Οι Ελληνες και οι λοιποί Ευρωπαίοι πολίτες καλούνται να προσέλθουν σήμερα στις κάλπες για να αναδείξουν τους ευρωβουλευτές, οι οποίοι θα τους εκπροσωπήσουν, από τον προσεχή Οκτώβριο και για πέντε χρόνια, στο Ευρωκοινοβούλιο.
Και λέμε καλούνται, αφού όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά και σ’ ολόκληρη την Ευρώπη, άπασες οι πολιτικές δυνάμεις καταβάλλουν μεγάλες προσπάθειες, μετερχόμενες παντοίους τρόπους, προκειμένου να τους πείσουν τους πολίτες να προσέλθουν στις κάλπες και να ψηφίσουν τους εκλεκτούς τους, αφού διαπιστώνουν πως οι ψηφοφόροι όχι μόνο διακατέχονται από έντονο «ευρωσκεπτικισμό» (και αυτό το επεσήμανε πολύ πρόσφατα ακόμη και ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας Κάρολος Παπούλιας, σε δηλώσεις του στη Φινλανδία) αλλά ταυτόχρονα δείχνουν να διευρύνουν την απαξίωσή τους έναντι της πολιτικής και των πολιτικών.
Φυσικά δεν είναι οι πολίτες αυτοί που ευθύνονται για το κλίμα αυτό που επικρατεί, όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά και στην Εσπερία, καθώς είναι κοινό μυστικό πως η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν έχει σταθεί στο ύψος των περιστάσεων σ’ ό,τι αφορά στην καταπολέμηση της οικονομικής κρίσεως, που μαστίζει τους πολίτες. Τουναντίον δε οι ηγεσίες της δείχνουν να νοιάζονται μόνο για τη στήριξη και την οικονομική επιβίωση αυτών που ευθύνονται για την κρίση (τραπεζών κ.λπ.) και όχι φυσικά για τις ανάγκες των λαϊκών στρωμάτων, τα οποία βλέπουν τη φτώχεια και την ανεργία να αυξάνονται και να τους απειλούν.
Στη δε Ελλάδα, ειδικότερα (όχι πως αυτά δεν συμβαίνουν και αλλού) οι πολίτες (συνεπικουρούμενοι από ορισμένα ΜΜΕ και άλλους, που προπαγάνδιζαν όλο το προηγούμενο διάστημα την ανάγκη της αποχής, ως διαμαρτυρία των πολιτών στα τεκταινόμενα στο δημόσιο βίο) έδειξαν, με βάση τις δημοσκοπήσεις, ελάχιστο ενδιαφέρον για τη σημερινή εκλογική αναμέτρηση, η δε προσέλευσή τους στις κάλπες (μάλλον η αναμενόμενη μη προσέλευσή τους) είναι που τρομάζει τα κόμματα, ιδιαίτερα δε τους δύο εταίρους του δικομματισμού.
Πλην, όμως, δεν είναι οι πολίτες αυτοί που ευθύνονται για το «κατάντημα» αυτό, καθώς οι ηγεσίες της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ με αφορμή το σκάνδαλο με τα «μαύρα ταμεία» της Siemens έχουν μετατρέψει σε αρένα τον πολιτικό βίο, ενώ και οι δύο βασικές συνιστώσες της Αριστεράς, το ΚΚΕ και ο ΣΥΡΙΖΑ, αντιμετώπισαν σοβαρά προβλήματα στην κομματική τους συσπείρωση και ως εκ τούτου δεν μπορούν να γνωρίζουν πώς θα συμπεριφερθούν οι δικοί τους ψηφοφόροι έστω «στο παραπέντε»...
ΤΟ ΒΛΕΜΜΑ ΣΤΗΝ 8η ΙΟΥΝΙΟΥ
Έχει καταστεί προφανές, όλο το προηγούμενο διάστημα (όσο εξελισσόταν η προεκλογική περίοδος) ότι το βλέμμα των ηγεσιών των πολιτικών κομμάτων δεν ήταν στραμμένο μόνο στα αποτελέσματα της σημερινής κάλπης, αλλά στο αύριο: Άλλωστε, ουδείς αρχηγός νοιάστηκε ή ανέδειξε τα ευρωπαϊκά θέματα και την κρίση, αλλά επέλεξαν, ο καθείς για τους δικούς του ευνόητους λόγους (ομιλούμε κυρίως και κατ’ εξοχήν για τους κ. Κ. Καραμανλή και Γ. Α. Παπανδρέου) την τακτική της πολώσεως και της οξύτητας, την τακτική της αντιπαραθέσεως με συνθήματα και ανούσια διλήμματα, μακριά από τα πραγματικά προβλήματα των πολιτών.
Κατέστη, επίσης, προφανές πως οι δύο εταίροι του εγχώριου δικομματισμού νοιάστηκαν όχι για το έργο, υπαρκτό ή ανύπαρκτο, που ο μεν έχει επιτελέσει, ή για το εναλλακτικό πρόγραμμα διακυβερνήσεως το οποίο προβάλλει ο δε και τα οποία υποτίθεται θα έκριναν, δια της ψήφου τους, οι πολίτες, αλλά παρέμειναν δέσμιοι της εμμονής τους στη νομή και τη διαχείριση της κυβερνητικής εξουσίας, με το βλέμμα τους στραμμένο όχι τόσο στον τόπο και τους πολίτες, αλλά «στα δικά τους», δηλαδή τους εσωτερικούς τους, κομματικούς, συσχετισμούς.
Και αυτό γιατί κατ’ αρχήν οι ηγεσίες της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ γνωρίζουν πως:
Α.- Ο δικομματισμός έχει βρεθεί πια στα όρια του και έτσι εξηγείται ο τρόμος τον οποίο επέδειξαν όλο το προηγούμενο διάστημα για το ύψος της αποχής, η οποία πιθανώς θα προσδιορίσει και το πραγματικό άθροισμα των εκλογικών δυνάμεων των δύο κομμάτων εξουσίας.
Βεβαίως, αυτό που πρωτεύει για τη Ρηγίλλης και την Ιπποκράτους είναι, όπως λένε, η νίκη και η διαφορά του πρώτου από το δεύτερο κόμμα και στη συνέχεια αν το άθροισμα των δυνάμεών τους θα παραμείνει σε ψηλά επίπεδα. Διότι έτσι θα φανεί αν θα συνεχίσουν, ως εκφραστές της ελλαδικής πολιτικής τάξεως, να έχουν την πολιτική ηγεμονία στην κοινωνία, η οποία, όμως, αλλάζει και αλλάζει με ραγδαίους ρυθμούς, λόγω της οικονομικής κρίσεως.
Η Αριστερά για να συσπειρώσει τους ψηφοφόρους της (και όχι μόνο) επέμεινε στην ανάγκη να πέσουν τα ποσοστά του δικομματισμού, ποντάροντας, άλλωστε, στην απαξίωση που αισθάνονται οι πολίτες από τις τακτικές και πρακτικές της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ.
Υπενθυμίζεται πως ο Γιώργος Παπανδρέου είχε προ καιρού ζητήσει από του βήματος της Βουλής να ληφθούν μέτρα διαφάνειας ώστε να στηριχθεί ο δικομματισμός, ο δε Κώστας Καραμανλής κινηθείς στο ίδιο πνεύμα «αθώωσε» τους πολιτικούς και των δύο κομμάτων εξουσίας από το ενδεχόμενο εμπλοκής τους σε σκάνδαλα, δείχνοντας και αυτός τον τρόμο του ενώπιον του ενδεχομένου να «βουλιάξουν» αθροιστικά οι δυνάμεις του δικομματισμού.
ΟΙ ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ ΤΟΥ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΟΣ
Β.- Αν κατ’ αρχήν η ΝΔ υποστεί ήττα με μεγάλη διαφορά από το ΠΑΣΟΚ, τότε ο Κ. Καραμανλής θα έχει εσωτερικό πρόβλημα: Το κόμμα του θα περιπέσει σε νέα εσωστρέφεια, καθώς, ήδη, έχουν κάνει δειλά την εμφάνισή τους οι δελφίνοι. Δεν είναι δε τυχαίο πως ο πρωθυπουργός έσπευσε να δηλώσει πως θα παραμείνει στην ηγεσία ανεξαρτήτως αποτελέσματος.
Από την άλλη πλευρά, ο Γιώργος Α. Παπανδρέου έχει στις ευρωεκλογές την προτελευταία του ευκαιρία. Έδωσε χαρακτήρα δημοψηφίσματος στις σημερινές εκλογές, αλλά αυτό «δεν του βγήκε», όπως, άλλωστε, φάνηκε από την καταγραφείσα αδιαφορία των πολιτών ενόψει της σημερινής εκλογικής αναμετρήσεως. Ως εκ τούτου έσπευσε να θυμίσει πως στις προηγούμενες ευρωεκλογές το ΠΑΣΟΚ είχε χάσει με μεγάλη διαφορά από τη ΝΔ και συνεπώς θέλησε να πείσει πως αν κερδίσει τη ΝΔ ακόμη και με μια ψήφο διαφορά τότε η νίκη του θα είναι περιφανής. Αλλά και ο Γιώργος Α. Παπανδρέου γνωρίζει πως αν τα πράγματα δεν έλθουν όπως τα έχει σχεδιάσει, ελλοχεύει «στη γωνία» ο Ευ. Βενιζέλος.
Ο ΦΟΒΟΣ ΤΩΝ ΜΙΚΡΩΝ...
Το μεγάλο ερώτημα των σημερινών εκλογών είναι το ποσοστό που θα λάβουν οι ουσιαστικά άγνωστου πολιτικής ταυτότητας «Οικολόγοι – Πράσινοι», στους οποίους οι δημοσκοπήσεις έδιναν μεγάλη δύναμη και τους έφερναν τρίτους.
Ωστόσο, το μεγάλο ερώτημα είναι αν αυτή η δημοσκοπική τους δύναμη θα καταγραφεί στην κάλπη και αν αυτοί που θα τους υπερψηφίσουν γνωρίζουν τις θέσεις και την πολιτική τους, πέραν του ελκυστικού τους ονόματος.
Το ΚΚΕ ευελπιστεί, αν και γνωρίζει τις δυσκολίες, πως θα μπορέσει να επανεκλέξει τρεις ευρωβουλευτές, αλλά επειδή, όπως φαίνεται, είχε κι αυτό πρόβλημα κομματικής συσπειρώσεως (ίσως, εκτός των άλλων, γιατί ο λόγος του, όπως λένε ορισμένοι αναλυτές, δεν είναι σημερινός και ελκυστικός) προέβαλε την καταγγελία περί εις βάρος του προβοκάτσιας, ο δε ΣΥΡΙΖΑ κινδυνεύει να πέσει από τα (δημοσκοπικά) ψηλά (ποσοστά) στα χαμηλά (εκλογικά ποσοστά) και να υποσκελιστεί από τους Οικολόγους ή και τον ΛΑΟΣ και τότε είναι σχεδόν βέβαιο πως θα έχει σοβαρότατο εσωτερικό πρόβλημα.
Ο ΛΑΟΣ με τις κορόνες κατά των μεταναστών ευελπιστεί πως θα μπορέσει να «φοβίζει» τους «νοικοκυραίους» και συνεπώς να εισπράξει τις ψήφους τους, ο δε Γ. Καρατζαφέρης δηλώνει κατά των πρόωρων εθνικών εκλογών, καθώς γνωρίζει ότι τότε μπορεί να έχει πρόβλημα, καθώς η πόλωση θα λάβει αγριότερες διαστάσεις.
ΚΡΙΝΟΝΤΑΙ ΠΟΛΛΑ
Είναι εμφανές πως σε λίγες ώρες θα ξέρουμε αυτόν που κερδίζει τις εκλογές για την ανάδειξη των ευρωβουλευτών, οι οποίοι θα εκπροσωπήσουν την Ελλάδα στο ευρωκοινοβούλιο.
Θα ξέρουμε επίσης (αυτό μάλιστα ασχέτως αποτελέσματος) σε λίγες μέρες και τα νέα οικονομικά μέτρα που θα ανακοινώσει η κυβέρνηση Καραμανλή.
«Η κάλπη δεν χρειάζεται Πυθία για να ερμηνευθεί το αποτέλεσμα», δήλωσε προ ημερών η Ντόρα Μπακογιάννη.
Κι αυτό το ξέρει ο Κώστας Καραμανλής, τον οποίον όλες οι πληροφορίες, φέρουν διατεθειμένο (αν και ο ίδιος δημοσίως το διαψεύδει) να σχεδιάζει εκλογές το φθινόπωρο.
Άλλωστε, σ’ αυτό κατατείνει ο τρόπος που επέλεξε να τερματίσει τις εργασίες της Ολομέλειας της Βουλής, ώστε να μη βρεθεί και πάλι απέναντι στον κίνδυνο «διαρροών» από την Κοινοβουλευτική του Ομάδα.
Πολλοί λένε πως θα έχουμε εθνικές εκλογές στις 21 ή στις 28 Σεπτεμβρίου, καθώς ο Κώστας Καραμανλής δεν θα μπορέσει να συντάξει νέο προϋπολογισμό, δεν θα μπορέσει να διαπραγματευτεί στην Ευρώπη την ενταξιακή πορεία της Τουρκίας και της ΠΓΔΜ (όταν σύσσωμη η αντιπολίτευση θα τον κατηγορεί ότι ηγείται κυβερνήσεως μειοψηφίας) μετά δε τον Οκτώβριο θα χάσει το πλεονέκτημα της κυριαρχίας στο πολιτικό σκηνικό, αφού γνωρίζει ότι δεν μπορεί να παρατείνει τη θητεία του για περισσότερους από πέντε μήνες και ενώ οι πολιτικές συνθήκες διαρκώς θα επιδεινώνονται, λόγω της οικονομίας, για την κυβέρνησή του μετά το φθινόπωρο.
Είναι λοιπόν προφανές ότι πολλά θα κριθούν για τον τόπο τόσο από το αποτελέσματα των ευρωεκλογών, όσο κυρίως από τη διαφορά του πρώτου από το δεύτερο, αλλά και από το άθροισμά τους.