Η συνοικία του Αγίου Νικολάου πριν μερικές δεκαετίες ήταν γνωστή με το όνομα Παράσχου Μαχαλάς.
Ήταν η νεότερη συνοικία της Λάρισας και φαίνεται ότι ιδρύθηκε το 18ο αιώνα, αφού δεν υπάρχουν τοπικά χρονικά που ν’ αναφέρουν ότι η συνοικία αυτή υπήρχε προ του 1821. Ήταν και μικρή, αφού έπιανε - κάλυπτε μια στενή λωρίδα γης από τη σημερινή οδό Ηρώων Πολυτεχνείου, τότε ανάχωμα, την οδό Γρηγορίου Ε’ και ένα μέρος της Ηπείρου, απείχε δε πολύ από τους Τουρκομαχαλάδες, που τότε ήταν γύρω από τις πλατείες Γεωργάκη Ολυμπίου (Τρίγωνη) και Ταχυδρομείου, τους δρόμους 31ης Αυγούστου, 23ης Οκτωβρίου και άλλους γύρω από αυτούς μικρότερους.
Για το πώς ονομάστηκε Παράσχου Μαχαλάς υπάρχουν δύο εξηγήσεις, η μία που δέχεται ότι το όνομα πήρε από έναν ηγούμενο, ονόματι Παράσχου, που πριν κτιστεί η εκκλησία του Αγίου Νικολάου λειτουργούσε και δίδασκε στο μικρό ναΐσκο του Αγίου Αθανασίου, στην οδό Ροΐδου, που υπάρχει και σήμερα και που την άποψη αυτή υποστήριζε και ο μακαρίτης δημοσιογράφος και εκδότης της παλιάς εφημερίδας «ΜΙΚΡΑ», Θρασ. Μακρής, και η άλλη που δέχεται ότι το πήρε από κάποιον Παράσχου, πλούσιο ιδιοκτήτη της περιοχής αυτής, που υποστήριζε ο μακαρίτης γερουσιαστής και βουλευτής τότε της Λάρισας Γ. Βλάχος.
Η νοτίως της Λάρισας αυτή συνοικία, κατοικήθηκε από καθαρά ελληνικό χριστιανικό πληθυσμό, που ασκούσε κυρίως το επάγγελμα του εμπόρου, χάρη δε στον πλούτο που απέκτησαν, μπορούσαν και δωροδοκούσαν τους Τούρκους, οι οποίοι όχι μόνο δεν τους πείραζαν, αλλά απεναντίας τους προστάτευαν γιατί δεν ήθελαν να τους χάσουν, αφού τους χαράτσωναν, τους άρμεγαν κανονικά. Στη συνοικία αυτή δημιουργήθηκε και ένα μικρό αρχοντολόι από τις οικογένειες Λογιωτάτου, Αστεριάδου, Ζουζούνη, Βερικίου, Άρτη, Πρωτοσυγγέλου, Ασημάκη κ.ά.
Πίσω από τον ιερό ναό Αγίου Νικολάου, που κτίστηκε το 1857, είχαν τότε εγκατασταθεί τα προξενεία Αγγλίας, Γαλλίας, Ρωσίας, της Ισπανίας, η οποία εξυπηρετούσε τους Εβραίους της Λάρισας, δηλαδή την παροικία τους, όπως και της Ελλάδας. Αργότερα ένα από αυτά τα κτίρια λειτούργησε και ως Δημαρχείο.
Στη συνοικία αυτή πρόβαλαν, εκτός από τον ιερό ναό του Αγίου Νικολάου, τα διάφορα αρχοντικά των πλούσιων εμπόρων της συνοικίας, μεταξύ των οποίων και το αρχοντικό του Θεόδ. Μαρκίδη, στη γωνία των οδών Γρηγορίου Ε’ - Ροΐδου, στο οποίο, στις παραμονές των πολέμων του 1897, φιλοξενήθηκε ο Πρίγκηπας Νικόλαος, ο πρωτότοκος γιος του βασιλιά Γεωργίου του Β’, όπως στη συνέχεια που οπισθοχώρησε ο ελληνικός στρατός και μπήκαν οι Τούρκοι, στο σπίτι αυτό εγκαταστάθηκε ο στρατηγός των Τούρκων Ετέμ Πασάς.
Στο τέλος της συνοικίας και προ του αναχώματος πρόβαλε ξεκομμένη από την υπόλοιπη συνοικία η βίλα Βερικίου, που ήταν γραφικότατη μέσα σε μια μεγάλη έκταση, που, όπως θυμάμαι, καλλιεργούνταν με σιτάρι και διάσπαρτα δένδρα, κυρίως αμυγδαλιές, που εμείς πιτσιρικάδες τότε, μόλις άρχιζαν να γίνονται τα τσάγαλα, προτού δηλαδή γίνουν αμύγδαλα, σπεύδαμε και κρυφά τα μαζεύαμε και τα «τσαγαλίζαμε» και αν καμιά φορά μας έπαιρνε χαμπάρι η κυρία Βερικίου και μας κυνηγούσε βρίζοντας με το «φύγετε, να ψοφήσετε, κακό χρόνο να ’χετε», εμείς, εφαρμόζοντας αντίποινα, με πέτρες σπάζαμε τα τζάμια της ωραιότατης βίλας της. Απέναντι ακριβώς, σήμερα γωνία οδών Παπαναστασίου - Ηρώων Πολυτεχνείου, υπήρχε μεγάλο αλώνι, που τότε πιτσιρικάδες από όλες σχεδόν τις συνοικίες της πόλης το χρησιμοποιούσαν ως γήπεδο ποδοσφαίρου.
Ο Παράσχου Μαχαλάς διακρίνονταν για τα πολλά λουλούδια στις αυλές των σπιτιών του. Γι’ αυτά ο δημοσιογράφος μακαρίτης Κ. Περραιβός εντυπωσιασμένος έγραφε: «Γραφικότατο ήταν το θέαμα που παρουσίαζαν οι μεγάλες αυλές που ήταν πλημμυρισμένες από ποικιλίες λουλουδιών κάθε εποχής. Μυρωμένη ήταν η ατμόσφαιρα, όπως και σε άλλες συνοικίες, γιατί οι παλιοί Λαρισαίοι είχαν πάθος με τα λουλούδια και συναγωνίζονταν ποιος θα παρουσιάζει τα καλύτερα λουλούδια στην αυλή του. Είχαν, επίσης, αναπτυγμένο και μουσικό αίσθημα και στην εποχή του άκρατου ρομαντισμού που η καντάδα είχε κατακτήσει ευρύτερες λαϊκές μάζες, οι Παρασχουμαχαλιώτες παρουσίαζαν τις καλύτερες καντάδες με συνοδεία από κιθάρες, οκαρίνες ή φλάουτα. Και ήταν γοητεία τις καλοκαιρινές φεγγαρόλουστες νύχτες ν’ ακούς τις καντάδες στους δρόμους που γύριζαν οι κανταδόροι.
Με τις φωνές αυτές των κανταδόρων δημιουργήθηκε και η πρώτη εκκλησιαστική χορωδία της Λάρισας, η οποία παρουσιάζονταν στο ναό του Αγίου Νικολάου. Από τους καλλίφωνους τραγουδιστές θυμάμαι και σημειώνω τους μακαρίτες Πέτρο Μαρκέζο, Στέλιο Δούβλη, Κ. Σαγρή, Σ. Σωτηρίου, Ιππόλυτο Κούνα, Γιάννη Καλαθανάση, Κώστα Κύρκου, την Πίπη Σκορδα κ.ά.
Η συνοικία αυτή όμως δοκιμάζονταν και υπέφερε από τις κατά διάφορα έτη γενόμενες πλημμύρες από τα νερά που κατέβαιναν τότε από τους τάφρους - ρέματα του Νεμπεγλεριώτου και Κουσμπασανιώτου, δηλαδή των νερών που έρχονταν από Νίκαια και Νέα Λεύκη, ακόμα και μετά την κατασκευή από τους Τούρκους του αναχώματος Κουρουλντού, που έγινε το 1860. Ιδίως η συνοικία ταλαιπωρήθηκε από τις πλημμύρες του 1906 και 1931.
Σήμερα η παλιά αυτή γραφική συνοικία χάθηκε, όπως και οι άλλες μέσα στις πολύπατες οικοδομές και πίσω, μετά το ανάχωμά της, που τότε ήταν χωράφια, καλύφθηκε από τις συνοικίες Νεράιδας και Ηπειρωτών.