Θα θυμάστε, ασφαλώς, την γονική εντολή. Κάτι απόμεινε απ» αυτήν και με την ίδια επιφυλακτικότητα, φοβικά, αντιμετωπίζεται αυτή η «κακιά» λέξη, η χρεοκοπία. Όχι στην καθημερινότητά μας, εκεί την... τραγουδάμε: «Ρε πως φαλιρίσαμε, ρε πώς καταντήσαμε...». Ή στον τρέχοντα κομματικό λόγο αψήφιστα. Αλλά στον λόγο των αρμοδίων. Και πάντα, όπως πρέπει, αφού αυτό πιστεύουν, για να διακηρυχτεί έντονα και πειστικά ότι δεν υπάρχει θέμα χρεοκοπίας του ελληνικού κράτους. Έτσι, παρ» όλες τις δυσκολίες δανεισμού, επιχειρείται να ενισχυθεί η αξιοπιστία μας.
Ο λόγος είναι πολύ απλός: ο δανειστής δεν δανείζει αν δεν έχει εξασφαλίσει την εξόφληση του χρέους και αν δεν έχει πετύχει κέρδος. Μικρό ή μεγάλο, ανάλογα-κυρίως-με τις ανάγκες του δανειολήπτη. Ο δανεισμός σταματά αν δεν υπάρχουν αυτές οι προϋποθέσεις. Για εμάς αυτό θα σήμαινε χρεοκοπία του κράτους, αφού δανειζόμαστε για να ξοφλήσουμε παλιά δάνεια. Και, παρεμπιπτόντως... να περάσουμε καλά, σήμερα. Αυτά είναι παλιά... εθνική συνήθεια.
Την «κακιά λέξη», το «Δυστυχώς επτωχεύσαμεν» μόνο ο Τρικούπης είχε το πολιτικό θάρρος να την πει. Κι ας προηγήθηκαν ή ακολούθησαν κι άλλες αντίστοιχες οικονομικές κρίσεις. Και όμως, αναγνωρίζεται ως ένας από τους μεγαλύτερους εθνικούς μας ηγέτες από ό,τι άλλο κατόρθωσε! Όχι μόνο από την ανάληψη της δυσάρεστης πολιτικής ευθύνης. Αλλά και από αυτήν. Αυτό το σπάνιο πολιτικό ήθος, αυτό το μάθημα πολιτικής αξιοπιστίας, άναψε ένα... σπίρτο. Ένα από εκείνα τα «πυρεία Ελληνικού Μονοπωλίου». Το κρατώ σαν βοηθό, κι ας σκορπάει άτσαλα σπίθες, για να βρεθούν κάποια στοιχεία του κειμένου, σκόρπια, ερασιτεχνικά... Ας βρομοκοπάει καμένο φώσφορο, όπως εκείνα τα παλιά, αυτά που φώτιζαν τους «όχι... καθαρούς» χειρισμούς μας σε θέματα δανεισμού. Αυτούς που μείωσαν την αξιοπιστία μας.
Πάμε έτσι λίγο πίσω, σ» εκείνα τα χρόνια. Με ψηλαφητή ανασύνθεση ηθών και αναγκών. Ναι, να δανείσουμε τον Έλληνα, αλλά είναι αφερέγγυος, πώς θα πάρουμε πίσω με σιγουριά τα δανεικά; Το οικονομικό τέχνημα βασίσθηκε σε... ηθογραφικά δεδομένα. Δηλαδή, στα αρνητικά που συνόδευαν τη μεγαλοσύνη ενός ιστορικού λαού. Είναι πότης, τζογαδόρος και φουμαδόρος ο Έλληνας. Εκεί τον πιάνουμε! Χρειάζεται φώτα, άρα και φωτιστικό πετρέλαιο. Χωρίς αλάτι δεν μπορεί να ζήσει!... Όπου τον «πονάει»! Κάπως έτσι στήθηκε το «Ελληνικόν Μονοπώλιον». Αποκλειστικός διανομέας σπίρτων, αλκοόλ, τραπουλόχαρτων, αλατιού, κ.λπ. Έτσι ξοφλήθηκαν, σχεδόν μετά από ένα αιώνα, τα δανεικά. Τα διεθνή δανεικά που πάντα εξοφλούνται, ακόμα και βίαια. Γιατί δεν είναι σαν τα άλλα, τα γνωστά μας, τα... αγύριστα.
Την «κακιά λέξη» δεν θα την ακούσουμε. Και γιατί δεν υπάρχει, αν χρειαστεί, το πολιτικό κουράγιο ανάληψης της ευθύνης (προσωπική εκτίμηση είναι αυτή), αλλά και για να αποφευχθεί φαινόμενο «ντόμινο» ενδοευρωπαϊκό. Έτσι εκτιμούν έγκυροι αναλυτές. Η «κακιά λέξη» θα δώσει τη θέση της σε άλλες. Πιο σύγχρονες, τεχνοκρατικές, που θα σημαίνουν το ίδιο πράγμα αλλά μ» άλλα λόγια. Θα ψάξουμε λ.χ. τροχιές για να αποφύγουμε τον «δημοσιονομικό εκτροχιασμό», ή ΜΕΘ (Μονάδα Εντατικής Θεραπείας), από αυτές που μας...περισσεύουν, για την Οικονομία κ.λπ.
Ήδη άρχισε μια προετοιμασία. Με τους... «αρθρολόγους». Ελληνική επινόηση είναι και αυτή. Θα πάρουν τη θέση των «επιδημιολόγων» μόλις περάσουμε την αιχμή της γρίπης. Και αν δεν ενσκήψουν πάλι οι... «σεισμολόγοι». Αφού ο σεισμός, για τα ελληνικά δεδομένα, είναι φυσικό φαινόμενο γιατί να μη θεωρείται φυσική και η... «εξάρθρωση», κυριολεκτικά, των άρθρων της ευρωπαϊκής συμφωνίας;...Έχουμε ξετινάξει, πολύ πρόσφατα, το άρθρο για τον «βασικό μέτοχο», θα θυμάστε. Και τα θαλασσώσαμε...
Τώρα θα καταπιαστούμε με το άρθρο 104 της συνθήκης του Άμστερνταμ. Αφού μας έκαναν «συστάσεις», πως τις λεν, με «εποπτεία», από τον Μάρτιο σύμφωνα με την παράγραφο 7, τώρα με την παράγραφο 8 του ίδιου άρθρου θα μπούνε προθεσμίες συμμόρφωσης. Και, αυτόματα, μετά από δυο μήνες μπαίνουμε στην παράγραφο 9. Πρακτικά αυτό σημαίνει ότι κάθε μήνα (μάλλον) το Ecofin θα ελέγχει και θα κόβει όποια δαπάνη θεωρεί ότι υπερβαίνει τα όρια. Δηλαδή, ραντεβού μέχρι την άνοιξη, συντροφιά με τους «αρθρολόγους»...
Το πώς φτάσαμε μέχρι αυτό το σημείο δέχεται πολλές εξηγήσεις, ανάλογα με τον πολιτική οπτική καθενός. Είναι, όμως, μάλλον κοινή η απάντηση (αν και δεν ομολογείται!) στο απλό ερώτημα «μόνοι μας στριμωχτήκαμε;»... Όσο και οδυνηρή η υποτιμητική παραδοχή ότι δεν μας φταίνε οι...δανειστές μας. Στη διαφυγή από το «στρίμωγμα», με οποιονδήποτε τρόπο, αρχίζει να διαφαίνεται και μια κοινή τοποθέτηση, δηλαδή αυτό που λέμε κοινή λογική: μέσα στην άνοιξη, όχι με συναίνεση αλλά με αμοιβαία πολιτική ανοχή τα δυο μεγάλα κόμματα, ή και τμήματά τους, θα περάσουν τα δύσκολα μέτρα. Αυτά που μέχρι τώρα αναστέλλονταν με συνεχείς μεταθέσεις. Πρόωρα διακινδυνεύεται αυτή η εκτίμηση. Αποδεκτό. Δεν είναι ευχή, από αυτές που συνηθίζονται (επιτέλους, θα πρέπει όλοι μας να αναλάβουμε τις ευθύνες μας, καθένας από το...μετερίζι του, και λοιπά όμορφα), ενώ είναι εκτίμηση ότι τσαχπινιές τύπου «ετεροχρονισμού» δεν ξεγελούν πια...
Σήμερα η ελληνική ηθογραφία προσφέρει ερεθίσματα για τον δυνητικό δανειστή μας. Παραδείγματα. Γιατί η μέση κατοικία του Εγγλέζου να είναι 70 τ.μ. και του νεοέλληνα-συνεταίρου... 140 τ.μ.; Γιατί, αναλογικά, ο Γερμανός-δανειστής μας να έχει λιγότερα εξοχικά από εμάς; Αυτές οι αναντιστοιχίες (ας τις πούμε έτσι, ευγενικά...) μεταξύ κατανάλωσης και πραγματικής αγοραστικής δύναμης είναι πολλές. Και δεν διαφεύγουν της προσοχής, γιατί, απλά, δεν γεννηθήκαμε πιο ξύπνιοι... Στις εκτιμήσεις των ξένων, πέρα από τα ψυχρά οικονομικά στοιχεία, ή τα ηθογραφικά, μετρούν και άλλα. Θα τα έλεγα εθνογραφικά, όπως το «Κυπριακό», το «Μακεδονικό», το «Σκοπιανό», η «υφαλοκρηπίδα», το «μεταναστευτικό», το «αμυντικό» κ.λπ. Όλα τους μπορούν να κάνουν τους δανειστές μας... πλουσιότερους. Και, φυσικά, εμάς φτωχότερους.
Η χαμένη αξιοπιστία μας θα ανακτηθεί αν ισορροπήσει η «κρατική μπέσα» με την «εξατομικευμένη μπαμπεσιά», αλλά και το αντίστροφο: η «κρατική μπαμπεσιά» με την «εξατομικευμένη μπέσα». Αξίζει να παρακολουθήσουμε την εξέλιξη.
xatzis@hotmail.com