Μία από τις φτωχότερες γειτονιές της Λάρισας, δίπλα στον Πηνειό ποταμό, ήταν τα Ταμπάκικα, που κατά τους χρόνους της τουρκοκρατίας έμεναν εκεί λίγοι κάτοικοι, που το επάγγελμά τους ήταν η κατεργασία δερμάτων, οι ταμπάκηδες, όπως τους αποκαλούσαν τότε (ταμπάκ τουρκιστί σημαίνει δέρμα), δηλαδή οι βυρσοδέψοι, όπως επίσης έμεναν μερικές από τις φτωχότερες οικογένειες, αυτές που υπέμεναν καρτερικά την αφόρητη μυρωδιά, την απαίσια μπόχα που έβγαινε από το πλύσιμο, ήλιασμα κ.λπ. της κατεργασίας των δερμάτων.
Είχε τόσες πολλές βιοτεχνίες τομαριών, που και από το δρόμο, σήμερα οδός Γεωργιάδου, απέφυγε κανείς να περάσει διότι η δυσοσμία ήταν αηδιαστική και εμετική, γι’ αυτό άλλωστε η συνοικία αυτή ήταν μικρή, αφού κανένας δεν ήθελε να πάει στον τόπο αυτό που βρωμοκοπούσε.
Το όνομα Ταμπάκικα διατήρησε μέχρι τον πόλεμο του 1940, αλλά και στα πρώτα χρόνια τα μεταπολεμικά, οπότε μετονομάστηκε σε Αμπελόκηπους, γιατί στο πίσω μέρος της συνοικίας και δίπλα στο ποτάμι υπήρχαν λίγα αμπέλια.
Στα στενά δρομάκια και αδιέξοδα της συνοικίας αυτής και μέσα σε χαμόσπιτα, παράγκες, χαλάσματα, σε άθλια κατάσταση, λειτουργούσαν ναοί τής Αφροδίτης, που έθυαν αξιοθρήνητα πλάσματα που είχαν κατεβεί το τελευταίο σκαλοπάτι του ανθρώπινου ξεπεσμού και στους πανάθλιους αυτούς δρόμους τους γεμάτους από μια σπιθαμή λάσπης το χειμώνα και σκόνη το καλοκαίρι, κυκλοφορούσαν όχι μόνο στο θεοσκόταδο που επικρατούσε τη νύχτα, αλλά και την ημέρα, άνθρωποι της κατώτατης υποστάθμης, χασικλήδες, χαμίνια, κακοποιοί, κλέφτες, στρατιώτες από κάθε καρυδιάς καρύδι, γιατί τότε υπήρχε πάντοτε στρατός και πάρα πολλούς από το 1925 που εγκαταστάθηκε στη Λάρισα το Β’ Σώμα Στρατού, και νταβατζήδες και σωματέμποροι, που γίνονταν με το ζόρι εραστές και που πολλές φορές αρματωμένοι με κουμπούρες και δίκοπα μαχαίρια, μπουκάριζαν στα δωμάτια των δύστυχων αυτών γυναικών - ιερειών και τις υποχρέωναν να δεχθούν προστασία, με αντάλλαγμα βέβαια τις εισπράξεις των. Πολλές από αυτές πλήρωσαν την ανυπακοή τους με τη ζωή τους. Και κάθε βράδυ δεν έλειπαν οι καβγάδες, σαματάδες, αιματηρά γεγονότα, ακόμα και φόνοι. Οι εφημερίδες της εποχής έγραφαν για τα Ταμπάκικα ήταν στίγμα του σύγχρονου πολιτισμού.
Για τη ζωή της συνοικίας αυτής μεταφέρω εδώ ένα κομμάτι από όσα γράφω στο βιβλίο μου «Αναζητώντας τη χαμένη Λάρισα»: «Πράγματι, όπως θυμούνται όλοι, οι μεγάλης σήμερα ηλικίας, η κατάσταση, στη συνοικία αυτή ήταν τέτοια που ξευτελίζονταν κάθε ανθρώπινη αξιοπρέπεια. Έβλεπε κανείς την ημέρα τις γυναίκες των σπιτιών αυτών αγουροξυπνημένες, κακοβαμμένες και πολλές μαστουρωμένες να είναι στημένες στις πόρτες για να ψωνίσουν κανένα πρωινό πελάτη και άλλες να κάθονται έξω από κάτι μικρομάγαζα - τεκέδες και περισσότερο τις ημέρες που είχε λιακάδα, επιδεικνύοντας προκλητικά στους περαστικούς τα μισόγυμνα στήθη τους και λίγο μπούτι πάνω από τα γόνατα, μεταξύ της μαύρης κάλτσας και της κατά προτίμηση κόκκινης καλτσοδέτας και του κοντοφουστανιού.
Τη νύχτα δέχονταν τους πελάτες στα πανάθλια δωμάτιά τους, που μύριζαν μούχλα και περμαγκανάντ, ανάμικτα με φθηνό άρωμα και στα τρίζοντα σανιδένια κρεβάτια με τα βρώμικα σεντόνια. Τον χειμώνα δε ήταν που να τις αηδιάζεις, όταν σε υποδέχονταν καθισμένες, ανασκουμπωμένες με ανοιχτά τα σκέλη τους στα μαγκάλια…».
Και όμως δούλευαν τότε όλες πολύ καλά, γιατί ήταν φτηνές και οι νεολαίοι, που το χαρτζιλίκι τους τότε ήταν πενιχρό για τους περισσότερους, δεν έφθανε για τις αλλού ακριβότερες.
Η κατάσταση στην πανάθλια αυτή συνοικία συνεχίστηκε μέχρι το 1930, που ξεσηκώθηκαν πολλοί Λαρισαίοι και Ταμπακιώτες κυρίως επαγγελματίες, που με το πέρασμα του χρόνου είχαν έλθει στη συνοικία αυτή και ασκούσαν διάφορα επαγγέλματα, εξυπηρετώντας τον πληθυσμό της πολυάνθρωπης πλέον συνοικίας, και ζήτησαν από την Πολιτεία να απαλλάξει τη συνοικία αυτή από τα κακόφημα σπίτια και τα κακοποιά στοιχεία, όπως και έγινε.
Στη συνοικία τα παλιά εκείνα χρόνια πρόβαλαν το πρώτο παγοποιείο του Αθ. Κατσαούνη, ο πρώτος ατμόμυλος του Δερβίς - Βέη, που το 1884 μεταβιβάστηκε στον Ι. Τσιμπούκην, ο μύλος του Παππά και, βέβαια, πρόβαλε και φάνταζε η εκκλησία της Ζωοδόχου Πηγής, που κτίστηκε στην αρχή σε αρκετό βάθος από την επιφάνεια της γης, πλάι στο αναβλύζον τότε εκεί αγίασμα, κατόπιν της κατά το έτος 1877 ανευρέσεως της εικόνας της Παναγίας, ύστερα από όνειρο ευσεβούς γυναίκας.
Επίσης, στη συνοικία λειτουργούσε και το εξοχικό κέντρο «Ο Πλάτανος», δίπλα στο ποτάμι, με τον περίφημο Καραγκιόζη που παρακολουθούσαν όχι μόνο Ταμπακιώτες, αλλά και από όλη την πόλη οι Καραγκιοζόφιλοι. Το κέντρο αυτό, αλλά και η συνοικία, συνδέονταν με περαταριά με την απέναντι περιοχή τότε Παπασταύρου, που υπήρχε μόνο το μικρό εξοχικό κεντράκι «Η Κιβωτός», στο σημείο δε αυτό οι Ταμπακιώτες κολυμπούσαν ή μάθαιναν κολύμπι, οι οποίοι επίσης ψάρευαν στον Πηνειό γουλιανούς και σαζάνια, ψάρια νοστιμότατα. Πολλοί, μάλιστα, Ταμπακιώτες είχαν και βάρκες ειδικές για το ποτάμι. Στα Ταμπάκικα υπήρχε και ένας πύργος της οικογένειας Ροδόπουλου, χωρίς όμως ν’ αναφέρεται πουθενά πώς κατεδαφίστηκε.
Η συνοικία αυτή, ακόμα και προ ολίγων δεκαετιών, υπέφερε πολύ από τις πλημμύρες που προξενούσε ο Πηνειός, ο οποίος συχνά πλημμύριζε και της προξενούσε ζημιές.
Σήμερα, τα Ταμπάκικα - Αμπελόκηποι, με τις όμορφες πολυκατοικίες, πήρε όψη πολιτισμένη και σε λίγα χρόνια που θα διαμορφωθούν και όσοι δαιδαλώδεις δρόμοι υπάρχουν και σήμερα, τίποτα δεν θα θυμίζει από τα κακόφημα Ταμπάκικα της παλιάς εποχής, τίποτα από την παλιά φυσιογνωμία της συνοικίας αυτής.
(Τα Ταμπάκικα οι Τούρκοι τα ονόμαζαν Ταμπάχανα ή Ταμπακχανέ Μαχάλεσι).