Δεν θα συνιστούσα ποτέ να τα βάλει κανείς με τους γιατρούς. Τους χρειαζόμαστε και δεν ξέρεις πώς και πότε θα πέσεις στα χέρια τους. Αλλά είναι μερικά πράγματα που κάνουν τόση εντύπωση και ξαφνιάζουν ώστε δεν μπορείς να μην τα συζητήσεις. Αυτό έκανε κι ο αναγνώστης της στήλης μου που μου διηγήθηκε το περιστατικό του οποίου υπήρξε συμπρωταγωνιστής μ’ έναν νεαρό Ασκληπιάδη.
Άνεργος πολύ καιρό καθόταν σ’ ένα καφενείο μελαγχολικός κι αναρωτιόταν τι θ’ απογίνει. Αλλά ο άνθρωπος ποτέ δεν χάνεται. Σ’ αυτή την κατάσταση τον βρήκε ένας φίλος του που αφού έμαθε για την ανεργία του είχε έτοιμη τη λύση.
- Έχω εγώ μια καλή δουλειά για σένα. Σε γιατρό!
- Σε γιατρό; Και τι να κάνω εγώ σε γιατρό; Ούτε από ιατρική ξέρω, ούτε από νοσηλευτική.
- Δεν χρειάζεται να ξέρεις τίποτα απ’ αυτά, του είπε ο άλλος. Θα κάνεις τον αβανταδόρο!
- Αβανταδόρος σε γιατρό; Σοβαρά μιλάς ή κοροϊδεύεις με τον πόνο μου;
- Σοβαρά σου μιλάω, του είπε εκείνος χαμηλώντας τη φωνή του σε τόνο εμπιστευτικό. Όλα τα επαγγέλματα σήμερα έχουν ανάγκη από αβάντα κι ο γιατρός το ίδιο. Πρόκειται για έναν γνωστό μου που είναι καλός επιστήμων, αυτό στο λέω με πεποίθηση, αλλά είναι ακόμα άγνωστος. Αυτός μου είπε πως χρειάζεται έναν άνθρωπο που θα αναλάβει να προπαγανδίσει και να προβάλει τις επιστημονικές του ικανότητες. Η δουλειά είναι εύκολη.
Και του εξήγησε: Θα κάθεσαι μέσα στο ιδιαίτερο ιατρείο από πριν αρχίσουν οι επισκέψεις. Όταν θα ’χουν συγκεντρωθεί δυο – τρία άτομα, θα βγαίνεις κι ενώ ο γιατρός θα σε συνοδεύει ως την πόρτα θα λες, «ευχαριστώ γιατρέ μου. Μ’ έσωσες γιατρέ μου. Σου οφείλω τη ζωή μου γιατρέ μου!» Αυτό μονάχα για ν’ ακούν οι άλλοι, κατάλαβες; Εύκολη δουλειά, δεν κινδυνεύεις να πάθεις υπερκόπωση! Να βοηθήσουμε και τον καημένο το γιατρό να σταδιοδρομήσει. Τι λες;
-Και ρωτάς;
- Εννοείται ότι το μυστικό θα μείνει μεταξύ μας!
Ο γιατρός, φάτσα πονηρή, τους δέχθηκε και εξήγησε και... επιστημονικά στον άνεργο αναγνώστη μου, τη δουλειά του:
«Η θεραπεία ενός ασθενούς, καθώς γνωρίζεις βεβαίως, δεν βασίζεται τόσο στην ορθή διάγνωση και στα φάρμακα, όσο στην πίστη του προς τον γιατρό και στην καλή ψυχολογία που θα του εμπνεύσει. Αυτή θέλω να καλλιεργήσω και θα συνεργαστείς μαζί μου για να σώσουμε κόσμο!»
Του έδωσε τις κατάλληλες οδηγίες, πότε θα ήταν μέσα στο ιατρείο και θα έβγαινε, πότε στο σαλόνι αναμονής και θα ’πιανε κουβέντα εκθειάζοντας τις επιστημονικές αρετές του γιατρού. Ένα τριαντάρι ευρώ την ημέρα. Και η δουλειά άρχισε από το επόμενο απόγευμα.
Την πρώτη κρούση την έκανε σ’ έναν ηλικιωμένο κύριο:
- Με συγχωρείτε, του είπε με τον τρόπο που εύκολα πιάνει κανείς κουβέντα στους προθαλάμους των ιατρείων. Πρώτη φορά ερχόσαστε;
- Μάλιστα, απάντησε ο κύριος.
- Σε καλά χέρια πέσατε. Αυτός δεν είναι γιατρός. Είναι θαυματουργός. Εγώ τι να σας πω. Υπέφερα χρόνια. Έχω γυρίσει ένα σωρό γιατρούς και κανείς δεν έβρισκε τι έχω. Με βλέπετε πώς κατάντησα; Ολόκληρη περιουσία έφαγα στους γιατρούς! Ο μόνος που έκανε σωστή διάγνωση είναι αυτός, που ο Θεός να του δίνει χρόνια. Με ανάστησε κύριέ μου!
Το παραμύθι συνεχίσθηκε έτσι με παραλλαγές και με άλλους ασθενείς για αρκετές ημέρες. Έβλεπε στα πρόσωπα των επισκεπτών του γιατρού να ζωγραφίζεται αυτό που λέγεται «πίστη». Την αισιόδοξη προσμονή για τη σίγουρη θεραπεία.
Οι ασθενείς συνηθίζουν ν’ ανοίγουν κουβέντα μεταξύ τους και να λένε τα πάθη τους σαν παλιοί φίλοι κι αυτό έκανε πιο εύκολη τη «δουλειά» του άνεργου αφηγητή της ιστορίας μας.
-Τι ακριβώς σας είπε ότι έχετε; τον ρώτησε κάποια στιγμή μια κυρία.
- Πού να ξέρω το όνομα της αρρώστιας, απάντησε ξεγλιστρώντας εκείνος. Εκείνο που ξέρω είναι ότι μ’ έσωσε!... Αλλά βλέπετε οι άλλοι γιατροί μάς τρώνε με τις ρεκλάμες. Ενώ αυτός είναι σεμνός και αθόρυβος. Του είπα προχθές ότι θα βάλω ευχαριστήριο στις εφημερίδες και ξέρετε τι μου είπε; «Όχι, όχι, δεν θέλω τέτοια πράγματα».
Καθώς περνούσαν οι μέρες η πελατεία του γιατρού αυξανόταν. Η δουλειά πήγαινε ρολόι και απέδιδε και ο ένας άρρωστος έφερνε τον άλλον. Μόνο που ο φίλος μας άρχισε να δυσκολεύεται κάπως γιατί έγινε γνωστός και γιατί δεν μπορούσε να λέει τα ίδια πράγματα στους ίδιους ανθρώπους. Αυτό σήμανε και το τέλος της «συνεργασίας» του με το γιατρό.
Μια μέρα που καθόταν στο σαλονάκι του ιατρείου και περίμενε να πει το «παραμύθι» του σε κανέναν καινούργιο ασθενή, ανοίγει η πόρτα του ιατρείου και βγαίνει ένας τύπος που άρχισε να λέει τα ίδια: «Σ’ ευχαριστώ γιατρέ μου, μ’ έσωσες γιατρέ μου» κ.λπ.
Ο άνεργος φίλος μας δεν άργησε να καταλάβει ότι ήταν ο αντικαταστάτης του.
Ο γιατρός τού εξήγησε ότι διακόπτεται αναγκαστικά η «επιστημονική» συνεργασία τους. Και διευκρίνισε: Δυστυχώς αυτή η συνεργασία θέλει και συχνή αλλαγή προσωπικού. Αλλιώς γίνεται αντιληπτή.
Του έδωσε 150 ευρώ ως «αποζημίωση» για τις υπηρεσίες του και του έκλεισε την πόρτα αγνοώντας τις διαμαρτυρίες τού πρώην συνεργάτη του.
Ο φίλος μας προσπάθησε να αντιδράσει κάνοντας το αντίθετο αυτή τη φορά. Στήθηκε έξω απ ‘ το ιατρείο και μόλις έβλεπε κάποιον επισκέπτη:
- Σ’ αυτόν το γιατρό πάτε;
- Μάλιστα, γιατί;
- Κάνατε τη διαθήκη σας; Και άλλα παρόμοια.
Στο τέλος κατάλαβε ότι αυτή η δουλειά δεν είχε παρά μόνο κινδύνους και τα παράτησε. Τώρα είναι πάλι στο ψάξιμο και όπως μου είπε, σκέπτεται να κάνει κρούση σε κανέναν άλλο γιατρό, τώρα που έμαθε την...τέχνη του «αβανταδόρου»!
Χωρίς να θέλω να βάλω ιδέες σε κανέναν, πιστέψτε με δεν σκόπευα να θίξω τους γιατρούς, άλλωστε το περιστατικό δεν συνέβη στη Λάρισα, αλλά τι να γίνει αυτά συμβαίνουν καμιά φορά. Η ζωή είναι σκληρή και απαιτητική ακόμα και για τους γιατρούς.