Σύμφωνα με φήμες που κυκλοφόρησαν πρόσφατα όσοι διαβάζετε τους ... «λιβέλλους» μου (που δεν προέρχεται από το γνωστό έντομο λιβελούλα) πρέπει να είστε «ηλίθιοι», «αγενείς», «αναίσθητοι», «ανδράποδα», «γύναια» ή «παιδάρια», αφού σε αυτό το «περισπούδαστο» συμπέρασμα έχουν καταλήξει ορισμένοι. Ως «νουνεχής» άνθρωπος όφειλα να προειδοποιήσω, οπότε και αισθάνομαι λίγο σαν τηλεοπτικό σύμβολο που χαρακτηρίζει την καταλληλότητα ή την ακαταλληλότητα ενός προγράμματος. Φαντάζομαι, βέβαια, ότι όποιος διαβάζει τα «λιβελλογραφήματά» μου, ανήκει μια φορά στις κατηγορίες αυτές. Όποιος όμως αφιερώνει και χρόνο στο ... σχολιασμό τους, έχει ήδη εντάξει τον εαυτό του δυο φορές στις συμπαθείς αυτές ομάδες.
Εγκαταλείποντας το προσωπείο του καλού Dr Jekyll, που δεν μου ταιριάζει άλλωστε, και φορώντας εκείνο του κακού Mr. Hyde (πόσα ξέρω στα αγγλικά και πόσο μου αρέσει να το δείχνω!), είναι ώρα να πιάσω την ουσία. Λοιπόν, περισσότερο και από το να μου ασκείται κριτική χωρίς ίχνος ευφυούς χιούμορ και επιχειρημάτων και άρα χωρίς κίνητρο για προβληματισμό ως προς την απάντηση, ξέρετε τι με εξοργίζει; Λογικά δεν ξέρετε, οπότε και εξηγώ. Με εξοργίζει η διαρκής ανάγκη ορισμένων να εντοπίζουν σε καθετί ένα εθνικό θέμα και να ασχολούνται μέχρι τελικής πτώσεως με αυτό!
Ορισμένα μάλιστα από τα θέματα αυτά έχουν καταλήξει να αποτελούν θεσμούς απασχολώντας όχι μόνο ειδικούς αλλά και -κυρίως- άσχετους. Γιατί υπάρχουν ζητήματα που κάποια στιγμή πρέπει να κατανοήσουμε ότι δεν χρειάζεται να εμπλέκεται σε αυτά ακόμα και η κουτσή Μαρία, την οποία και εκτιμώ παρά την αναπηρία της. Εννοείται, βέβαια, ότι δεν αναφέρομαι στο θεσμό της Eurovision και τα αποτελέσματά του. Γι΄ αυτόν όλοι μπορούν να έχουν άποψη. Κουτσοί, στραβοί, όλοι. Εκείνοι που μπορεί να έχουν ένα μικρό προβληματάκι είναι οι έχοντες προβλήματα ακοής, αλλά όσο το σκέφτομαι, αυτοί είναι οι πιο τυχεροί στη συγκεκριμένη περίπτωση.
Αναφέρομαι στο θεσμό των Πανελλαδικών γύρω από τον οποίο στήνεται κάθε χρόνο τέτοια περίοδο ένα πανηγύρι τρελών. Αν το δούμε λογικά, η συγκεκριμένη διαδικασία θα έπρεπε να απασχολεί, πέρα από το «μηχανισμό» διεξαγωγής τους, τους τελειοφοίτους, τους εκπαιδευτικούς τους και άντε τους γονείς τους. Δημοσιογράφοι και πολιτικοί δεν ανήκουν στους άμεσα εμπλεκομένους και άρα ο πόλεμος ανακοινώσεων, κρίσεων, επικρίσεων ως προς τα θέματα και το σύστημα εισαγωγής που επαναλαμβάνεται κάθε χρόνο είναι τελείως βλακώδης και δεν εξυπηρετεί το παραμικρό. Κυρίως δεν εξυπηρετεί τους υποψηφίους και την ψυχολογία τους, αφού το όλο σκηνικό δημιουργεί την αίσθηση ότι τελικά τα παιδιά αυτά δεν μετέχουν σε εξετάσεις αλλά στο αλβανικό έπος τουλάχιστον.
Δεν είμαι ειδικός και άρα ελάχιστα μπορώ να κατανοώ από όσα γίνονται και αφορούν στα υπόλοιπα μαθήματα. Εκείνο που κατανοώ και άρα δύναμαι να σχολιάσω είναι όσα συμβαίνουν σχετικά με το μάθημα της Έκθεσης. Έτσι, πάλι είδαμε τρομακτικές κρίσεις για τα θέματα, νιώσαμε ανατριχίλα από σχολιασμούς ανειδίκευτων, αισθανθήκαμε απόγνωση μπροστά στις «αδικίες» του «ψυχοφθόρου» συστήματος. Κατά τον κατακλυσμό του Νώε, στην άλωση της Πόλης ή το «συνωστισμό» της Σμύρνης έχω την αίσθηση ότι μικρότερος πανικός επικράτησε.
Διαβάζω ότι «ο εξεταστής ζήτησε από τους δεκαοχτάχρονους να μάθει γιατί καταστρέφουν τα σχολικά βιβλία στο τέλος κάθε χρονιάς λες και δεν το γνωρίζει»! Μεγάλη σοφία! Παρατήρηση του θανάτου. Δηλαδή, ό,τι ζητείται σε εξετάσεις είναι προσπάθεια του εκπαιδευτικού και του συστήματος να μάθει όσα αγνοεί; Όταν, δηλαδή, ζητείται από μαθητές το αποτέλεσμα του «2+2» είναι επειδή το σύστημα ή ο εκπαιδευτικός το αγνοεί; Όταν ζητούνται «τρόποι ώστε το βιβλίο να συνυπάρξει αρμονικά με τα ηλεκτρονικά μέσα πληροφόρησης και γνώσης» είναι δήλωση άγνοιας από την πλευρά του συστήματος ή απαίτηση «να ηθικολογήσουν οι μαθητές» και «περιορισμός της ελευθερίας τους»; Δηλαδή, ο κάθε άσχετος βάλθηκε να τρελάνει τους υποψηφίους; Και τι να κάνουμε όταν ο μαθητής που γνωρίζει την ελληνική όσο τη γνωρίζουν και οι κορμοράνοι (που είναι πουλιά), αντί να αιτιολογήσει την καταστροφή των σχολικών βιβλίων, προσπαθεί να δείξει αν αυτό είναι καλό ή κακό; Του ζήτησε κανείς κάτι τέτοιο; Αν ο εξεταστής επιθυμούσε από τον υποψήφιο να δείξει την καλότητα ή την κακότητα της καταστροφής βιβλίων δεν θα το ζητούσε; Αμ θα το ζητούσε και μάλιστα ξεκάθαρα! Το σύστημα δεν ζητάει κάτι από τους υποψηφίους επειδή το ίδιο το αγνοεί αλλά για να κρίνει το βαθμό γνώσης ή άγνοιας των μαθητών!
Ισχύει στη Γλώσσα ό,τι και στα υπόλοιπα μαθήματα. Όταν ζητείται από το μαθητή στη Βιολογία να αναφέρει τα οστά του άνω άκρου κι αυτός για χίλιους δυο λόγους καταγράφει τα οστά του κάτω άκρου, θα σκεφτούμε ότι το παιδί αυτό έτσι το αισθάνεται και πρέπει να το αφήσουμε να εκφράζει την κάθε μπαρούφα που του κατεβαίνει; Μα σκέφτεστε πόδια στους ώμους; Και για τον υποψήφιο που αντί να λύσει το «2+2», λύνει ένα άλλο, π.χ. το «5+5», τι να κάνουμε; Να μην του δείξουμε την τύφλα του τη μαύρη αλλά να τον αφήσουμε στην άγνοια και στην απεραντοσύνη της βλακείας του;
Αν κάτι δε λείπει από τη χώρα μας είναι οι ειδικοί επί παντός επιστητού. Τα πράγματα θα ήταν πολύ πιο ήρεμα, το άγχος των υποψηφίων και των γονιών τους θα περιοριζόταν στο ελάχιστο, αν περιορίζονταν οι βαρύγδουπες δηλώσεις των πολιτικών και τα τρομακτικά πρωτοσέλιδα των δημοσιογράφων. Σε τελική ανάλυση για εξετάσεις μιλάμε και τις χρειαζόμαστε, αν χρειαζόμαστε κριτήρια αξιολόγησης βέβαια!
*Ο κ. Ζάχος εκτός από καθηγητής στο
φροντιστήριο «άποψη» είναι και λιβελλογράφος
http://sotiriszachos.blogspot.com