Για τη νέα διοικητική μεταρρύθμιση έχουν γραφεί και θα γραφούν πολύ περισσότερα, από ειδικούς επιστήμονες και μη, από ανθρώπους της Τ.Α. που έχουν την δική τους οπτική με βάση τις εμπειρίες τους αλλά και σίγουρα τα δικά τους συμφέροντα, και τελικά τις πολιτικές ηγεσίες που θα εισηγηθούν και θα υλοποιήσουν τις τελικές αποφάσεις
Βαρύνοντα λόγo σε αυτή τη συζήτηση πρέπει να έχουν κυρίως οι πολίτες, αυτοί που ζουν τις εξελίξεις των μέχρι τώρα μεταρρυθμίσεων, από τις αρχικές Κοινότητες στα Συμβούλια Περιοχής και στον Καποδίστρια 1 για την καλύτερη εξυπηρέτηση των οποίων και την ανάπτυξη της χώρας, γίνεται η νέα μεταρρύθμιση,
Εμείς οι τοπικοί άρχοντες που εκπροσωπούμε τις τοπικές κοινωνίες, και διερμηνεύουμε τις πολλές και σύνθετες ανάγκες και επιθυμίες τους, παρά τον κίνδυνο, παρασυρόμενοι από τα ενδόμυχα προσωπικά μας συμφέροντα, να μην είμαστε αντικειμενικοί όπως μας καταλογίζουν πολλοί, εν τούτοις θα πρέπει να έχουμε άποψη για τις εξελίξεις αυτές που θα καθορίσουν σε μεγάλο βαθμό το μέλλον του τόπου μας.
Αυτό είναι και το νόημα αυτής της παρέμβασής μου στο χώρο του Νομού της Λάρισας
Ήδη έχουν κυκλοφορήσει διάφορα σενάρια για τον αριθμό και τη γεωγραφική τοποθέτηση των νέων συνενώσεων, με βάση διάφορα κριτήρια γνωστά από τις μέχρι σήμερα εξαγγελίες και επεξεργασίες.
Τα σενάρια αυτά προσανατολίζονται (περιορίζονται) κυρίως σε όσο το δυνατό μεγαλύτερη συμπίεση του αριθμού των νέων Δήμων (350), με βάση την πολύ σωστή αρχή της μελλοντικής βιωσιμότητας τους. Εν τούτοις, κατά την προσωπική μου άποψη, αυτές οι προτάσεις διέπονται από μια μηχανιστική και πάντως στατική αντίληψη για τις αναπτυξιακές δυνατότητες, τα χαρακτηριστικά και τις ιδιαιτερότητες που αφορούν στο μέλλον των επιμέρους περιοχών.
Δεν λαμβάνουν π.χ. υπόψη τους τις μεγάλες αλλαγές πολιτικών που θα συντελεστούν προοπτικά, τις υφιστάμενες προβλέψεις του Περιφερειακού Πλαισίου Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης που θεσμοθετήθηκε από το παλιό ΠΕΧΩΔΕ το 2003 και την αντίστοιχη χωροταξική μελέτη για τη Θεσσαλία (1998-2000), τη διενέργεια των Μεσογειακών Αγώνων του 2013, κ.λπ.
Αν για παράδειγμα μιλήσουμε για την περιοχή του αστικού κέντρου της Λάρισας για τη συνένωση των πέριξ αυτής Δήμων, διαπιστώνουμε ότι τα γνωστά σχέδια προτείνουν την επέκταση του αστικού κέντρου σε μια τεράστια ακτίνα αγροτικού χώρου, που σήμερα καλύπτεται από 3 περιφερειακούς Δήμους, κυρίως αγροτικού χαρακτήρα.
Η πρόταση αυτή ενώ διέπεται από μια αποδεκτή λογική, δεν λαμβάνει υπόψη της τη δυναμική διάσταση δηλ. τις συνέπειες π.χ. που θα προκύψουν (ακολουθήσουν ) από την προσεχή π.χ. μεταρρύθμιση της ΚΑΠ στην Ε.Ε. και την ανάγκη να υπάρξει «ανάχωμα» στη μεγάλη συσσώρευση εξερχόμενου αγροτικού δυναμικού στο αστικό κέντρο της Λάρισας, που θα εγκαταλείπει τη γεωργία και θα πιέζει ασφυκτικά την αγορά εργασίας αλλά και τις συνθήκες ζωής της μεγάλης πόλης.
Η υποδοχή αυτών των ανθρώπων θα γίνει καλύτερα από μια τοπική προσπάθεια βελτίωσης των οικονομικών και κοινωνικών συνθηκών του τόπου που ζουν σήμερα, ή από το αστικό κέντρο που θα καταλήξουν;
Ποιες τοπικές αρχές του μεγάλου κέντρου, μετά τα τόσα προβλήματα λόγω κορεσμού, θα νοιαστούν επίσης για την υπόλοιπη ύπαιθρο που έχοντας χάσει την ικμάδα της, θα προσπαθεί να επιβιώσει σε δύσκολες συνθήκες; Ποιες θα είναι τότε επίσης οι επιπτώσεις και στο περιβάλλον; Σε τι τελικά θα ωφελήσει την οικονομική βιωσιμότητα και την εξυπηρέτηση του πολίτη; Ποιος θα υποστηρίξει πρακτικά άλλου είδους δομές και παρεμβάσεις απαραίτητες στις νέες συνθήκες; π.χ. συνενώσεις Αγροτικών Συνεταιρισμών κ.λπ.
Τελικά ενδιαφέρει η υπό στενή οπτική νέα μεταρρύθμιση στο όνομα της διοικητικής εξυπηρέτησης των πολιτών, ή τα πραγματικά μελλοντικά και ευρύτερα συμφέροντα τοπικών κοινωνιών που πρέπει να βρουν τους τρόπους για να αξιοποιήσουν τις αναπτυξιακές ιδιαιτερότητές τους, σε πλήρη συνεργασία και συντονισμό, με τα γειτονικά αστικά κέντρα;
Είναι τελικά αποδοτική μια συνένωση με επέκταση της εμβελείας της Τ.Α. του αστικού κέντρου προς μια ανομοιογενή και ετερόκλητη προς αυτό γεωργική περιοχή, ή μια συνένωση μεταξύ ομοιογενών αγροτικών συνόλων, με ομοειδή προβλήματα, που έχουν ήδη σφυρηλατήσει δεσμούς συνύπαρξης μεταξύ τους από μακρού χρόνου;
Στην Ευρώπη έχουν καταλήξει σε μια νέα πολιτική αντίληψη, που την ονομάζουν «αμφίδρομη σχέση ανταλλαγής» και η οποία προβλέπει τη σύναψη «συμφωνιών συνύπαρξης» μεταξύ των αστικών κέντρων και της γεωργικής ενδοχώρας τους, όπου οι πόλεις αφού προσδιορίσουν τον δικό τους «αναπτυξιακό ρόλο», αναθέτουν ή διαχέουν αποκεντρώνοντας δραστηριότητες προς τη γειτονική αγροτική ύπαιθρο, στη βάση του αμοιβαίου οφέλους, σε ένα σχέδιο συνολικής ανάπτυξης των ευρύτερων περιοχών.
Όλη αυτή η διεργασία απαιτεί ισχυρή υποστήριξη από μια οργανωμένη, οικονομικά βιώσιμη, αποτελεσματική, άριστα χωροθετημένη και στελεχωμένη Τοπική Αυτοδιοίκηση, με επαρκείς και αποκεντρωμένους ίδιους πόρους, ικανή να παρέμβει άμεσα, δίπλα στον πολίτη και τα προβλήματά του, σε αντίθεση με τη γραφειοκρατική αντίληψη για σχήματα ισορροπιστικά μεν αλλά μακριά από τον παλμό τόσο των κοινωνιών, όσο και των γεγονότων.
Η εξυπηρέτηση των πολιτών με ευρύτερους όρους, που είναι σίγουρα ο στόχος της νέας διοικητικής μεταρρύθμισης, δεν είναι μια πολιτική που θα γίνει για να γίνει, αλλά μια βαθύτατα αναπτυξιακή διεργασία και σχεδιασμός της χώρας και των περιοχών της, με όρους μέλλοντος. Και επομένως οι ευθύνες όλων όσων θα συμμετάσχουν στον σχεδιασμό και στην υλοποίησή της είναι ιστορικές.