Και μιας και οι ευρωεκλογές, δεν ξέρω αν το θυμάται και κανείς από τους πολιτικούς, βασικά γίνονται για την Ευρώπη, έγινε μέσα σε όλα τ’ άλλα, εκδήλωση και στο Ίδρυμα «Κωνσταντίνος Καραμανλής», για τη συμπλήρωση 30 ετών από την υπογραφή τής συνθήκης προσχώρησης της Ελλάδας στην τότε Ε.Ο.Κ. Τότε, βέβαια, που ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, βλέποντας πολύ μπροστά και πολύ ορθά, το είχε βάλει αμέτι - μουχαμέτι να μπει η Ελλάδα στην Ε.Ο.Κ. και τα κατάφερε, εγχωρίως μόνον αντιδράσεις συναντούσε. Από τους πάντες, πλην του κόμματός του. Όλοι οι άλλοι, άλλος λιγότερο άλλος περισσότερο, αντιμετώπιζαν την τότε Ε.Ο.Κ. σαν... μπαμπούλα, που το λιγότερο θα τους ρούφαγε το αίμα.
Τα πράγματα, βεβαίως, εξελίχθηκαν πολύ διαφορετικά. Όχι μόνο δεν μας ρούφηξε το αίμα, αλλά εν συνεχεία της το ρουφήξαμε εμείς, όσο καλύτερα και όσο περισσότερο μπορούσαμε που κατασπαταλήσαμε το πρώτο «ΕΟΚικό πακέτο», μισομασουλήσαμε το δεύτερο και μετά αρχίσαμε να καταλαβαίνουμε το εξής απλό: ότι με το να μπαίνουν τα εξ Ευρώπης χρήματα στις τσέπες των διάφορων επιτήδειων με τις σωστές διασυνδέσεις, δεν κάναμε τίποτε άλλο παρά να λουστούμε εν συνεχεία όλοι μαζί τις συνέπειες. Τα έργα που έπρεπε να έχουν γίνει δεν έγιναν, τα κονδύλια που έπρεπε να έχουν απορροφηθεί δεν απορροφήθηκαν εκεί που έπρεπε και οι υποχρεώσεις που έπρεπε να εκπληρώσουμε προς την Ε.Ε. φυσικά και δεν εκπληρώθηκαν. Ε, κάποια στιγμή, αφού φάγαμε κάνα δυο «πακέτα» για να στανιάρουμε, ψιλοβάλαμε μυαλό και αρχίσαμε να κατανοούμε τι πραγματικά έπρεπε να κάνουμε. Όχι ότι τώρα η διαχείριση των κοινοτικών πακέτων είναι αψεγάδιαστη ή ότι οι απορροφήσεις - πριν μερικά χρόνια τουλάχιστον - ήταν οι επιβαλλόμενες, αλλά, σε γενικές γραμμές, βελτιωθήκαμε.
Τότε, λοιπόν, 30 χρόνια πριν οι κοντόφθαλμοι και ομφαλοσκοπούντες είχαν πέσει να τον φάνε τον Κωνσταντίνο Καραμανλή, που ήθελε να βάλει την Ελλάδα στην Ε.Ο.Κ. Και όχι μόνο τα κατάφερε, αλλά έχουμε το προνόμιο να ανήκουμε στα πρώτα λιγοστά μέλη τής ευρωπαϊκής οικογένειας και να είμαστε εκ των πρωτεργατών για τη δημιουργία της και το αβγάτεμά της εν συνεχεία. Το ερώτημα είναι άλλο: φαντάζεστε να μην είχαμε μπει στην Ε.Ο.Κ. και μετέπειτα Ευρωπαϊκή Ένωση, πώς θα ήμασταν; Ή μάλλον πώς δεν θα ήμασταν; Ούτε να το φανταστούμε! Σε κάθε περίπτωση, αν δεν είχαμε μπει τότε, μετά θα καταλαβαίναμε ότι δεν γινόταν με τίποτα να είμαστε απέξω και θα παρακαλάγαμε κι εμείς - εκεί στο χαλάκι της εξώπορτας - όπως και τόσοι άλλοι. Θα γρατζουνάγαμε την πόρτα να μας αφήσουν να μπούμε. Και αν, λέμε αν, ήμασταν καλά παιδιά, μπορεί και να μπαίναμε τελικά. Όμως, ευτυχώς όλα αυτά δεν τα περάσαμε. Και όχι μόνον, αλλά ως εκ των ιδρυτών ουσιαστικά του ευρωπαϊκού οικοδομήματος, είχαμε τη δυνατότητα να ακουστούμε, να μας ακούσουν, να επιβάλουμε ή έστω να προβάλουμε τις θέσεις και να πατήσουμε και πόδι, όταν κρίθηκε αναγκαίο. Και, εντάξει, όταν λέμε «πατήσαμε πόδι», δεν... ξενυχιάσαμε και ποτέ κανέναν, γιατί η πολιτική που ακολουθούμε είναι λάου - λάου, αλλά τέλος πάντων αποκομίσαμε τα οφέλη που προκύπτουν από τα δικαιώματα που έχουμε. Έχουμε και υποχρεώσεις, βέβαια, αλλά ο τρόπος που ανταποκρινόμαστε σε αυτές είναι μία άλλη ιστορία.
...Και ως ισότιμοι Ευρωπαίοι, με βαλκανική θυμοσοφία και μεσογειακό ταμπεραμέντο, διάγουμε το βίο μας σε μια Ευρώπη που τα τελευταία χρόνια ταλαιπωρείται. Είτε γιατί απέτυχε παταγωδώς στη σύνταξη Ευρωσυντάγματος και συμβιβάστηκε με εκείνη την... κολοβή Ευρωσυνθήκη, είτε γιατί το τελευταίο χρόνο συγκλονίζεται από την οικονομική κρίση, είτε γιατί δεν μπόρεσε να σταθεί στο ύψος των περιστάσεων και των απαιτήσεων, παίζοντας το ρόλο του «αντίπαλου δέους» στις Η.Π.Α.
Στις 7 Ιουνίου, λοιπόν, έτσι για να το θυμόμαστε αραιά και πού, υποτίθεται ότι βασικά γι’ αυτήν την Ευρώπη ψηφίζουμε. Για την Ευρώπη που θέλουμε ως Ευρωπαίοι πολίτες.
Τώρα θα μου πείτε «σιγά το νέο!». Ε, νέο δεν είναι μεν, αλλά επειδή διαρκώς και επί τούτου τα ξεχνάμε με την ευγενική συμβολή των κομμάτων, που έχουν μετατρέψει την εκλογική διαδικασία σε εσωτερικό ντέρμπι, δεν βλάπτει ένα... λουστράρισμα της μνήμης. Έτσι, εις... μνήμην των 30 ετών που αποτελούμε ως χώρα μέλος της Ευρώπης.