Η Πατρίδα μας, η Ελλάδα των νησιών, των νησίδων και βραχονησίδων του Αιγαίου Πελάγους, αποτελεί τη συμπλήρωση της φυσικής προέκτασης της χερσαίας χώρας μας, της οποίας η γεωγραφική συνοχή ασκεί καθοριστική επίδραση στο σύνολο του Ελλαδικού χώρου, η δε αναγνωρισιμότητά της και ο επηρεασμός σε εθνική κλίμακα είναι απόλυτα, καθοριστική και θεμελειακή διά μέσου των αιώνων ξεκινώντας από τους αρχαιοτάτους χρόνους μέχρι σήμερα και είναι συνυφασμένη και άρρηκτα δεμένη με την ύπαρξη του Ελληνικού Έθνους και του Ελληνισμού γενικότερα.
Από τις μέχρι σήμερα μελέτες της υφαλοκρηπίδας του Αιγαίου Πελάγους και των νησιωτικών συμπλεγμάτων, που οριοθετούν τούτο, καταδεικνύεται επιστημονικά και καθαρά πλέον ότι όλα τα νησιά μας, νησίδες και Βραχονησίδες αποτελούν, αναπόσπαστο τμήμα της Ηπειρωτικής χώρας μας. Η συνολική έκταση του Αιγαίου ανέρχεται σε 250.000 περίπου τετραγωνικά χιλιόμετρα (διπλάσια σχεδόν της Ελλάδος) σχηματίζοντας έτσι τη λεκάνη του Αιγαίου Πελάγους, η οποία απλώνεται από τον κόλπο της Αλεξανδρούπολης, μέχρις των Ελληνικών χωρικών υδάτων των Κυκλάδων, της Δωδεκανήσου, του ξεχασμένου Καστελόριζου και της Κρήτης. Στο χώρο αυτόν ζουν και δραστηροποιούνται από αρχαιοτάτων χρόνων Έλληνες κάτοικοι ως ακολούθως: Βόρειο Αιγαίο 206.210.
Νότιο Ανατολικό Αιγαίο και Κυκλάδες 302.686 και στην Κρήτη 601.131, με αυξητικές τάσεις ιδιαίτερα στην Κρήτη και ΝΑ Αιγαίο. (Απογραφή 2001). Κατά κεφαλήν εισόδημα: Βόρειο Αιγαίο 14.731 ευρώ. ΝΑ Αιγαίο 21.135 ευρώ και Κρήτη 18.260 ευρώ. (Στοιχεία 2007). Συνολικός πληθυσμός 1.109.938 Έλληνες κάτοικοι.
Στη λεκάνη αυτή περιλαμβάνονται νησιά, νησίδες και βραχονησίδες ήτοι 3.000 περίπου και ανήκουν όλα στην Πατρίδα μας, με εξαίρεση μόνο τις νήσους Ίμβρο - Τένεδο και Λαγούσες και μερικές Βραχονησίδες, οι οποίες ευρίσκονται σε απόσταση μικρότερη των τριών (3) Ν.Μ. από τις τουρκικές ακτές και ανήκουν στην Τουρκία (Συνθήκη Λωζάνης 1923).
Η Τουρκία όλα αυτά τα χρόνια με αφετηρία το 1974, όπως έχω ξαναγράψει πολλές φορές, επειδή το υφιστάμενο Status quo στο Αιγαίο (Συνθήκη Λωζάνης 1923, πρωτόκολλο ειρήνης Παρισίων 1947, Ιταλοτουρκική Συμφωνία 1932 και Σύμβαση Δικαίου της θάλασσας Μοντέγο Μπέι της Τζαμάικας του 1982) καθόλου δεν την ευνοεί. Προσπαθεί να το ανατρέψει με το γνωστό καθημερινό τροπάριο των ποικίλων και πανταχόθεν προκλήσεων και έχει ως στόχο και σκοπό, να αναγκάσει τη χώρα μας να διαπραγματευθεί μαζί της, πακέτο πλέον και από μηδενική βάση όλες τις διαφορές όπως αυτή τις εννοεί, τις θέτει και τις ερμηνεύει μη λαμβάνοντας υπόψη τα ανωτέρω γραπτά κείμενα.
Από την πλευρά μας δεν πρέπει να βιαστούμε, πολύ δε περισσότερο να τη βοηθούμε. Ο χρόνος εκτιμώ δεν εργάζεται υπέρ αυτής. Ήδη η μια μετά την άλλη χώρες υπογράφουν και επικυρώνουν τη Σύμβαση για το δίκαιο της θάλασσας του Μοντέγο Μπέι του 1982, οι ρυθμίσεις της οποίας είναι ευνοϊκότατες για την Πατρίδα μας. Η διεθνής κοινότητα δεν μπορεί συνέχεια να αφήνει ανενόχλητο αυτόν τον ταραξία και τον τραμπούκο της περιοχής, που με κάθε πράξη του και ενέργεια αντιστρατεύεται έμπρακτα και καθημερινά πλέον, το διεθνές δίκαιο και τη διεθνή νομιμότητα. Οι όποιες διευθετήσεις, που μπορούν και πρέπει να γίνουν στο Αιγαίο, πρέπει να έχουν ως βάση τις υφιστάμενες διεθνείς συμφωνίες, συμβάσεις και γραπτά κείμενα και μόνο. Απ' αυτά δεν πρέπει να αποστούμε ούτε κεραίας, γιατί τότε το Αιγαίο με τη βουλημία, που διακατέχει τη γείτονα χώρα, παραμονεύει να το κατασπαράξει. Η Τουρκία τα έχει καταφέρει να αρπάζει συνεχώς εδάφη μας χωρίς να ματώνει. Ανατολική Θράκη το 1922 και την Κύπρο το 1974 την οποία, με ανόητο τρόπο δυστυχώς την προσφέραμε ως πιάτο σε αυτήν, εμείς οι ίδιοι οι Έλληνες και η Ιστορία δεν θα μας τη συγχωρέσει ποτέ αυτήν την προδοτική μας πράξη. Οι ιστορικοί θα είναι αμείλικτοι μαζί μας για τα γεγονότα του 1974.
Εμείς οι Έλληνες δεν πρέπει και δεν επιτρέπεται να έχουμε αυταπάτες. Η Τουρκία μας ζητά στην κυριολεξία να δεχθούμε ασμένως «Το σφάξε με Αγά μου να αγιάσω». Αυτή η εκκρεμότητα θα συνεχιστεί για πολλά χρόνια ακόμα και εκείνο, που πρέπει να συνηθίσουμε είναι να μάθουμε να ζούμε σε αυτό το μη φιλικό και εύθραστο περιβάλλον και έμπρακτα πλέον, να προετοιμαζόμαστε για τα χειρότερα μη αποκλεισμένου ακόμα και αυτού του πολέμου εάν η Τουρκία το τεντώσει και άλλο το ήδη τεντωμένο απ' αυτήν σχοινί. Τότε και μόνο η Τουρκία θα λογικευθεί και θα σοβαρευθεί και θα αποδεχθεί έναν έντιμο ιστορικό συμβιβασμό μαζί μας. Το Αιγαίο όπως έχω ξαναγράψει είναι οι πνεύμονές μας και εάν ακρωτηριαστούν ή πληγωθούν τότε η χώρα μας σίγουρα θα πάθει ως εκ τούτου στην κυριολεξία ασφυξία και θα παραμένει κλινικά νεκρή με ό,τι αυτό συνεπάγεται, για το μέλλον του απανταχού Ελληνισμού.
Η Τουρκία υποστηρίζει όλα αυτά τα χρόνια ότι, τα νησιά του Αιγαίου, έτσι τα αποκαλεί συνέχεια, που τα κατέχουν οι Έλληνες και απέχουν μόλις 3 Ν.Μ. από τις ακτές της και άκουσον - άκουσον 1000 Ν.Μ. από την Ελλάδα (προσθέτουν για προπαγάνδα ένα ακόμα μηδενικό) δημιουργούν ασφυκτικό κλοιό γύρω της, δεν μπορεί να αναπνεύσει και ουσιαστικά κάνει λόγο για επέκταση του ζωτικού της χώρου προς Δυσμάς. Συνεχώς οφείλουμε όλοι οι απανταχού Έλληνες να συνειδητοποιήσουμε ότι, πλέον ο Τούρκος όχι μόνο δεν αλλάζει προσανατολισμούς, αλλά κάθε λίγο και λιγάκι, θέτει προς συζήτηση και τελείως ανύπαρκτα θέματα και ζητήματα και γίνεται έτσι καθημερινά περισσότερο απειλητικός και ακόμα περισσότερο εξοργιστικά απαιτητικός και συγχρόνως προκλητικός. Ο ιδιότυπος και ακήρυκτος αυτός, ο καθημερινός αεροπορικός πόλεμος μας κοστίζει περίπου 500 εκατ. ευρώ το χρόνο. Η χώρα μας ξοδεύει για τις αμυντικές της δαπάνες το 3,5% του ΑΕΠ το χρόνο (9,100 δισ. ευρώ) και παλαιότερα κοντά στο 5% έναντι μόλις 2% και ακόμα κάτω των περισσοτέρων χωρών της Ε.Ε. Το επιπλέον 1,5% για τα 35 αυτά χρόνια μεταφράζεται για την Πατρίδα μας,, σε ένα κόστος τουλάχιστον 100 δισ. ευρώ (18 δισ. ευρώ για τις καθημερινές αναχαιτίσεις των Τούρκικων αεροσκαφών στο Αιγαίο και 82 δισ. ευρώ για τους αναγκαίους εξοπλισμούς την εκπαίδευση και τη συντήρηση των ΕΔ και ιδιαίτερα της Πολεμικής μας αεροπορίας) και όσο προχωρά αυτός ο χρόνος το ποσό αυτό θα αυξάνεται. Δυστυχώς δεν έχουμε και δεν μας μένει άλλη επιλογή και όσο θα διαρκεί αυτή η εκκρεμότητα στο Αιγαίο, η αμυντική αυτή θωράκιση της Πατρίδας, για τον εξ ανατολών κίνδυνο φαίνεται να είναι μονόδρομος, επιβεβλημένη και αναπόφευκτη. Για τη σημερινή αμυντική αυτή ισορροπία στο Αιγαίο και τη Δυτική Θράκη, η χώρα μας είναι υποχρεωμένη, να δαπανά για το σκοπό αυτό, περίπου 3 δισ. ευρώ το χρόνο. Δηλαδή οι αμυντικές μας δαπάνες υπό κανονικές συνθήκες δεν θα υπερέβαιναν σε καμία περίπτωση το 2,5% του ΑΕΠ και θα έφθαναν το πολύ τα 6,100 δισ. ευρώ το χρόνο από 9,100 δισ. ευρώ, που είναι σήμερα, (9,100 δισ. ευρώ - 3,000 δισ. ευρώ = 6.100 δισ. ευρώ).