Η Ελλάδα δεν έζησε μόνο το 1999 χρηματιστηριακή κρίση με τις γνωστές καταστροφικές συνέπειες και επιπτώσεις στη ζωή και στην τύχη χιλιάδων οικογενειών που είδαν, από τη μια στιγμή στην άλλη, να χάνουν τις περιουσίες τους, και με πολιτικές και δικαστικές προεκτάσεις που ακόμα ταλαιπωρούν τον τόπο. Κάτι ανάλογο και πολύ σοβαρότερο συνέβη και πριν 150 περίπου χρόνια που επίσης αναστάτωσε την πολιτική ζωή της χώρας, αφού διαπέρασε τρεις κυβερνήσεις, των Κουμουνδούρου, Βούλγαρη και Δεληγεώργη, ενώ κατέστρεψε οικονομικά και τότε τα ελληνικά νοικοκυριά. Αιτία, τα γνωστά και από την αρχαιότητα μεταλλεία μεταλλευμάτων και σκουριάς του Λαυρίου. Και να το ιστορικό. Το 1964, με αίτηση ενός Ιταλού κερδοσκόπου ονόματι Σερπιέρι, παραχωρήθηκε από την τότε ελληνική κυβέρνηση, το δικαίωμα εξόρυξης και εκμετάλλευσης των μεταλλευμάτων των αρχαίων μεταλλείων του Δήμου Λαυρίου και των μεταξύ αυτών αργυρούχου μόλυβδου σε έκταση 10.791 στρεμμάτων, στην ιταλογαλλική εταιρία Σερπιέρι και Ρου Φρακπνέ και Σία. Σε λίγα χρόνια ανέκυψαν διαφωνίες μεταξύ των ελληνικών κυβερνήσεων και των εκμεταλλευτών εξ αιτίας της επέκτασης της νομής της εταιρίας πέραν των εκχωρηθέντων δικαιωμάτων. Ξέσπασαν πολιτικές διαμάχες , ενώ κόμματα και εφημερίδες, με τον Δεληγεώργη στην αντιπολίτευση τότε, είχαν καλλιεργήσει και εξάψει τη λαϊκή φαντασία γύρω από τον ανεξάντλητο πλούτο του Λαυρίου, σε τέτοιο βαθμό, ώστε είχε γίνει πεποίθηση ότι η Ελλάδα, χάρις σ' αυτόν, θα μείωνε τους φόρους, θα εξοφλούσε τα εθνικά δάνεια, θα αποκτούσε ισχυρό και σύγχρονο στρατό, θα προμηθεύονταν θωρηκτά κ.λπ. Παράλληλα, το θέμα αποτέλεσε την αφετηρία παντοειδών συκοφαντιών και ύποπτων ψιθύρων προς τον σκοπό εξουθένωσης των πολιτικών αντιπάλων, με πρωτεργάτη αυτής της τακτικής τον Δεληγεώργη, ο οποίος εκμεταλλεύτηκε το ζήτημα κομματικά και εναντίον της κυβέρνησης Κουμουνδούρου. Στις 24 Μαΐου 1871, ο Κουμουνδούρος ως πρωθυπουργός, ψήφισε νόμο οδυνηρό για την ιταλογαλλική εταιρία του Λαυρίου που προκάλεσε την παρέμβαση της Ιταλίας και της Γαλλίας με συνεχείς διακοινώσεις προς την τότε κυβέρνηση Βούλγαρη. Η διαμάχη προσέλαβε απειλητικό χαρακτήρα, με απειλή να χρησιμοποιηθούν βίαια μέτρα κατά της Ελλάδας, ενώ στη διαμάχη αναμίχθηκαν κατευναστικά και οι κυβερνήσεις της Αγγλίας, Ρωσίας, Αυστρίας και Γερμανίας. Σ' αυτή την οξύτητα παρέλαβε το ζήτημα ο Δεληγεώργης, ο κύριος υποκινητής του, όταν ανέλαβε την πρωθυπουργία το 1872. Ύστερα από πολλές διακυμάνσεις, στις 15 Φεβρουαρίου 1873 βρέθηκε τελικά μια λύση που κατέληξε στην υπογραφή μεταξύ Σερπιέρι, ως πληρεξουσίου της εταιρίας και του τραπεζίτη Ανδρέα Συγγρού με την ιδιότητα του αντιπροσώπου και διαχειριστή της Τράπεζας Κωνσταντινούπολης, συμφωνίας με την οποία η εταιρία μεταβίβασε στην παραπάνω τράπεζα όλα τα δικαιώματά της στα μεταλλεία όπως και όλη την κινητή και ακίνητη περιουσία της στο Δήμο Λαυρίου. Στη συνέχεια, με βασιλικό διάταγμα της 7ης Μαρτίου 1873 εγκρίθηκε το καταστατικό της Εταιρίας Μεταλλουργείων Λαυρίου και της οποίας ιδρυτές ήταν ο Ανδρέας Συγγρός, ο Σερπιέρι και μερικοί άλλοι. Στις 29 Απριλίου 1873 υπογράφηκε μεταξύ του πρωθυπουργού Δεληγεώργη εκ μέρους του Ελληνικού Δημοσίου και Ευάγγελου Βαλτατζή ως αντιπροσώπου της Εταιρίας Μεταλλουργείων Λαυρίου, σύμβαση με την οποία παραχωρήθηκε τελικά το δικαίωμα εκμετάλλευσης των μεταλλοφόρων φλεβών και σκουριάς, με τον όρο ότι το Δημόσιο θα λάμβανε το 44% του καθαρού εισοδήματος σε χρήμα. Η διάρκεια της μίσθωσης ορίστηκε στα 90 χρόνια. Η μετοχή της Εταιρίας Μεταλλουργείων Λαυρίου ορίστηκε αρχικά στην αξία των 200 δραχμών που γρήγορα ανέβηκε στις 310 δραχμές. Από εδώ αρχίζει η περιπέτεια και η οικονομική καταστροφή των Ελλήνων επενδυτών. Σκοτεινοί κύκλοι και πολιτική δημοκοπία είχαν εξάψει σε τέτοιο βαθμό τη φαντασία του κόσμου, ώστε, ολόκληρη η ελληνική κοινωνία καταλήφθηκε από αχαλίνωτο κερδοσκοπικό πυρετό, με αποτέλεσμα και οι φτωχοί ακόμα πωλούσαν τα κτήματά τους ή δανείζονταν για να αγοράσουν μετοχές, οι οποίες με αστραπιαία ταχύτητα ανέβαιναν και κατέβαιναν για να μηδενιστούν στο τέλος, με κατάληξη να επέλθει μια από τις μεγαλύτερες οικονομικές καταστροφές της χώρας και των πολιτών της, προς όφελος ελάχιστων κερδοσκόπων, οι οποίοι εκμεταλλευόμενοι την αφέλεια των θυμάτων τους, γέμισαν τα
θυλάκιά τους με εκατομμύρια. Χιλιάδες οικογενειών έχασαν τις περιουσίες τους και περιέπεσαν σε τραγική φτώχεια. Η καταστροφή, όπως ήταν αναπόφευκτο, οδήγησε στις 4 Φεβρουαρίου 1874 στην πτώση της κυβέρνησης Δεληγεώργη ο οποίος περισσότερο από άλλους είχε διαφημίσει τα μεταλλεία Λαυρίου και είχε ενθαρρύνει τους επενδυτές, ενώ ήταν αυτά κυρίως που τον είχαν εγκαταστήσει στην πρωθυπουργία. Η κυβέρνηση Δεληγεώργη καταψηφίστηκε στη Βουλή οπότε αυτή παραιτήθηκε ύστερα από εικοσάμηνη παραμονή στην εξουσία. Αποδεικνύεται λοιπόν ότι η ιστορία επαναλαμβάνεται και στις μέρες μας, αυτή επαναλήφθηκε με τα ίδια σχεδόν χαρακτηριστικά και με τα γνωστά καταστροφικά αποτελέσματα που όλοι τα ζήσαμε και τα υποστήκαμε.