«Δεν είσαι μέσα στη μόδα», είπε η μια κυρία στην άλλη, με φανερή πρόθεση να την πειράξει. Και τόνισε: «Πρέπει να πετάξεις αρκετά από τα ρούχα που έχεις και που είναι ντεμοντέ. Δεν φοριούνται πια».
Δεν θα σας περιγράψω τη φανερή αμηχανία που ζωγραφίστηκε στο πρόσωπο της... εκτός μόδας κυρίας. Υποθέτω ότι φαντάζεστε την έκφρασή της. Όμως, τόσο η «μπηχτή» της μίας, όσο και το προσβεβλημένο ύφος της φίλης της, μ΄ έκαναν να αναρωτηθώ αν η δυναμική της μόδας σήμερα κινητοποιεί ή ευαισθητοποιεί - αν θέλετε – τις γυναίκες όπως άλλοτε.
Είναι γνωστό ότι ο μόνος δικτάτορας που δεν κινδυνεύει ποτέ είναι η Αυτής Μεγαλειότης η Μόδα. Αυτή επιβάλλει αιώνες τώρα – προ πάντων στη γυναίκα – τα πιο απίθανα σχέδια, χρώματα, συνδυασμούς. Αλλάζει από χρόνο σε χρόνο, από χειμώνα σε καλοκαίρι και με μια ασύλληπτη ασυνέπεια αποκηρύσσει σήμερα ό,τι λάτρεψε χθες. Είναι χαρακτηριστικό το ευφυολόγημα του Ζαν Κοκτό που είπε ότι η μόδα είναι σαν το μαξιλάρι του ύπνου: κάθε τόσο ζεσταίνεται εκεί που ακουμπάμε κι επειδή αισθανόμαστε την ανάγκη κάποιας δροσιάς, αλλάζουμε τη θέση του κεφαλιού μας και το ακουμπάμε παραδίπλα. Σε λίγο όμως η καινούρια θέση ζεσταίνεται με τη σειρά της και τότε ξαναφέρνουμε το κεφάλι μας στην πρώτη του θέση που έχει ξαναβρεί τη δροσιά της στο μεταξύ...
Έτσι κάθε τόσο οι δημιουργοί της μόδας ανατρέχουν στο παρελθόν για να ανανεώσουν την έμπνευσή τους. Παλιά σχέδια ξανάρχονται με νέα μορφή και οι γυναίκες αλλάζουν ντύσιμο και στιλ, ανάλογα με τις επιταγές της περί ης ο λόγος «Αυτής Μεγαλειότητος». Κανένας ποτέ δεν θα διανοηθεί να συστήσει στη γυναίκα να μην ακολουθεί τη μόδα, ενώ παράλληλα είναι δύσκολο να χαρακτηριστεί κάποια εκτός μόδας, αφού κάθε τόσο επανέρχονται και παρέρχονται με την ίδια ταχύτητα τα διάφορα σχέδια, χρώματα και στιλ. Παρ΄ όλο που το μάτι συνηθίζει πολύ εύκολα στα καινούρια σχήματα και στη νέα σιλουέτα και το παλιό, το «ντεμοντέ» μας ενοχλεί στο γούστο και στην αισθητική μας, δεν μπορεί κανείς να αξιώνει απ΄ όλες τις γυναίκες, ανεξαρτήτως ηλικίας, διαστάσεων, οικονομικής αντοχής και τρόπου ζωής, ν΄ ακολουθούν κάθε υπερβολή της μόδας. Άλλωστε η ίδια η μόδα παρουσιάζει τέτοιες ποικιλίες, μέσα στην ίδια χρονιά, ώστε η γυναίκα να μπορεί να διαλέγει κι αυτό που της πηγαίνει και εκείνο που συνηθίζεται.
Κατά τη γνώμη μου δυο συντελεστές πρέπει να ρυθμίζουν το ντύσιμο της σημερινής γυναίκας: η κοινωνική και οικονομική της κατάσταση, καθώς και η ηλικία και η φυσική της διάπλαση.
Λένε ότι η μόδα είναι σαν τους νόμους: πρέπει να ερμηνεύεται, δηλαδή να ακολουθεί κανείς το πνεύμα και όχι το γράμμα της. Κι αυτό ισχύει σήμερα περισσότερο από ποτέ γιατί τα τελευταία χρόνια, με τις ακρότητες και τις υπερβολές, ο κίνδυνος να παρεξηγηθεί η μόδα και να γελοιοποιηθεί μαζί με τους οπαδούς της, έγινε μεγαλύτερος.
Παλιότερα στα σταυρόλεξα υπήρχε το ερώτημα: «Γελοιοποιεί τις γυναίκες». Απάντηση: «Μόδα». Σήμερα τα πράγματα φαίνεται ν΄ αλλάζουν, καθώς μπαίνει στο παιχνίδι ο οικονομικός παράγοντας που ρυθμίζει την τάση για συχνή αλλαγή ντυσίματος και συγκρατεί το γυναικείο φύλο από αλόγιστες αγορές ρούχων και «αξεσουάρ». Οι μεγάλοι «μετρ» της μόδας αρχίζουν να χάνουν την παντοδυναμία τους και η γυναικεία μόδα χάνει την αίγλη και τη δύναμή της. Ήταν καιρός! Αυτοί οι κύριοι με ένα «αποφασίζουμε και διατάσσουμε» έλυναν και έδεναν ρυθμίζοντας τα πάντα. Το μάκρος, το φάρδος, τα σχέδια, τα «αξεσουάρ», εσώρουχα και εξώρουχα και οι γυναίκες έσκυβαν το κεφάλι και υπάκουαν.
-Βρε γυναίκα πώς είσαι έτσι μ΄αυτό το φόρεμα; Σαν έξι μηνών έγκυος!
-Είναι η μόδα...
Η κάθε γυναίκα ψηλή ή κοντή, αδύνατη ή παχιά, έσπευδε να συμμορφωθεί τυφλά με τις επιταγές της μόδας, αδιάφορο αν το μοντέλο που της επέβαλε ταίριαζε ή όχι στον τύπο της. Το πολύ – πολύ να αναρωτιόταν κοιτάζοντας τη βιτρίνα: «Μα πώς θα το φορέσω εγώ αυτό, δεν μου πάει». Αλλά το φορούσε.
Έβλεπες τις γυναίκες στο δρόμο κι έμοιαζαν τόσο η μία με την άλλη, που λες και βγήκαν με καρμπόν!
Και να που τώρα η μόδα αρχίζει να μην είναι πια τόσο...της μόδας!
Μερικοί αποδίδουν το φαινόμενο στην οικονομική κρίση, που βέβαια δεν είναι σημερινή κι ας την «ανακάλυψαν» τώρα κράτη και κεφαλαιούχοι. Ο κόσμος της αγοράς και οι καταναλωτές τη βιώνουν χρόνια τώρα. Είναι γνωστό ότι η οικονομική κρίση έπληξε πρώτα και κύρια τα καταστήματα ρούχων και «αξεσουάρ», όσο και αν η γυναίκα είναι ο τελευταίος καταναλωτής που θα αποστασιοποιηθεί από την αγορά τέτοιων ειδών.
Υπάρχει όμως κι άλλη αιτία που οι επιταγές της μόδας, πέφτουν στο κενό. Είναι το γεγονός ότι οι γυναίκες απλοποίησαν το ντύσιμό τους με παντελόνια τζιν και απλά φορέματα χωρίς να αποβλέπουν σε εντυπωσιακές εμφανίσεις. Και φαίνεται ότι αυτή είναι και η σοβαρότερη αιτία. Γιατί από τη στιγμή που η γυναίκα άρχισε να βγαίνει στη ζωή, να μορφώνεται και ν΄ αγωνίζεται όπως ο άνδρας, ήταν φυσικό να αντιληφθεί κάποτε και την ηλιθιότητα της μόδας και να θελήσει να ξεφύγει από τα δεσμά της.
Είναι φυσικό βέβαια, κάθε γυναίκα να υιοθετεί έναν τρόπο ντυσίματος που απορρέει από το προσωπικό της γούστο και τις προτιμήσεις της, αλλά δεν πρέπει να ξεχνάει κανείς ότι ο τρόπος του ντυσίματος και γενικά η εξωτερική εμφάνιση, εκφράζουν ασφαλώς την προσωπικότητά μας και είναι σπάνιο να μην προδώσουν το χαρακτήρα μας. Ετσι μια ολοκληρωμένη σύγχρονη γυναίκα τοποθετεί την προσωπικότητά της στην εξυπνάδα, τη μόρφωση και το χαρακτήρα της κι αν θέλει να διατηρήσει την κομψότητά της έχει ως αξίωμα να μην επισύρει την προσοχή των άλλων με τις εκκεντρικότητές της στο ντύσιμο ή την εξεζητημένη προκλητικότητα.
Δεν ξέρω αν η οικονομική κρίση «βοηθήσει» τελικά τη γυναίκα να απαλλαγεί από τη δικτατορία της μόδας, γιατί συνήθειες και νοοτροπίες ριζωμένες από αιώνες, δεν αλλάζουν εύκολα, αλλά όπως φαίνεται ο οικονομικός παράγοντας θα συμβάλλει κι αυτός στο να μην πληρώνει φόρο βλακείας στους εξωφρενισμούς της μόδας.
Φυσικά δεν θα πάψουν να υπάρχουν και οι αμετανόητες «πιστές» που θα έχουν το νου τους στις βιτρίνες, στις επιδείξεις μοντέλων και σε κάθε νέα ενδυματολογική ακρότητα, αλλά αυτές ας μην ξεχνούν το αξίωμα του Όσκαρ Ουάιλντ που έλεγε ότι, «η μόδα είναι μια μορφή ασχήμιας τόσο δυσβάσταχτη ώστε πρέπει να την αλλάζουμε κάθε έξι μήνες»...