύχει, πιστεύω, με όποιο κόστος και σε οποιαδήποτε άλλη στιγμή. Γιατί έχει τη δύναμη. Αφού είναι ο μεγαλύτερος ενεργειακός κολοσσός του κόσμου. Αφού η Ευρώπη ενεργειακά εξαρτάται σχεδόν από αυτή. Από τον αμέτρητο ενεργειακό της πλούτο. Αυτόν που έκανε τη Ρωσία μέσα σε λίγα χρόνια όχι μόνο να ξεχρεωθεί διεθνώς και από ζήτουλας να γίνει νοικοκύρης, αλλά να πολλαπλασιάζει διαρκώς τη δύναμή της, φθάνοντας έτσι σήμερα στη θέση της υπερδύναμης που άλλοτε κατείχε.
Αυτή η δύναμη έκανε τη Ρωσία να αναμετρηθεί σήμερα με τη Δύση. Να συγκρουστεί με τη νέα τάξη πραγμάτων που πάνε να δημιουργήσουν οι Αμερικανοί στην περιοχή αυτή. Έτσι, γυρίσαμε πίσω στην εποχή τού ψυχρού πολέμου. Και αυτό το βλέπουμε καθημερινά στις ψυχροπολεμικές φραστικές συμπεριφορές και των δύο. Βέβαια, στο παιχνίδι αυτό της σύγκρουσης χρησιμοποιήθηκαν κάποια πιόνια. Χρησιμοποιήθηκαν δύο λαοί, που από μόνοι τους θα μπορούσαν να λύσουν τις διαφορές τους. Χωρίς αιματοχυσίες και καταστροφές. Εφαρμόζοντας απλά το κυρίαρχο δικαίωμα του κάθε λαού να ζήσει όπως αυτός επιθυμεί. Και αυτό φυσικά με δίκαιες και δημοκρατικές διαδικασίες, όπως αυτές προβλέπονται από τους διεθνείς κανόνες και το διεθνές δίκαιο.
Όμως, αντί της ειρηνικής διευθέτησης των διαφορών, επιχειρήθηκε έξωθεν ο πόλεμος. Και τα πιόνια έσπευσαν αμέσως προς την κατεύθυνση αυτή, με τα γνωστά αποτελέσματα. Και όλοι τώρα, μικροί και μεγάλοι, ανάλογα με το πού βρίσκονται τα συμφέροντά τους και οι συμμαχίες τους, ψάχνουν να βρουν τα αίτια. Βγάζουν καταδικαστικές αποφάσεις, οι οποίες όμως δεν εφαρμόζονται, γιατί προσκρούουν στο δικαίωμα του βέτο των μεγάλων. Στα συμφέροντά τους. Όμως, για να είμαστε ειλικρινείς, όλοι γνωρίζουν καλά τα αίτια αυτής της καταστροφής. Όλοι ξέρουν την αλήθεια. Αλλά δεν τη λένε. Δεν θέλουν να πουν ότι κάποιοι μικροί χρησιμοποιήθηκαν στο παιχνίδι των μεγάλων. Σ’ ένα παιχνίδι, όπου δεν υπάρχει λύπη ή στεναγμός, παρά μόνον συμφέροντα.
Πιστεύω ότι η παραπάνω κατάσταση της καταστροφής και του πολέμου, η οποία λαμβάνει χώρα για πολλοστή φορά στην καμπούρα των μικρών λαών, πρέπει να αποτελέσει δύναμη αποτροπής της ασυνεννοησίας των μικρών λαών, η οποία οδηγεί στον πόλεμο. Σ’ έναν πόλεμο συμφερόντων των μεγάλων. Γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο θα πρέπει να προλαμβάνονται. Και θα προλαμβάνονται, αν σε κάθε χώρα πρυτανεύσει η αρχή της λογικής και της ειρήνης. Και αυτό θα συμβαίνει όταν οι λαοί εκλέγουν κυβερνήσεις οι οποίες ναι μεν θα διέπονται από αισθήματα φιλοπατρίας, όχι όμως από ακραίες υπερεθνικιστικές συμπεριφορές, όπως συμβαίνει και στη γειτονιά μας σήμερα με τη μικρή χώρα των Σκοπίων.
Και η λογική της ειρήνης, την οποία τονίσαμε λέει πολύ απλά: να μην γίνεσαι ποτέ πιόνι στα παιχνίδια των μεγάλων. Να μην αφήσεις ποτέ τη χώρα σου να γίνει ορμητήριο καταστροφής τού γείτονά σου. Γιατί αυτό αργά ή γρήγορα θα σε βάλει σε μπελάδες, με κίνδυνο εμπλοκής σου σε πόλεμο. Νομίζω ότι αυτό ακριβώς έγινε και στον Καύκασο. Έπαιξαν οι μικροί στο παιχνίδι των μεγάλων. Και όπως είναι φυσικό, κάποιοι έχασαν. Κατά τη γνώμη μου έχασαν και οι δύο λαοί. Οι Οσέτοι και οι Γεωργιανοί. Έχασαν την ειρήνη και τη φιλία που πρέπει να έχουν οι γείτονες. Δημιούργησαν μια έχθρα μεταξύ τους που δεν ξέρω αν θα περάσει ποτέ. Και αυτή είναι αποτέλεσμα των καταστροφών και των θυμάτων που δημιούργησε ο πόλεμος.
Τελειώνοντας αυτό το άρθρο, θα ήθελα να κάνω μια έκκληση προς τη διεθνή κοινότητα. Και αυτό όχι μόνο ως Έλληνας πολίτης, που ζω τώρα ειρηνικά, αλλά ως άνθρωπος που μπορεί να βρεθεί και αυτός, ανά πάσα στιγμή, στη θέση των συνανθρώπων μας στον Καύκασο. Σταματήστε, επιτέλους, τα παιχνίδια σε βάρος των μικρών λαών. Αφήστε τους να λύσουν ειρηνικά τις διαφορές τους με βάση το διεθνές δίκαιο. Ο πόλεμος ας πάψει να χρησιμοποιείται ως μέσο επιβολής του ισχυροτέρου. Αφήστε τις αντιπυραυλικές ασπίδες και όλες τις ψευτιές και τα παραμύθια για το πού ακριβώς σκοπεύουν. Το γνωρίζουμε πολύ καλά προς τα πού στρέφονται και μην μας λέτε κουραφέξαλα. Στρέφονται ευθέως εναντίον της ειρήνης. Υπερασπίζονται τα συμφέροντά σας και μόνο, βάζοντας και πάλι μπροστά τους μικρούς λαούς.
Αγαπητοί μεγάλοι της υποκρισίας και του άδικου, καταργήστε επιτέλους τον πόλεμο. Γιατί αυτός δεν μπορεί ποτέ να έχει θέση στο διακανονισμό των διαφορών σε μια σύγχρονη και πολιτισμένη διεθνή κοινωνία. Κάντε, επιτέλους, το θαύμα που περιμένουν όλοι οι λαοί: της επιβολής μιας μόνιμης και διαρκούς ειρήνης, διαγράφοντας έτσι παντελώς την πρακτική της θηριωδίας από τη διεθνή πολιτική σκηνή. Αυτός νομίζω πρέπει να είναι ο αποκλειστικός σας στόχος. Και προς αυτή την κατεύθυνση να εργάζεστε πυρετωδώς. Ας το αποτολμήσετε, λοιπόν, για χάρη της ανθρωπότητας και του πολιτισμού.