Αποκαταστάθηκε αμέσως ο βανδαλισμός. Ο Λαμπρούλης στη θέση του. Μ’ αυτόν τον τίτλο στη δεύτερη σελίδα της, κυκλοφόρησε την περασμένη Παρασκευή η «Ελευθερία» ενημερώνοντας για την αποκατάσταση της προτομής του αείμνηστου και καθ’όλα άξιου δημάρχου της πόλης μας Αριστείδη Λαμπρούλη.
Ο δήμαρχος της πόλης μας ενεργώντας σωστά, επικοινώνησε με τις αστυνομικές αρχές απαιτώντας τον εντοπισμό των δραστών και φυσικά την παραδειγματική τιμωρία τους. Και ποιος άραγε δεν θα το ήθελε αυτό, και μάλιστα με την αυστηρότερη των ποινών. Μέχρις εδώ όλα καλά. Όμως αν γίνουν όλα αυτά, το θέμα τελείωσε και όλοι εμείς που αγανακτήσαμε θα βγάλουμε ένα επιφώνημα ανακούφισης και θα συνεχίσουμε τις καθημερινές μας ασχολίες σαν να μη συνέβη τίποτα;
Οι συγκεκριμένοι βάνδαλοι ζουν ανάμεσά μας, είναι μέλη της κοινωνίας μας, ενεργούν και λειτουργούν με τους ίδιους νόμους γραφτούς και άγραφους που λειτουργούμε κι εμείς, και πάνω απ’ όλα είναι πιστό αντίγραφο της κοινωνίας που δομήσαμε τα τελευταία 30 χρόνια και που μάρτυρες της συμπεριφοράς αυτής της κοινωνίας γινόμαστε καθημερινά, αμήχανοι και ανίκανοι να αντιδράσουμε απέναντι στη γενική σήψη και παρακμή της.
Και ωραία οι συγκεκριμένοι είναι βάνδαλοι. Απαντήστε μου όμως, πώς θα πρέπει να χαρακτηρίσουμε τα αρπακτικά που κατοικοεδρεύουν στις πολυτελείς συνοικίες των πόλεων τύπου Κολωνακίου και βορείων προαστίων της πρωτεύουσας, τους μεγαλογιατρούς και τους πάμπλουτους εφοριακούς με τις υπερμεγέθεις πισίνες, τον υπόκοσμο της Μυκόνου και της Αράχοβας τους βρόμικους πολιτικούς με τον προκλητικό πλουτισμό τους από τη δημόσια περιουσία, τους πουλημένους δημοσιογράφους των ΜΜΕ, τους ιδιοκτήτες των λεγόμενων κέντρων διασκέδασης που οι περισσότεροι είναι διακινητές σκληρών ναρκωτικών, τη μαφία που μας ενέσκηψε πρόσφατα, την επίσημη εκκλησία και τα μοναστήρια που αποδεικνύονται οι χειρότεροι ληστές του ελληνικού λαού και τέλος χωρίς να εξαιρώ και τους εαυτούς μας, που έχουμε καταντήσει μικροαπατεώνες, ρουσφετολόγοι και δεν συμμαζεύεται.
Ή να μιλήσω για το διαλυμένο ελληνικό κράτος που κι’αυτό είναι ένα συνονθύλευμα κυβερνώντων και κυβερνωμένων, και το οποίο δεν σου παρέχει καμία εγγύηση χρηστής διοίκησης και δικαιοσύνης.
Να μιλήσω για τα κόμματα της σεμνότητας και ταπεινότητας ή για το κόμμα της αξιωματικής (τρομάρα μας) αντιπολίτευσης που χωρίς ντροπή χωρίς αίσθημα ενοχής για τη σωρεία των λαμόγιων που εξέθρεψε στη διάρκεια της 20ετούς διακυβέρνησής του, έφερε τη χώρα στα πρόθυρα της διάλυσης και τώρα κατηγορεί τους αντιπάλους της γιατί στάθηκαν ανίκανοι να ανακόψουν, αυτή την πορεία.
Ο υποφαινόμενος βρέθηκα επανειλημμένα θεατής της ρύπανσης του μνημείου του Αγνώστου Στρατιώτη, του κορυφαίου μνημείου ενός λαού απέναντι στην ιστορία του, απέναντι στους ήρωες του. Ειλικρινά αγανάκτησα με τη θέα του διασυρμένου μνημείου. Προβληματίστηκα με την επαίσχυντη ενέργεια και οργίστηκα με την ιταμή ενέργεια των δραστών. Όμως πολύ γρήγορα σκέφτηκα: Τα μνημεία στήνονται για να τιμήσουν οι ζώντες τη θυσία των νεκρών, που έπεσαν για την υπεράσπιση των πάτριων εδαφών αλλά και των ιερών και οσίων της Πατρίδας σε καιρούς πολέμου.
Αλλά για ποια Πατρίδα μιλάμε όταν η μισή είναι ιδιοκτησία της Εκκλησίας και των μοναστηριών και η άλλη μισή καίγεται ή καταπατείται τόσο από την Εκκλησία που τη διεκδικεί, όσο και από τους διάφορους « ξύπνιους» που με κομματικές πλάτες νομιμοποιούν και χτίζουν στα καμένα. Αυτή την πατρίδα όσο κι αν μας φαίνεται σκληρό και όσο κι αν μας πληγώνει, λίγοι νέοι θα θέλανε να την υπερασπιστούν και προπαντός στη σημερινή μας εποχή όπου η χώρα αντιμετωπίζει πολλούς και ποικίλους κινδύνους, και πολύ φοβάμαι ότι πιθανή κατάληψη νησιού μας σε δεδομένη σύρραξη με τους γείτονες «φίλους» μας, θα συνοδεύεται με την παραγγελία του δεύτερου φραπέ και κατάρριψη του πρώτου αεροπλάνου με την παραγγελία του τρίτου ουίσκι.
Απευθύνομαι προς τον καθ’ άλλα συμπαθή δήμαρχο κ. Τζανακούλη και να του ζητήσω άμεσα να μεταφερθεί το μνημείο του Αγνώστου Στρατιώτη στην πλατεία Ταχυδρομείου και η προτομή του αείμνηστου δημάρχου Αριστείδη Λαμπρούλη στην κεντρική πλατεία. Μ’ αυτή την ενέργεια θα πάψει η συγκεκριμένη πλατεία να αποτελεί γκέτο καφενόβιων και μπαρόβιων και πιστεύω πως ο αείμνηστος δήμαρχος άλλη εικόνα είχε στο μυαλό του για τη συγκεκριμένη πλατεία και όχι αυτό που κατάντησε. Η εξέλιξη και λειτουργία της πόλης δεν ευνοούν την ύπαρξη του μνημείου στο χώρο του Φρουρίου. Τοιούτου είδους μνημεία θα πρέπει να βρίσκονται στο κεντρικότερο σημείο μιας πόλης, και οι πολίτες της στη θέα τους, να κοινωνούν στα ιερά και τα όσια της Πατρίδας και του λαού, για τα οποία οι συγκεκριμένοι νεκροί ήρωες έδωσαν ό,τι πολυτιμότερο είχαν: Τη ζωή τους.