Με τις πρώτες υπόνοιες του καλοκαιριού και της ζέστης θα τους δείτε: Ανοίγουν τα διαφημιστικά έντυπα, τους ταξιδιωτικούς οδηγούς και τους καταλόγους των πρακτορείων και βυθίζονται σε όνειρα. Πού θα πάμε φέτος; Βάζουν πλώρη για το άπειρο αγκαλιάζοντας τα δύο ημισφαίρια και ταξιδεύουν. Σε τόπους ξωτικούς και σε μαγευτικές ακρογιαλιές. Στο Μπαλί και στις Μαλδίβες, στις Σεΰχέλλες και στον Αγιο Μαυρίκιο. Δρέπουν χρυσάνθεμα στο Τόκιο, χαϊδεύουν τη Χαβαγιανή που τους περνά στο λαιμό το λουλουδένιο στεφάνι της. Αργότερα συμβιβάζονται και με την Ευρώπη. Περιδιαβάζουν τις αρχαιότητες της Ρώμης και της Πομπηίας, φοράνε το μαγιό τους στη Μαγιόρκα και στην Ίμπιζα, κάνουν μια εμφάνιση στο Κάπρι, βολτάρουν στα καφέ του Παρισιού. Μήπως είναι άσχημη και η Κέρκυρα; Ή να πηγαίναμε στη Ρόδο; Στο τέλος, όταν τους προλάβει το Σάββατο, φορτώνουν βιαστικοί τον θαλασσινό εξοπλισμό τους στο πορτ μπαγκάζ και τρέχουν για τον Αγιόκαμπο...
Αιώνια λαχτάρα των μετακινήσεων; Ακόρεστη δίψα της αλλαγής; Άνθρωποι κουρασμένοι απο την καθημερινότητα ζητούν να ξεφύγουν κυρίως από τον εαυτό τους. Αλλά δεν μπορούν να ξεφύγουν πάντα από τις ανάγκες της ζωής που τους καταπιέζουν και συγκρούονται με τα όνειρά τους.
Η πραγματικότητα είναι τόσο ανάλγητη και δυστυχώς στη μάχη με την επιθυμία και το όνειρο βγαίνει πάντοτε νικήτρια.
Βλέπω τους νοσταλγούς των ταξιδιών έξω από τα ταξιδιωτικά γραφεία ή με τα διαφημιστικά έντυπα στα χέρια, να χάνονται στις Άλπεις, να ανεβαίνουν τις πυραμίδες, να παρασύρονται σε χώρες εξωτικές. Βλέπω και τους τάλανες των διακοπών να συνωστίζονται ιδροκοπώντας στα λιμάνια, στους σταθμούς των σιδηροδρόμων, στις αφετηρίες των λεωφορείων ή εκείνους που εφορμούν κάθε Σαββατοκύριακο με τα οχήματα στις κοντινές παραλίες, φλογισμένοι από τον πυρετό του ταξιδιού και της φυγής ή ακόμα κι από τη βασανιστική ζέστη.
Να φύγουν κι όπου να ’ναι. Να φύγουν κι ας τα βρουν χειρότερα εκεί που κατευθύνονται. Τι μπορεί να ’ναι χειρότερα από την πλήξη και την επανάληψη; Η απέχθεια κατά της πλήξης τους τρέπει σε φυγή. Θα μιλήσει κανείς για φυσιολατρία, μανία ταξιδιών, κύμα του Σαββατοκύριακου ή πόθο της μάθησης, να δούμε άλλους τόπους, άλλες χώρες ή ακόμα πιο προσγειωμένα, απλή φυγή προς δροσερές παραλίες εξαιτίας της καλοκαιρινής ζέστης...
Ας μην έχουμε αυταπάτες. Λέξεις είναι όλα. Λέξεις για να καλυφθεί η αλήθεια: Η ανάγκη της απόδρασης από τη συνήθεια, από την καθημερινότητα. Το νέο που θα δούμε λίγο μας ενδιαφέρει και φυσικά δεν είναι δυνατόν να μας προσελκύει η ταλαιπωρία της σαββατοκυριακάτικης εξόρμησης σε κάποια κοσμοβριθή παραλία, όπου κάνεις περισσότερο μπάνιο στον ιδρώτα σου παρά στη θάλασσα. Απλώς μας ενδιαφέρει να απομακρυνθούμε απο την καθημερινότητα που μας βασανίζει ολόκληρη την εβδομάδα. Να ξεφύγουμε απο την αντιγραφή του χθες. Η επομένη πρέπει να είναι αντίθετη απο την προτεραία και φυσικά το καλοκαιριάτικο Σαββατοκύριακο δεν πρέπει να μοιάζει με τις άλλες μέρες της εβδομάδας. Στόχος μας να ανατρέψουμε τις συνήθειές μας, να μην επιστρέψουμε στο σπίτι την ίδια ώρα για να ανταλλάξουμε με τα ίδια πρόσωπα τα ίδια λόγια.
Σήμερα οι δραπέτες του Σαββατοκύριακου, οι ταξιδιώτες του καλοκαιριού, είτε βρίσκονται σε μια κοντινή παραλία είτε απολαμβάνουν τη μαγεία ενός ξωτικού τόπου, είτε κινούνται ανά τας Ευρώπας, θα ζήσουν τις ψευδαισθήσεις τους. Θα πλάσουν το δικό τους κόσμο, θα γίνουν δημιουργοί, θα κατευθυνθούν, είτε στο ξενοδοχείο των «αστέρων», είτε στο ταπεινό δωμάτιο της κοντινής παραλίας, άσχετο. Θα ανοίξουν τα μπαγκάζια τους θα ξαπλώσουν σε διαφορετικό κρεβάτι από κείνο που ξέρουν και που έχει πάρει το σχήμα του κορμιού τους. Νέες στέγες ή νέο τοπίο θ΄αντικρίσουν το πρωί όταν ανοίξουν το παράθυρό τους και άλλους θορύβους θα τους στείλει ο δρόμος. Θα συναντήσουν άλλους ανθρώπους, θα συνομιλήσουν με αγνώστους, με εκείνη την οικειότητα που δημιουργούν τα ταξίδια και οι εκδρομές στους ανθρώπους.
Η διακαής επιθυμία της αλλαγής της οποιασδήποτε αλλαγής, είναι εκείνη που σπρώχνει τον σημερινό πολεοκάτοικο στη φυγή των διακοπών ή απλώς του Σαββατοκύριακου.
Θυμάμαι κάποιο διήγημα: Το αντρόγυνο που πλήττει. Τίποτα δεν ποικίλει τη ζωή του. Ούτε καν η δυσαρμονία. Είναι τόσο αγαπημένοι! Ούτε η αρρώστια. Είναι τόσο υγιείς! Αγαπιούνται, δεν ζηλεύουν ο ένας τον άλλον, δεν πάσχουν, δεν τους λείπει τίποτα, με μια λέξη πλήττουν! Κάποιο βράδυ όμως μεσολάβησε το απροσδόκητο. Επιστρέφοντας από τη βραδινή τους έξοδο διαπίστωσαν ότι τους έλειπε το κλειδί του σπιτιού τους. Η ώρα ήταν περασμένη, τρόπος παραβίασης της πόρτας τους δεν υπήρχε. Τι να κάνουν; Κατέφυγαν λοιπόν σε ξενοδοχείο. Δεν πρόφθασαν να περάσουν την είσοδο και μια απροσδιόριστη ταραχή τους κυρίεψε. Σαν να μην ήταν νόμιμος ο δεσμός τους, σαν να επρόκειτο τότε να «εγκαινιάσουν» τη γνωριμία τους. Κοιτάχθηκαν ντροπαλά, με τη συστολή της πρώτης συνάντησης, σαν παράνομο ζευγάρι και η αγάπη τους εκείνη την νύχτα, τοποθετημένη έξω από τα καθημερινά της πλαίσια, θύμιζε την τρυφερότητα παλιών καιρών, τότε που ήταν πιο νέοι, όταν δεν τους είχε κουράσει ακόμα, η ανία και η πλήξη της επανάληψης.
Τη χαρά αυτής της ανανέωσης, της αλλαγής δοκιμάζουν και οι δραπέτες του Σαββατοκύριακου ή των καλοκαιρινών διακοπών. Αυτοί δεν περιμένουν να χάσουν το κλειδί τους. Τους κινητοποιεί η ανία και η κούραση της καθημερινότητας. Ξέρουν ότι δεν θα βρουν ξεκούραση και ηρεμία. Ξέρουν ότι το καινούριο δεν τους συγκινεί. Απλώς θέλουν να ξεφύγουν από την πλήξη, την κούραση της επανάληψης, έστω και για μια νύχτα. Να ξεφύγουν κι ας κακοπεράσουν, κι ας ταλαιπωρηθούν, και ας τους λείψει η άνεση και η βολικότητα του σπιτιού τους, του κρεβατιού τους.
Δραπέτες της ειρκτής του ίδιου του εαυτού τους, παίρνουν τα βουνά και τις θάλασσες αναζητώντας στο άγνωστο ή έστω στο διαφορετικό, το λυτρωμό από τη δουλεία της συνήθειας και της επανάληψης.