Τα ιδιαίτερα στοιχεία κάθε περιοχής είναι αυτά που τη χαρακτηρίζουν και την καθιστούν μοναδική και ελκυστική. Ενίοτε αποτελούν σημεία σύγκρουσης μεταξύ της ανάγκης για ποιότητα ζωής και της κοντόφθαλμης διευκόλυνσης μικρών και μεγάλων συμφερόντων.
Οι οικισμοί στον Ελλαδικό χώρο, μέχρι και πριν μερικές δεκαετίες, είχαν ο καθένας τα δικά του στοιχεία που τον έκαναν αναγνωρίσιμο ακόμη και αν ανήκε σε ένα ευρύτερο οικιστικό σύνολο. Τα χωριά π.χ. του Πηλίου ξεχωρίζουν το ένα από το άλλο παρόλο που κτίστηκαν με την ίδια τεχνοτροπία και υλικά. Η μοναδικότητα της ψυχοσύνθεσης του ανθρώπου καθρεπτίζεται στα έργα του.
Δυστυχώς ο ευρωπαϊκός νεοτερισμός, στο βωμό του εξωραϊσμού και του ευπρεπισμού, θυσίασε αυτά τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά και μαζί την αναγνωρισιμότητα των οικισμών. Στις ευνομούμενες πολιτείες η διάσωση της πολιτιστικής κληρονομιάς ήταν το κυρίαρχο μέλημα. Στην Ελλάδα γίνονται μεμονωμένες και απεγνωσμένες προσπάθειες να σωθεί ο πολιτισμός μας. Θεσπίζονται νόμοι που καταστρατηγούνται, ορίζονται θεματοφύλακες που εθελοτυφλούν, κατά καιρούς ανακοινώνονται βαρύγδουπα αναπτυξιακά προγράμματα, αλλά κανένα αποτέλεσμα. Και να σκεφθεί κανείς ότι η πολιτιστική μας κληρονομιά είναι ό,τι μας απέμεινε για να αποτελέσει το βαρύ πυροβολικό που θα μας βγάλει από την κρίση. Ο,τι έχει απομείνει ως τώρα ανέπαφο οφείλεται στην έλλειψη επενδυτικού ενδιαφέροντος και στην εμμονή ορισμένων να αντιστέκονται και να οραματίζονται.
Όλες αυτές οι σκέψεις ξανάρχονται στην επικαιρότητα εξαιτίας όσων διαδραματίζονται στη Ραψάνη. Ο «ευπρεπισμός» της πλατείας του χωριού, που δυστυχώς αλλοιώνει την ιδιαιτερότητά της, δίχασε για μία ακόμη φορά τους κατοίκους της. Πριν μερικά χρόνια παρακολουθήσαμε την απάθεια μερικών και τις σπασμωδικές αντιδράσεις άλλων στην καταστροφή που υπέστη το εσωτερικό της εκκλησίας του χωριού από τις ανακαινίσεις του ιερέα του χωριού, αλλά και στην κακόγουστη μετατροπή της στέγης (σοφίτας) του κοινοτικού καταστήματος σε χώρο στέγασης της Δημοτικής Βιβλιοθήκης Ραψάνης. Ο σκοπός δεν αγιάζει πάντα τα μέσα, πολύ περισσότερο σε θέματα πολιτισμού και περιβάλλοντος. Το λουστραρισμένο στέγαστρο που κυριαρχεί παράταιρο στην πλατεία είναι μικρό το πρόβλημα, πρέπει και μπορεί κάποια στιγμή να απομακρυνθεί. Όμως η αντικατάσταση της παλαιάς πλακόστρωσης της πλατείας, μετά από τη γνωμάτευση των «ειδικών» για σαθρότητα, αποτελεί το μεγαλύτερο πολιτιστικό έγκλημα που υφίσταται η Ραψάνη τα τελευταία χρόνια. Οι πλάκες άντεξαν αιώνες τώρα στα τσαλιμάκια του τσάμικου των Ραψανιωτών στις γιορτές και στα πανηγύρια. Αλλά και έτσι να ήταν η τεχνολογία μπορούσε να τις σταθεροποιήσει. Το «πονάει δόντι, βγάζει δόντι» μόνο στην Ελλάδα εξακολουθεί να γίνεται. Κρίμα που δεν ισχύει και για τα αρρωστημένα κεφάλια.
Οι πλατείες προσδιορίζουν την ταυτότητα του χωριού. Είναι ο χώρος που μένει στη μνήμη κάθε επισκέπτη. Το πλακόστρωτο της πλατείας της Ραψάνης ήταν μια από τις τελευταίες μνήμες που ιστορούσαν την ιστορική και οικονομική πορεία της Ραψάνης, παράλληλης και ισότιμης των Αμπελακίων. Όμως η διαφορετική αντίληψη περί ανάπτυξης, εκσυγχρονισμού και αισθητικής των δημοτικών αρχόντων, η αδιαφορία ή και η απουσία του κράτους, η έλλειψη αισθητικής στην καθημερινότητα, οι μη αρμονικές σχέσεις μεταξύ των ανθρώπων και της κοινωνίας με τη φύση και το ανθρωπογενές περιβάλλον επιτέλεσαν μια ακόμη καταστροφή μη αναστρέψιμη.
Η αλήθεια είναι ότι το κακό δεν παράγινε τώρα. Απλά συνεχίζεται ακόμη και σήμερα που πολλοί πίστεψαν ότι θα σταματήσει και η κατάσταση θα βελτιωθεί. Και να σκεφθεί κανείς ότι στη Ραψάνη υπάρχει μέτρο σύγκρισης. Το πέτρινο καφενείο στην πλατεία που πρόσφατα αναπαλαιώθηκε και η μονή των Αγίων Θεοδώρων αποτελούν όχι απλά δείγματα γραφής, αλλά και μεταπτυχιακής διατριβής.
Η «Δρυάς» αγωνίζεται εδώ και χρόνια για την προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς και την ανάδειξη της περιοχής. Δηλώνουμε την αμέριστη συμπαράσταση στο Μορφωτικό Σύλλογο της Ραψάνης που προσπαθεί να διεγείρει συνειδήσεις και αντιστέκεται σθεναρά στην επερχόμενη καταστροφή. Πιστεύουμε πως οι πολίτες πρέπει να ενεργοποιηθούν και να διεκδικήσουν το αυτονόητο: το δικαίωμα να ζήσουν στον τόπο τους με αξιοπρέπεια. Όμως η Πολιτεία οφείλει να διασώσει την ιστορία της. Πρέπει να προστατεύσει τις ορεινές και «μειονεκτικές» ιδιαίτερες περιοχές που απογυμνώνονται και να αξιοποιήσει με βιώσιμο τρόπο τον σημαντικό φυσικό και πολιτιστικό πλούτο που απέμεινε. Ο χαρακτηρισμός οικισμών σε παραδοσιακούς πρέπει να συνοδεύεται με σημαντικά κίνητρα. Τουλάχιστον το επιπλέον κόστος της κατασκευής πρέπει να επιχορηγείται και η γραφειοκρατία να εκλείψει.
Ο τόπος μας αξίζει μια καλύτερη διαχείριση. Όλοι οι υπεύθυνοι ας αναλάβουν τις ευθύνες τους.