Οι συμβασιούχοι κάθε μορφής στον ευρύτερο δημόσιο τομέα αποτελούσαν πάντα αντικείμενο εκμετάλλευσης για τα κόμματα εξουσίας τα οποία τους χρησιμοποιούσαν ως εκλογική πελατεία προς άγραν ψήφων.
Συνήθως προσλαμβάνονταν για ένα χρονικό διάστημα (συμβασιούχοι ορισμένου χρόνου ή μέσω των προγραμμάτων stages) για την κάλυψη «πάγιων και διαρκών αναγκών», αλλά συνηθέστερα υπερέβαιναν τον επιτρεπτό χρόνο των συμβάσεων, άλλοτε για ψηφοθηρικούς λόγους κι άλλοτε γιατί πράγματι κάλυπταν πάγιες και διαρκείς ανάγκες σε ζωτικούς τομείς του δημοσίου, οπότε άρχιζαν να καλλιεργούνται και οι ελπίδες για μονιμοποίησή τους.
Οι συμβασιούχοι πάντα διεκδικούσαν, όπως είναι φυσικό, τη σταθερότητα σ΄αυτήν την εργασιακή τους σχέση, παρά την αβεβαιότητα που έκρυβε η σύμβασή τους. Άλλοτε με τη δικαστική οδό κι άλλοτε με πολιτικά μέσα επεδίωκαν τη μονιμοποίησή τους ή τη μετατροπή των συμβάσεών τους σε αορίστου χρόνου. Κάποτε ως «έκτακτοι», άλλοτε ως «συμβασιούχοι» και άλλοτε ως «παιδιά των stages», δημιουργούσαν σιγά – σιγά στρατιές νέων εργαζομένων που ζούσαν και δούλευαν με την ελπίδα ότι κάποτε θα μονιμοποιηθούν. Ματαίως. Κάθε κυβέρνηση από τα δύο κόμματα εξουσίας χρησιμοποιούσε αυτή την τάξη των, εξ ορισμού ανέργων και προσωρινώς εργαζομένων, νέων για τους πολιτικούς σκοπούς της κι ύστερα τους πετούσε σαν στυμμένες λεμονόκουπες, επικαλούμενοι πάντα αντισυνταγματικότητες και νόμους που οι ίδιοι οι πολιτικοί καταπατούσαν όταν τους προσλάμβαναν.
Έτσι φτάσαμε στη σημερινή δραματική κατάσταση, όπου δεκάδες χιλιάδες νέοι των stages περνούν δύσκολες μέρες εξαιτίας των κυβερνητικών αποφάσεων για την κατάργηση του θεσμού που οι ίδιοι θέσπισαν και οι ίδιοι καλλιέργησαν.
Λένε ότι η εκδίωξη αυτών των νέων ανθρώπων (υπολογίζονται στις 30.000 – 35.000) είναι «πράξη δικαίου» και «επάνοδος στη νομιμότητα». Φυσικά κι όταν επί χρόνια τους προσλάμβαναν, «πράξη δικαίου» ήταν και τότε η πρόσληψή τους και βέβαια με νόμιμες - ή νομιμοφανείς – διαδικασίες. Δεν ξέρω τι ήταν η σκόπιμη συντήρηση των ελπίδων για μονιμοποίηση τόσων νέων ανθρώπων για τόσα χρόνια. Πράξη δικαίου ή καταφανής αδικία την οποία αίρει όπως λέει η σημερινή κυβέρνηση; Οι μόνοι που δεν έφταιγαν πάντως ήταν οι συμβασιούχοι κάθε μορφής άλλοτε και τώρα.
Με την ελπίδα της εξασφάλισης εργασίας προσέρχονταν τόσοι νέοι άνθρωποι στα προγράμματα αυτά, καθώς σέρνονταν στα βουλευτικά και στα υπουργικά γραφεία φιλώντας «κατουρημένες ποδιές», για μια θέση των 500 και των 600 ευρώ.
Πολλοί θα θυμούνται την ατάκα του αείμνηστου Λάμπρου Κωνσταντάρα σε ρόλο του υπουργού Μαυρογιαλούρου, όταν πρόβαρε το λόγο του προς «ιθαγενείς» χωρικούς: «θα σας εξαφανίσωμεν...», αντί για το «θα σας εξασφαλίσωμεν».
Η κωμική – δραματική αυτή σκηνή επανέρχεται με ενοχλητική συνέπεια στη μνήμη μου τις τελευταίες ημέρες με αφορμή το σάλο για τους συμβασιούχους των stages που ρίχνονται κατά χιλιάδες στον «Καιάδα», αφού όμως είχαν ρίξει κατά χιλιάδες τις ψήφους τους υπέρ των δύο μεγάλων κομμάτων στις εκλογές.
Τότε οι υποσχέσεις και οι ελπίδες που καλλιεργούνταν σ΄αυτούς τους ανθρώπους ήταν συνώνυμες με το «θα σας εξασφαλίσουμε». Μετά τις εκλογές οι αποφάσεις λένε «θα σας εξαφανίσουμε»...
Φυσικά πάνω στο δράμα των νέων αυτών που έχασαν τη δουλειά τους, το λιγοστό μισθό τους και κυρίως τις ελπίδες τους για σταθερότερη εργασία, στήθηκε και το συνηθισμένο σκηνικό του τηλεοπτικού σκυλοκαβγά μεταξύ πολιτικών, οι οποίοι με ρητορικά τερτίπια πετάνε το μπαλάκι των ευθυνών ο ένας στον άλλον. Επειδή όμως ο καβγάς δεν έχει να κάνει με «δράμα πολυτελείας» κάποιων «ρετιρέ», πέρα από τις σημαντικές ευθύνες των προηγουμένων κυβερνήσεων και την κατάφωρη σκληρότητα της σημερινής, υπάρχει η ζωτική ανάγκη των χιλιάδων αυτών συμβασιούχων οι οποίοι δικαιούνται και πρέπει να ζήσουν αξιοπρεπώς. Όλα τα υπόλοιπα είναι φαρισαϊσμοί και θεωρίες.
Είναι σίγουρο ότι η μη ανανέωση των συμβάσεων stages και η απομάκρυνση των εργαζομένων αναμένεται να προκαλέσει σοβαρά προβλήματα στη λειτουργία πολλών φορέων του Δημοσίου, όπως για παράδειγμα στα νοσοκομεία, στα ασφαλιστικά ταμεία, αλλά και στην Τοπική Αυτοδιοίκηση. Πώς θα καλύψει αυτά τα κενά η κυβέρνηση; Ασφαλώς με νέες προσλήψεις. Ας δώσει λοιπόν την ευκαιρία στους ανθρώπους αυτούς, που με την πολυετή προϋπηρεσία τους έχουν και την απαραίτητη εμπειρία, να καλύψουν αυτές τις θέσεις και να μην μείνουν στο δρόμο.
Η «ευκαιρία» που δίνεται να προσφύγουν στη Δικαιοσύνη όσοι νομίζουν ότι αδικούνται δεν έχει νόημα – πέραν της οικονομικής δαπάνης που συνεπάγεται – όταν από την άλλη ο ίδιος ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης διακηρύττει ότι η κυβέρνηση έχει εξετάσει το νομικό και συνταγματικό πλαίσιο και θεωρεί ότι δεν θα δικαιωθούν.
Η «δίκαιη κοινωνία» που επαγγέλθηκε το ΠΑΣΟΚ δεν είναι εύκολη υπόθεση. Η ευνομία και η ισονομία είναι θεωρητικά μόνον αυτονόητες. Η «δίκαιη κοινωνία» περνάει από την αποκατάσταση της αξιοπρέπειας του πολίτη και όχι από την καταρράκωσή της.
Τελικά η κυβέρνηση θα κριθεί σε μεγάλο βαθμό από την, έστω και με καθυστέρηση και υπό πίεση, επίδειξη πνεύματος στοιχειώδους ευαισθησίας απέναντι σ΄αυτούς τους ανθρώπους και στις άλλες χειμαζόμενες κοινωνικές ομάδες. Σε αντίθετη περίπτωση θα έχει υπερβεί κάθε όριο κοινωνικής αδιαφορίας, σκληρότητας και αναλγησίας, όπως άλλωστε συνέβη και με τους συμβασιούχους επί Παυλόπουλου πριν τρία χρόνια.