Του Κώστα Γιαννούλα
Με αφορμή παρακμιακά φαινόμενα, που παρατηρούνται συχνά πυκνά στη λειτουργία του πολιτικού μας συστήματος και στη δράση στελεχών του, αρκετοί είναι αυτοί, που αναρωτιούνται κατά καιρούς, γιατί μειώνεται συνεχώς ο αριθμός καταξιωμένων πολιτών, που ασχολούνται με τα κοινά, ενώ προωθούνται σε καίρια πόστα πρόσωπα, που αποδεικνύονται κατώτερα των περιστάσεων.
Δεν υπάρχουν, τάχα, αξιόλογοι, ακέραιοι και πετυχημένοι άνθρωποι και ως εκ τούτου το σύστημα εξουσίας αναγκάζεται να προστρέχει, πολλές φορές, σε μετριότητες και αμφιβόλου ποιότητας στελεχιακό δυναμικό; Όχι, βέβαια. Τότε, τι, τέλος πάντων, συμβαίνει; Αναρωτιούνται.
Κατά την άποψή μου η συστηματική ενασχόληση με τα κοινά και πολύ περισσότερο η ένταξη στο στελεχιακό δυναμικό του πολιτικού μας συστήματος, όση γοητεία κι αν ασκεί, όσο ενδιαφέρουσα κι αν είναι, είναι μια σοβαρή και δύσκολη υπόθεση.
Κατ΄ αρχήν προϋποθέτει πολύ χρόνο και είναι, γι΄ αυτό, δύσκολο στη δημιουργική περίοδο της ζωής του ένας καταξιωμένος ενεργός πολίτης να τον στερεί επί μακρόν είτε απ΄τη δουλειά του είτε, κυρίως, απ΄ την οικογένειά του.
Προϋποθέτει, επίσης, καταγωγή από «τζάκι» και χρήμα, αφού η ενασχόληση γεννά υποχρεώσεις και σ΄ ορισμένες, μάλιστα, περιπτώσεις πάρα πολύ. Δυστυχώς, όμως, ελάχιστοι διαθέτουν αυτά τα προσόντα. Οι περισσότεροι πολίτες είναι άσημοι και για να εξασφαλίσουν τον άρτο τον επιούσιο τρέχουν και δε φθάνουν πού να βρουν χρόνο για σοβαρή ενασχόληση με τις κοινές υποθέσεις και από πού να περικόψουν; Έτσι εξηγείται, γιατί σπανίως δραστηριοποιούνται φερέλπιδες νέοι άνθρωποι και ελεύθεροι επαγγελματίες, ενώ οι περισσότεροι απ΄ τους δραστηριοποιούμενους προέρχονται είτε απ΄το δημόσιο τομέα ή είναι ήδη συνταξιούχοι.
Αν λάβει, ακόμα, κανείς υπόψη του ότι, πολλές φορές, οι αξιωματούχοι του πολιτικού μας συστήματος επιλέγουν για συνεργάτες και προωθούν για στελέχη πολίτες λιγότερο φωτεινούς και προσοντούχους απ΄αυτούς για ευνόητους λόγους, αντιλαμβάνεται γιατί ο αριθμός των αξιόλογων τείνει, ακόμα περισσότερο, μειούμενος.
Πέραν τούτου, στον πολιτικό στίβο ακέραιοι άνθρωποι, που λειτουργούν με αρχές και αξίες, έχουν να αντιπαλέψουν, πολλές φορές, το λαϊκισμό συναδέλφων τους, το χαΐδεμα αυτιών, τη ζηλοφθονία, τις ίντριγκες, τη λασπολογία και, δυστυχώς, στη μάχη αυτή πολλές φορές είτε βγαίνουν ηττημένοι, είτε καταδικάζονται στην αφάνεια, αφού δεν ενισχύονται ιδιαίτερα, για να αποκτήσουν δύναμη.
Μεγάλη ευθύνη γι΄ αυτό έχουν και οι πολίτες, οι οποίοι διστάζουν να εμπιστευθούν πρόσωπα αξιόλογα μεν, αλλά άγνωστα σ΄ αυτούς όταν τους δίνεται η δυνατότητα επιλογής, συνήθως επιλέγουν τους προβεβλημένους και ήδη γνωστούς, είτε γιατί εξυπηρετήθηκαν απ΄ αυτούς είτε γιατί θαμπώνονται απ΄ τα φώτα της ρεκλάμας κατ΄ αυτόν τον τρόπο, τα ίδια σχεδόν πρόσωπα σταδιοδρομούν επί πολλά χρόνια είτε στο συνδικαλιστικό, είτε στον αυτοδιοικητικό, είτε στον πολιτικό στίβο με κίνδυνο πολλά απ΄ αυτά να τυποποιούνται και να αλλοτριώνονται, αφού η εξουσία έχει τον τρόπο της να φθείρει πολλούς απ΄ αυτούς, που την ασκούν για μεγάλο χρονικό διάστημα.
Αν κοντά σ΄ όλα αυτά προσθέσει κανείς και την περιρρέουσα πολιτική ατμόσφαιρα, την οποία κάποιοι τεχνηέντως φροντίζουν με γενικεύσεις και υπερβολές να την τροφοδοτούν κυρίως με αρνητικά θέματα, που έχουν σχέση με οικογενειοκρατία, νεποτισμό, ημετεροκρατία, κακοδιαχείριση, σκάνδαλα, σήψη, διαφθορά, αντιλαμβάνεται, γιατί αρκετοί αξιόλογοι αποφεύγουν την ενασχόληση με τα κοινά.
Τελικά, όσοι ασχολούνται μ΄ αυτά, είναι όλοι τους κατώτεροι των περιστάσεων; Και βέβαια, όχι! Υπάρχουν, ευτυχώς, αρκετοί αξιόλογοι και, μάλιστα, τόσοι, όσους χρειάζεται το σύστημα, προκειμένου να αντέχει μέσα στο χρόνο και να μην καταρρέει. Είναι αυτοί, που ανεπηρέαστοι απ΄ όλα αυτά και κόντρα σ΄ όλα αυτά δίνουν με συνέπεια τις μάχες τους για έναν καλύτερο κόσμο. Μόνο που δεν πολυασχολείται ο κόσμος μ΄ αυτούς.
Το ζητούμενο είναι να ενισχυθούν περισσότερο, σ΄ όποιο χώρο κι αν ανήκουν, και να δημιουργηθούν προϋποθέσεις τέτοιες, ώστε να ενθαρρυνθούν κι άλλοι, που επιθυμούν την ενασχόληση με τα κοινά, αλλά δεν τους το επιτρέπουν οι συνθήκες.