Νομίζω ότι σήμερα περισσότερο από κάθε άλλη φορά η φιλοσοφία των Κυνικών που περιφρονούσαν τα χρήματα και ζούσαν όσο γίνεται πιο απλά με χιούμορ και με ειρήνη με τον εαυτό τους και τους άλλους είναι ένα καλό αντίδοτο στη σημερινή εποχή που σπρώχνει τον κόσμο στην κατάθλιψη. Σήμερα όλοι, χωρίς εξαίρεση, είμαστε ψυχικά άρρωστοι. Τόσο πολύ που η ψυχιατρική πλέον δεν θεωρείται επιστήμη, αλλά φιλοσοφία γιατί δεν υπάρχουν ψυχικές αρρώστιες αλλά διαφορετικές στάσεις ζωής. Όταν όλοι είμαστε ψυχικά άρρωστοι κανείς δεν είναι ψυχικά άρρωστος. Η ιατρική επιστήμη στηρίζεται στην στατιστική και στην ανάλυση.
Πριν αναφερθούμε σε συγκεκριμένες περιπτώσεις για την Κυνική φιλοσοφία και τους Κυνικούς θα παραθέσουμε από το Λεξικό μια εικόνα για τη σχολή τους, αν και η φιλοσοφία των Κυνικών δεν είναι θεωρία, αλλά είναι η ίδια η ζωή τους. Το όνομά τους «κυνικοί» θα νόμιζε κανείς ότι το πήραν γιατί η ζωή τους με το να παρα-είναι απλή δεν διέφερε και πολύ από τη σκυλίσια ζωή. Αλλά δεν αληθεύει αυτή η εκδοχή. Το όνομά τους το πήραν από τον τόπο όπου ίδρυσαν τη σχολή τους, που είναι το γυμνάσιο «Κυνόσαργες». Ιδρυτής είναι ένας από τους μαθητές του Σωκράτη ο Αντισθένης και μέλη της ο Διογένης Σινωπεύς, ο Κράτης με τη σύζυγό του Ιππαρχία και ο Μόνιμος.
Να τι λέει το λεξικό για τη σχολή τους: « Οι εκπρόσωποι του κυνισμού εισηγούνταν στον άνθρωπο την καταπολέμηση των επιθυμιών του και την αποστροφή του στις ηδονές. Αδιαφορούσαν για το χρήμα, διακήρυσσαν την αξία της κοινοκτημοσύνης και κατήγγειλαν τα αγαθά του πολιτισμού προβάλλοντας, αντί του τελευταίου αυτού, ως ιδανική κατάσταση του ανθρώπου τη διαβίωσή του στη φύση.»
(Θεοδόση Πελεγρίνη, Λεξικό της Φιλοσοφίας, Εκδόσεις Ελληνικά Γράμματα).
Οι κυνικοί αδιαφορούσαν για το χρήμα και δέχονταν με στωικότητα και με χιούμορ τις δυσκολίες της ζωής. Ένα δείγμα του χιούμορ των κυνικών είναι αυτό: Κάποιος από τους κυνικούς ζήτησε κάτι από έναν δύστροπο άνθρωπο και εκείνος δεν του το έδινε. «Για να σου το δώσω» είπε «πρέπει να με πείσεις». «Αν είχα τη δύναμη να σε πείσω» του είπε ο κυνικός «θα σε έπειθα να πας να κρεμαστείς».
Έτσι σκέφτονταν και έτσι μιλούσαν οι κυνικοί. Να φαντασθείς, ευγενικέ αναγνώστη, ότι ο Κράτης που ήταν πολύ πλούσιος, όταν έγινε κυνικός πούλησε όλα τα υπάρχοντά του και το θησαυρό που μάζεψε ανοίχτηκε με μια βάρκα στο πέλαγος και τον φουντάρησε έτσι που ακόμα ψάχνουν να βρουν το θησαυρό του στη θάλασσα. Ο Κράτης βρήκε και μια γυναίκα, την Ιππαρχία, που είχε τα ίδια μυαλά με αυτόν και έζησαν την υπόλοιπη ζωή τους ως επαίτες.
Η επαιτεία για τους κυνικούς που πίστευαν ότι όλα είναι κοινά είναι ίσως ο μόνος έντιμος τρόπος να εξοικονομεί κανείς τα προς το ζην. Τους κυνικούς ακολουθεί κατά κάποιο τρόπο και ο σύγχρονος φιλόσοφος Ιβάν Ίλιτς («Για τις ανάγκες του ανθρώπου σήμερα», Ευτραπελία» κ.ά.) ο οποίος υποστηρίζει ότι στις σύγχρονες κοινωνίες που ζουν υπό τη «δυναστεία της οικονομίας» μόνο με το ποδήλατο πρέπει να μετακινείται κανείς.
Ο Ίλιτς υποστηρίζει επίσης ότι η δυνατότητα ύπαρξης μιας πόλης, που αποτελεί το πεδίο όπου αναζητείται από κοινού το καλό, έχει εξαφανιστεί. Κάτι ανάλογο δηλαδή με τους Κυνικούς που πίστευαν στην απλή ζωή στη φύση. «Την πολιτική διαδικασία σήμερα» συνεχίζει ο Ίλιτς «την ορίζουν οι τεχνικές της πληροφορίας, της επικοινωνίας και της διαχείρισης και η πολιτική ζωή δεν είναι παρά ένας ευφημισμός.
(...) Το καλό μπορεί να προέλθει μόνο από την προσωπική συμπληρωματικότητα, που είχε στο νου του ο Πλάτων και ο Αριστοτέλης. Μόνον η αφοσίωση φίλων μπορεί να δημιουργήσει χώρους που επιτρέπουν αυτό που ζητάς: έναν ελάχιστο χώρο όπου μπορούμε να συμφωνήσουμε στην αναζήτηση του καλού» («Για τις ανάγκες του ανθρώπου σήμερα», Εκδόσεις «Νησίδες» σελ.118-119). Ο ίδιος χώρος που ήταν επίσης ο καημός του Καμύ, που έλεγε: «Δεν βρίσκω τόπο να ακουμπήσει η καρδιά μου».