Της Βασιλικής Πανάγου-Μιχαλακάκη
Η ιστορία των δύο αυτών ανδρών συνδέεται με το ζεύγος Φαβρ στο Μεταξοχώρι Αγιάς (άρθρο στη σειρά, της 19ης Ιουλίου 2009) και με την οικογένεια Μαρκίδου στη Λάρισα, στα τέλη του 19ου αι. και στις πρώτες δεκαετίες του 20ού αι. Οι λιγοστές πληροφορίες μας προέρχονται από τα συγγράμματα και τις πηγές για το Μεταξοχώρι και το ζεύγος Φαβρ, από το πολύτιμο σύγγραμμα του αείμνηστου Ιω. Σακελλίωνα για το φιλέλληνα Κάρολο Βιανέλλι και από τις πληροφορίες και θύμησες της συνταξιούχου δασκάλας, Αριστέας (Ρίτας) Μαρκίδου-Παππά.
Ο Κάρολος Βιανέλλι καταγόταν από την Ιταλία και σπούδαζε γιατρός. Εργάστηκε στο αρχοντικό των Ευρωπαίων Φαβρ (Ευγένιος και Στεφανία) στο Μεταξοχώρι της Αγιάς, ως διευθυντής στις γεωργικές και κτηνοτροφικές επιχειρήσεις τους. Οι μέθοδοί του στις καλλιέργειες ήταν πρωτοποριακοί. Και οι τρεις ήρθαν στην Ελλάδα το 1870, διέμεναν τα πρώτα χρόνια στο Βόλο, όπου οι Φαβρ είχαν ιδιόκτητο σπίτι στην παραλία, και κατόπιν εγκαταστάθηκαν το 1872 στο Μεταξοχώρι. Ήταν και οι τρεις αξιόλογοι, ευγενείς, μορφωμένοι και φιλελεύθερα πνεύματα. Οι γνωριμίες τους ήταν πολλές και είχαν την προστασία της Γαλλικής Κυβέρνησης και του Γαλλικού Προξενείου. Το ζεύγος Φαβρ αρχικά δραστηριοποιήθηκε στην Άφησσο του Πηλίου, ενώ αργότερα στο Μεταξοχώρι πρόσφερε εργασία στους κατοίκους με τις επιχειρήσεις του στη μεταξουργία, το εμπόριο γίδινου μαλλιού, τη μακαρονοποιία κυρίως και λιγότερο την οινοποιία, συμβάλλοντας στην κοινωνική και οικονομική πρόοδο της περιοχής. Η Στεφανία Φαβρ έζησε ως το 1913, σε βαθιά γεράματα. Το τέλος των δύο ανδρών υπήρξε τραγικό. Ο Ευγένιος Φαβρ βρέθηκε πνιγμένος στον Πηνειό (πιθανή εκδοχή η αυτοκτονία), ενώ ο Κάρολος Βιανέλλι το 1916 χτυπήθηκε κατά λάθος από σφαίρα πιστολιού, του συζύγου της ανεψιάς του.
Η φιλελληνική δράση και των τριών αυτών ανθρώπων άγγιξε τα όρια της αυταπάρνησης και της αυτοθυσίας. Αγάπησαν πολύ το Μεταξοχώρι και τη γύρω περιοχή και την «έκαναν» δεύτερη πατρίδα τους. Ο Κάρολος Βιανέλλι με τη Στεφανία Φαβρ φρόντισαν για τη διάσωση δημόσιων αρχείων (Υποθηκοφυλακείου Αγιάς) στο αρχοντικό, καθώς και περιουσιών των ανθρώπων του τόπου, ενώ αγωνίστηκαν ακόμα και για τη ζωή αυτών. Στο αρχοντικό των Φαβρ υψώθηκε η γαλλική σημαία και με τη βοήθεια και του Γάλλου Πρόξενου στο Βόλο, Ιουλίου Ροζού, αποφεύχθηκαν καταστροφές και πυρπολήσεις, όχι μόνο του Μεταξοχωρίου αλλά και της επαρχίας. Στην οικία αυτή, το «άσυλο» των χριστιανών και των επαναστατών, βρήκαν πολλοί στέγη, τροφή και ένδυση. Ευχαριστήριες επιστολές για τη δράση τους δέχτηκαν οι Φαβρ και ο Βιανέλλι από το Διευθυντή του Υπ. Παιδείας, Φ. Γεωργαντά (παιδαγωγός, ο οποίος είχε φιλοξενηθεί μάλιστα στο αρχοντικό), το Δήμο Δωτίου, τον Υπουργό Εσωτερικών Γ. Κόρπα και τον Εισαγγελέα Πρωτοδικών Λάρισας. Το αρχείο Φαβρ, που βρίσκεται σήμερα στα ΓΑΚ Αγιάς, περιλαμβάνει επίσης ένα τηλεγράφημα του βασιλιά Κων/νου με τις ευχαριστίες του προς τη Στεφανία Φαβρ για τις πολύτιμες υπηρεσίες της κατά την τουρκική κατοχή του 1897.
Τον Κάρολο, που «έπαιζε» τον πρώτο ρόλο, χαρακτήριζε η φιλανθρωπία, η διάθεση και η αφοσίωσή του σ’ αυτούς που είχαν ανάγκη, καθώς και η ακούραστη προστασία και συμπαράστασή του προς τους κατοίκους του χωριού, τους κυνηγημένους, τα δύσκολα χρόνια της Θεσσαλικής Επανάστασης του 1878 και του άτυχου πολέμου του 1897. Το 1876 ο Κάρολος Βιανέλλι παρότρυνε τον Ευγένιο Φαβρ να νοικιάσει την ακίνητη περιουσία της Μονής του Αγ. Ιω. Θεολόγου Μελιβοίας, για να μη δημευτούν από την Οθωμανική Κυβέρνηση τα πολεμοφόδια, που βρέθηκαν στη μονή. Συνεργάστηκε κατόπιν με το φιλέλληλα συνταγματάρχη Σούτερ, που έδρασε στην επαρχία της Αγιάς (1877-79), παρέχοντάς του πληροφορίες για τις κινήσεις του τουρκικού στρατού και δίνοντας τροφή για το τμήμα του, πεζοπορώντας μερόνυχτα με κίνδυνο να τουφεκιστεί από τους Τούρκους. Οδήγησε τον Άγγλο πρόξενο, Λόγκφοντ, να δει τα απανθρακωμένα και παραμορφωμένα πτώματα των 9 προκρίτων του χωριού Βουλγαρινή (σημ. Έλαφος Αγιάς), που σφαγιάστηκαν από τους Τούρκους το 1878, και υπέγραψαν μαζί σχετική έκθεση προς τη Βρετανική Κυβέρνηση. Σπουδαιότερη όμως υπήρξε η συμβολή του κατά τον ατυχή πόλεμο του 1897. Όταν έμαθε ότι 12 οικογενειάρχες της Μελιβοίας και της Ποταμιάς, είχαν καταδικαστεί από τους Τούρκους ως ένοχοι εγκληματικών πράξεων, άλλοι σε θάνατο και άλλοι σε εξορία στο Φεζάν της Αφρικής, αφού μάταια προσπάθησε ο Πρόξενος της Γαλλίας, Ιούλιος Ροζού, αυτός με τις προσπάθειες και τις ενέργειές του κατόρθωσε να τους σώσει και να επιστρέψουν το Πάσχα του 1898 στα σπίτια τους. Δυστυχώς όμως (όπως αναφέρει ο Ιω. Σακελλίωνας), ο φθόνος κυρίευσε την τοπική κοινωνία αλλά και την οικία των Φαβρ, με αποτέλεσμα να μην αναγνωρισθεί έγκαιρα η αξία του έργου του Κάρολου Βιανέλλι, και ο ίδιος να αποχωρήσει δυστυχής από το Μεταξοχώρι.
Ο Ιούλιος (Τζούλιο) Βιανέλλι υπήρξε Υποπρόξενος της Ιταλίας στο Βόλο. Προφανώς, λόγω της δικής του ιδιότητας, βρέθηκε στην Ελλάδα και ο Κάρολος, την ακριβή σχέση των οποίων μεταξύ τους δεν γνωρίζουμε, παρά μόνο εικάζουμε (ίσως λόγω της ομοιότητάς τους στις φωτογραφίες): Ήταν αδέλφια; Ξαδέλφια; Κατά τις τακτές επισκέψεις του στη Λάρισα, ο Ιούλιος διέμενε στο αρχοντικό της οικογένειας Μαρκίδου, καθώς τον συνέδεε φιλία με τον Γιάννη Μαρκίδη, γιο του Αγιώτη, Θεόδωρου Μαρκίδη, ράφτη και ιδιοκτήτη του οικήματος. Φιλία, η οποία συνεχίστηκε και μετά την επάνοδο του πρώτου στη γενέτειρά του, την Ιταλία (Βενετία;), με αλληλογραφία, καρτ-ποστάλ και φωτογραφίες. Οι δυο τους επισκέπτονταν συχνά το Μεταξοχώρι για να συναντήσουν τον Κάρολο Βιανέλλι και το ζεύγος Φαβρ, με τους οποίους γνωρίζονταν προφανώς από την περίοδο που διέμεναν στο Βόλο. Εξάλλου, οι ξένοι που έφθαναν τότε στην Θεσσαλία, έρχονταν σε επαφή μεταξύ τους μέσω των Προξενείων τους και «σχημάτιζαν» δικούς τους κύκλους γνωριμιών και επαφών. Ίσως και η δική του συμβολή, με την ιδιότητά του, να ήταν πολύτιμη, στο έργο του Κάρολου.
Στη βιβλιογραφία απαντάται και ένα άλλο μέλος της ενετικής καταγωγής, οικογένειας Βιανέλλι, ο Ιάκωβος, καθώς και ο γιος, ο Βίκτορας, που διετέλεσε εφημέριος στο Βόλο (1931-1940).
Δίκαια θα αναρωτάται κάποιος, νεότερος ή παλιότερος, το σκοπό της σειράς αυτής των άρθρων. Δεν είναι άλλος από την αξία της ά γ ρ α φ η ς ιστορίας, και δη της τοπικής, αυτής που πολλές φορές υπήρξε ισάξια της «επίσημης». Πρέπει το έργο κάποιων ανθρώπων να παραμένει ζωντανό και αλώβητο. Να μην αγνοείται η προσφορά τους και η θυσία τους. Η ιστορική μνήμη, όπως και η ιστορική λήθη, υπήρξαν πολύτιμοι αρωγοί στην πορεία των ανθρώπων.