Μετά την αποστασία του Αλή Πασά, την καταδίκη του από την Πύλη επί εσχάτη προδοσία και το ξεκίνημα της ελληνικής επανάστασης, οι Λαρισαίοι, που κατάλαβαν το τι δεινοπαθήματα τους επιφυλάσσει η μοίρα, άρχισαν να εγκαταλείπουν την πόλη. Το κλίμα που επικρατούσε δεν τους σήκωνε, όπως λέγουν, και ο κάμπος δεν μπορούσε να τους προσφέρει ασφάλεια. Οι Τούρκοι λοιπόν που έμειναν μόνοι τους στη Λάρισα, στις συνοικίες έδωσαν τουρκικά ονόματα, Αρναούτ-μαχαλά κ.ά.
Η μόνη συνοικία που έφερε ελληνικό όνομα ήταν ο Πέρα Μαχαλάς, και αυτό γιατί δημιουργήθηκε στα νεότερα χρόνια από παραχειμαστές, κυρίως βλάχους, που κατέβηκαν από τα χωριά της Πίνδου. Λέγεται ότι κατά τους χρόνους της τουρκοκρατίας η συνοικία αυτή καταστράφηκε από μεγάλη πυρκαϊά. Στην αρχή του περασμένου αιώνα, όμως, άρχισε να προοδεύει στο κτίσιμο σπιτιών και μαγαζιών.
Στη συνοικία αυτή που συνόρευε με το Τσούγκαρι, που ήταν μια ζωντανή και δυνατή αγορά, αναπτύχθηκαν διάφορα κέντρα διασκέδασης. Γι’ αυτά ο μακαρίτης δημοσιογράφος και διευθυντής της εφημερίδας «Ελευθερία» έγραφε: «Γλεντοκόπι γινόταν και στις δασωμένες όχθες του Πηνειού στον Πέρα Μαχαλά. Καθώς περνούμε τη γέφυρα Αλκαζάρ στην αριστερά όχθη ήταν αραδιασμένα από τις αρχές του αιώνα μας πολλά «καφωδεία» και περισσότερο «ταραντέλλες». Λειτουργούσαν όλο το καλοκαίρι μέσα σε κήπους, που διέθεταν ορχήστρες (κλαρίνο, βιολί και νταϊρέ) που συνόδευαν ευτραφέστατες και αμφιβόλου φωνητικής ικανότητας τραγουδίστριες με τραγούδια μακρόσυρτα και λυπητερά ανατολίτικα, που βέβαια μεράκλωναν τους σεβενταλήδες της εποχής και έριχναν τον οβολόν τους στα ντέφια».
Για τους νεότερους οι ταραντέλλες ήταν μπουλούκια από γυναίκες, ιδίως Ιταλίδες και Γαλλίδες, αμφιβόλου ηθικής. Επίσης, στη γωνία, και αριστερά όπως κατεβαίνουμε τη γέφυρα Αλκαζάρ, υπήρχε και ένα θέατρο θερινό, που έφερε το όνομα «Απόλλων». Προσωπικά, πιτσιρικάς το πρόλαβα κι εγώ.
Στη συνοικία αυτή ήταν και η Τυρναβόπορτα, δηλαδή το φυλάκιο του Δήμου που εισέπραττε φόρο επί παντός προϊόντος, που μεταφέρονταν στη Λάρισα προς πώλησιν. Θυμάμαι την εποχή του τρυγετού των σταφυλιών τις δεκάδες και πολλές φορές εκατοντάδες σούστες, ιδίως από Τύρναβο και Καζακλάρ (Αμπελώνα), κατάφορτες από σταφύλια, να φτάνουν, πολλές φορές να μπλοκάρουν, όπως λέμε σήμερα, από το φυλάκιο του φόρου μέχρι τη Γιάννουλη και που όταν τις έβλεπες στη σειρά βαμμένες με διάφορα χρώματα, καθόσουν και απολάμβανες το ωραίο αυτό θέαμα.
Απέναντι από το παραπάνω φυλάκιο και δίπλα στις όχθες του ποταμού υπήρχε και μια αντλία νερού, από την οποία εφοδιάζονταν οι τότε νερουλάδες και γέμιζαν τα βαρέλια, που τα είχαν πάνω σε μονόκαρρα, μάλιστα θυμάμαι ότι την εκμετάλλευση της αντλίας είχε ο Γ. Οικονομίδης.
Στη συνοικία αυτή, εκτός από το κέντρο του Αλκαζάρ, που για δεκαετίες ολόκληρες ψυχαγωγούσε τους παλιούς Λαρισαίους, είχε το μνημείο των πεσόντων κατά τον πόλεμο του 1897 (οπισθοχώρηση) τις διάφορες προτομές Κρυστάλλη κ.λπ. και στα νεότερα χρόνια το άγαλμα του Ιπποκράτη, όπως και το γήπεδο, που και αυτό για την ιστορία έγινε επί δημαρχίας Μιχαήλ Σάπκα το 1931 και περιφράχτηκε με τείχος το 1933-1934. Σ’ αυτή πρόβαλε ο ναός του Αγίου Χαραλάμπους. Ο ιερός αυτός ναός, μετά την καταστροφή του κατά την οπισθοχώρηση από τους Τούρκους το 1897, ανοικοδομήθηκε από τον Ανδρέα Συγγρό, ο οποίος κατά το διάστημα αυτό ήταν διευθυντής της Τραπέζης Ηπειρο-Θεσσαλίας Λαρίσης, κατά δε το 1920 ανακαινίστηκε με προσφορές πιστών της συνοικίας δενδροφυτεύτηκε και περιφράχτηκε με συρματόπλεγμα. Μάλιστα αναφέρεται ότι για να αποπερατωθεί το αριστερό κωδωνοστάσιο οι συνοικιώτες πρόσφεραν τα τομάρια των πασχαλινών αρνιών, τα οποία ήταν πολλά, γιατί τότε το έθιμο ήταν το Πάσχα να αγοράζουν ζωντανά τα αρνιά και όχι από το χασάπη.
Επίσης, στη συνοικία αυτή ήταν και ο τάφος του Χουρσίτ Πασά, ο οποίος, όπως είναι γνωστό από την ιστορία, όταν ο διαβόητος Αλή Πασάς των Ιωαννίνων θέλησε να δημιουργήσει δικό του κράτος και να γίνει σουλτάνος, η Πύλη τον έστειλε να καταπνίξει τον Αλή και το στρατό του και αυτός, παρά την επί τρία χρόνια αντίσταση του Αλή στα Ιωάννινα, με παγίδα που έστησε τον συνέτριψε και έστειλε το κεφάλι τού Αλή και το θησαυρό του στην Πύλη. Επειδή όμως οι θησαυροί, που με το θρύλο ότι ήταν αμύθητοι, όταν έφτασαν στην Πόλη θεωρήθηκαν μικροί, τον κατηγόρησαν ότι αυτός κατακράτησε ένα μέρος και ο Σουλτάνος διέταξε τον αποκεφαλισμό του. Αλλά πριν φτάσουν οι αποσταλμένοι του Σουλτάνου στη Λάρισα, αυτοκτόνησε και τάφηκε στον Πέρα Μαχαλά (1822).
Οι κάτοικοι του Πέρα Μαχαλά ήταν φιλήσυχοι και εργατικοί και ιδίως οι γυναίκες, οι οποίες, δουλεύοντας στον αργαλειό κατασκεύαζαν και πουλούσαν στα παζάρια τις καλύτερες βελέντζες, κουβέρτες και άλλα, που είχαν τότε πολλή ζήτηση. Όμως η συνοικία αυτή υπέφερε πολλές φορές όταν κατακλύζονταν από τα εκχειλισμένα νερά του μανιασμένου Πηνειού, πλημμυρίζοντας τις κατά το πλείστον ισόγειες οικίες των. Σήμερα όμως με τα αντιπλημμυρικά έργα που έγιναν και γίνονται, η συνοικία προστατεύεται, γι’ αυτό και γέμισε και αυτή με πολυκατοικίες και παντός είδους καταστήματα.